Του Κ.Ν. Σταμπολή
Τα γεγονότα των τελευταίων ημερών με τη ρήξη Ρωσίας – Ουκρανίας με αφορμή το φυσικό αέριο, το οποίο προμηθεύει η κρατική Gazprom στην Ουκρανία, και μέσω αυτής στη Δυτική Ευρώπη, είναι ενδεικτικά της εδώ και χρόνια επωαζόμενης ενεργειακής αντιπαράθεσης μεταξύ Ανατολής – Δύσης, ή εάν θέλετε μεταξύ των ενεργειακών παραγωγών και καταναλωτών. Μπορεί η αναληφθείσα διπλωματική πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αποδώσει μέσα στις επόμενες ημέρες με την εξεύρεση συμβιβαστικής φόρμουλας, αφού πρώτα δοθούν επαρκείς οικονομικές εγγυήσεις από την Ε.Ε. προς τη Ρωσία, και να αποκατασταθούν πλήρως οι παραδόσεις Ρωσικού φυσικού αερίου προς τις Ευρωπαϊκές εταιρείες, πελάτες της Gazprom, όμως ο κύβος ερρίφθη. Η «Ρώσικη αρκούδα» έδειξε τα δόντια της και αυτό δεν είναι ό,τι καλύτερο μπορεί να συμβεί σε μία αδύνατη και αποσυντονισμένη διπλωματικά Ε.Ε., η οποία μέσα από την πολυνομία της, τους ενδοκοινοτικούς ανταγωνισμούς και τις διαφορετικές περί του ζην αντιλήψεις των κρατών μελών της αδυνατεί να αρθρώσει μία ενιαία ενεργειακή πολιτική. Έτσι καθίσταται εμφανές ότι αυτή η στάση θα έχει πλέον άμεσο αντίκτυπο στη χάραξη μιας κοινής εμπορικής και οικονομικής πολιτικής για την αντιμετώπιση των έξωθεν απειλών, που ήδη αποκαλύπτονται μέσα από τις αγορές πετρελαίου και φυσικού αερίου σήμερα, και αύριο μέσα από άλλες, στρατηγικής σημασίας, πρώτες ύλες (πχ χαλκός, πυρίτιο, ουράνιο, νικέλιο κα). Από την άλλη πλευρά η Ρωσία στην προσπάθειά της να ελέγξει τις πρώην επαρχίες της, οι οποίες έχουν ανεξαρτητοποιηθεί από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, απεφάσισε να υιοθετήσει σκληρή γραμμή. Για αυτό η κρίση στις σχέσεις της με την Ουκρανία με άξονα αναφοράς το φυσικό αέριο δεν έχει αποδέκτη μόνο την Ουκρανία αλλά κυρίως όλους τους πρώην δορυφόρους της Μόσχας στην Κεντρική Ασία. Το μήνυμα του προέδρου Πούτιν είναι σαφές. «Αποφασίστε σε ποιο στρατόπεδο ανήκετε και εάν διαλέξετε το Δυτικό τότε θα υπάρξουν βαρύτατες πολιτικές και οικονομικές συνέπειες». Επιπλέον η Μόσχα, στα πλαίσια της νέας της πολιτικής προς τις χώρες της Κεντρικής Ασίας, προχωρεί σε αναβάθμιση της οικονομικής της συνεργασίας με την Κίνα, πάλι με άξονα το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο μέσω νέων εξαγωγικών αγωγών που ήδη κατασκευάζονται ή ευρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο σχεδιασμού. Είναι φανερό ότι η Μόσχα επιθυμεί τη δημιουργία μιας πανίσχυρης ενεργειακής, γεωγραφικής ζώνης που να εκτείνεται από το Βλαδιβοστόκ μέχρι την Αγία Πετρούπολη. Αυτό είναι το μεγάλο σχέδιο που θα ξεδιπλώνεται μεθοδικά μέσα στα επόμενα χρόνια. Αν και οι οικονομικές και πολιτικές προεκτάσεις μιας ενεργειακά πανίσχυρης Ρωσίας είναι δύσκολο να υπολογισθούν με ακρίβεια, σε αυτό το στάδιο είναι λογικό να προκαλούν δέος για το πώς θα μπορούσε το Κρεμλίνο να χρησιμοποιήσει αυτήν την τεράστια ισχύ. Πετρέλαιο Έτσι το 2006 ίσως αποδειχθεί έτος κλειδί για τις μετέπειτα ενεργειακές εξελίξεις σε βάθος 15ετίας. Στο χώρο του πετρελαίου, οι τιμές δεν έχουν υποχωρήσει ουσιαστικά και, με μικρές αυξομειώσεις, κρατήθηκαν γύρω στα 60 δολ/βαρέλι το τελευταίο τρίμηνο – ενώ η προοπτική είναι για περαιτέρω άνοδο και όχι πτώση. Το πόσο μεγάλη θα είναι η αύξηση των διεθνών τιμών του αργού θα εξαρτηθεί κατά κύριο λόγο από τα βασικά στοιχεία που θα προκύψουν μέχρι το Μάρτιο εφέτος για την πορεία της διεθνούς οικονομίας και ιδιαίτερα των οικονομιών των ΗΠΑ, Ευρώπης και Ιαπωνίας. Εάν ο ρυθμός της παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης (υπολογίζεται στο 3.2%) για το 2005 και η διαμόρφωση του πληθωρισμού παραμείνουν στα επίπεδα του 2004 και δεν έχουν υποστεί σημαντική καθίζηση λόγω της αύξησης των τιμών του πετρελαίου – που βάσει προσωρινών στοιχείων θεωρείται μάλλον απίθανο – τότε είναι σχεδόν βέβαιο ότι ο ΟΠΕΚ μέχρι το καλοκαίρι θα έχει αναθεωρήσει την τιμή στόχο για την ποικιλία Brent στα 55 – 60 δολ. ανά βαρέλι. Κάτι που σηματοδοτεί τις αγορές για τιμές στόχους στα χρηματιστήρια εμπορευμάτων (ΙΡΕ και ΝΥΜΕΧ) στα 70 δολ. ανά βαρέλι. Προς αυτή την κατεύθυνση εξ’ άλλου συνηγορούν και τα υποκείμενα στοιχεία (fundamentals) της διεθνούς αγοράς όπου η ζήτηση παραμένει υψηλή, η εφεδρική δυνατότητα παραγωγής (spare capacity) σχετικά μικρή ενώ ο γεωπολιτικός κίνδυνος, ιδίως στη Μέση Ανατολή, αρκετά υψηλός. «Η απειλή για σοβαρές διακοπές στην τροφοδοσία της διεθνούς αγοράς με αργό πετρέλαιο ή προϊόντα από τρομοκρατικές ενέργειες, πολιτική αστάθεια ή φυσικές καταστροφές εξακολουθεί να υφίσταται και μάλιστα να είναι μεγαλύτερη από μία ενδεχόμενη σημαντική αύξηση της παραγωγής ή αντίστοιχη μείωση της κατανάλωσης» παρατηρούσε πρόσφατα ανώτατο στέλεχος του OPEC στη Βιέννη. Αυτός είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους το γνωστό πετρελαϊκό καρτέλ δεν προτίθεται να μειώσει άμεσα την παραγωγή του. Σύμφωνα με την έκθεση Δεκεμβρίου του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (ΙΕΑ), η παγκόσμια ζήτηση για αργό το 2005 αναμένεται να διαμορφωθεί στα 83,4 εκ. βαρ/ημέρα σε σύγκριση με το 2004 όπου έφθασε τα 82,2 εκ. βαρ/ημέρα, σημειώνοντας σημαντική επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης σε σύγκριση με τη ζήτηση 2003/2004. Όμως οι προβλέψεις για το 2006 είναι ότι η ζήτηση θα αυξηθεί κατά 1.5 – 1.6 εκ. βαρ/ημέρα για να διαμορφωθεί τελικά στα 1.8 – 2.0 εκ. βαρ/ημέρα την περίοδο 2007 – 2010 όπερ μεθερμηνευόμενο σημαίνει ότι οι διεθνείς τιμές θα κρατηθούν στα σημερινά επίπεδα με προοπτική περαιτέρω αύξησης, παρά μείωσης. Η παγκόσμια προσφορά αργού για το δ’ τρίμηνο του 2005 διαμορφώθηκε στα 84.6 εκ. βαρ/ημέρα, δηλαδή σε ιστορικά υψηλό επίπεδο. Η παραγωγή αργού του OPEC, συμπεριλαμβανομένου και των NIGL’S, διαμορφώθηκε στα 34.4 εκ. βαρ. (δηλ. 40% της παγκόσμιας παραγωγής), ενώ η παραγωγή από χώρες εκτός OPEC (πχ Ρωσία, Κασπία, Βόρειος Θάλασσα, ΗΠΑ, Καναδάς κλπ) έφθασε στα 50.2 εκ. βαρ/ημέρα. Όσον αφορά στον OPEC, εξακολουθεί να υπάρχει ανησυχία για την αδυναμία ύπαρξης αυξημένης εφεδρείας (spare capacity) πέρα του σημερινού επιπέδου των 1.5 – 2.0 εκ. βαρ/ημέρα, ενώ η παραγωγή του Ιράκ εξακολουθεί να κινείται καθημερινά στο 1.7 εκ. βαρέλια την ημέρα, σημαντικά μικρότερη από την παραγωγή προ του 2003. Απεναντίας πιο αισιόδοξη εμφανίζεται η παραγωγή από χώρες εκτός OPEC, όπου οι διαγραφόμενες προοπτικές για επιπλέον παραγωγή εντός του 2006 είναι σαφώς καλύτερες. Η Κίνα Η Κίνα, η οικονομία της οποίας αναπτύσσεται με ιλιγγιώδεις ρυθμούς (9.3% το 2006 από 8% το 2005), και η δίψα της για ενέργεια θα παίξουν καθοριστικό ρόλο τόσο στην διαμόρφωση των τιμών του πετρελαίου όσο και στο διεθνές παιχνίδι για δύναμη και επιρροή. Από τη μία πλευρά η ανάδειξη της ως επενδυτικού πόλου (ήδη το Κουβέιτ προχωρεί σε επένδυση κατασκευής διυλιστηρίου αξίας 5 δισεκ. δολαρίων στο Guangdong) ιδίως στον τομέα της διύλισης, όπου παρατηρείται έλλειμμα παραγωγικής ικανότητας σε παγκόσμιο επίπεδο, και αφετέρου η οργανωμένη προσπάθεια της για εξασφάλιση κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στη Μέση Ανατολή και Αφρική την καθιστούν παράγοντα κλειδί στη διεθνή γεωπολιτική σκακιέρα. Στον τομέα του πετρελαίου αναβαθμισμένο ρόλο αναμένεται να παίξουν πλέον και τα διυλιστήρια αφού η επέκταση της διυλιστικής ικανότητας παγκοσμίως φαίνεται να αποτελεί προτεραιότητα πλέον για τις μεγάλες εταιρείες πετρελαίου δεδομένης της μεγάλης στενότητας που παρατηρείται για την παραγωγή προϊόντων με συγκεκριμένες περιβαλλοντικές προδιαγραφές. Η αυξημένη ζήτηση προϊόντων εγγυάται πλέον ικανοποιητικά περιθώρια διύλισης, εξ’ ου και το επενδυτικό ενδιαφέρον, κάτι που δεν ίσχυε την τελευταία δεκαετία. Έτσι μέσα στο 2006 αναμένεται ότι θα ξεκινήσει η υλοποίηση αρκετών νέων επενδύσεων στο διυλιστικό τομέα, μηδέ των δικών μας ΕΛΠΕ εξαιρουμένων. Ηλεκτρισμός Στον τομέα του ηλεκτρισμού σημαντικές είναι οι εξελίξεις στις ΗΠΑ, όπου έχει ήδη ξεκινήσει κύμα αγορών και συγχωνεύσεων μεταξύ των εταιρειών παραγωγής και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας μετά την ψήφιση από το Κογκρέσο το περασμένο καλοκαίρι σχετικής νομοθεσίας με την οποία επιτρέπονται τα inter – state deals. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η ανακοίνωση για την εξαγορά στις 19 Δεκεμβρίου της Constellation Energy Group από την Florida Power – Light Co, έναντι του ποσού των 11.0 δισεκ. δολαρίων. Η νέα εταιρεία που θα προκύψει θα ονομασθεί Constellation Energy και θα έχει κεντρικά γραφεία στο Juno Beach στην Φλόριντα και στη Βαλτιμόρη. Η συγκεκριμένη συγχώνευση αναμένεται ότι θα έχει θετικό αντίκτυπο στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από άνθρακα και πυρηνική ενέργεια, που παράγουν ήδη το 50% της ηλεκτρικής ενέργειας της Constellation. Η νέα εταιρεία έχει δεσμευτεί να αναπτύξει περαιτέρω τις δύο αυτές πηγές ενέργειας εις βάρος του φυσικού αερίου λόγω της ακριβής και κυρίως απρόβλεπτης πλέον τιμής του στην Β. Αμερική. Το deal της Constellation θεωρείται ενδεικτικό του τι πρόκειται να ακολουθήσει το 2006 όπου όμως, σύμφωνα με αναλυτές, θα υπάρξουν αρκετές συγχωνεύσεις στον ηλεκτρικό τομέα των ΗΠΑ δημιουργώντας έτσι εταιρείες μεγαθήρια. Αναπόφευκτα θα δημιουργηθούν υπεραξίες οι οποίες σύμφωνα με τους ίδιους αναλυτές θα βρουν διέξοδο στα διεθνή χρηματιστήρια και κυρίως στις υπό αναμόρφωση Ευρωπαϊκές αγορές ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου. Έτσι δεν αποκλείεται να δούμε επάνοδο των Αμερικανικών εταιρειών στην Ευρώπη μέσα στους επόμενους μήνες οι οποίες θα θελήσουν να λάβουν θέσεις στο Ευρωπαϊκό ενεργειακό τοπίο αγοράζοντας ποσοστά εισηγμένων ημι – κρατικών ηλεκτρικών εταιρειών σε χαμηλές σχετικά τιμές (πχ ΔΕΗ, EDF, ENDESSA) Πυρηνική Ενέργεια Με τις τιμές πετρελαίου και φυσικού αερίου να έχουν ξεπεράσει κάθε πρόβλεψη και με τους περιορισμούς στις εκπομπές αερίων ρύπων λόγω Κιότο να επιβαρύνουν επιπλέον την παραγωγή ηλεκτρισμού, το ενδιαφέρον των μεγάλων εταιρειών ηλεκτρισμού σε ΗΠΑ, Ευρώπη και Ασία στρέφεται πάλι στην πυρηνική ενέργεια. Νέες γενιές αντιδραστήρων υπόσχονται οικονομικά ανταγωνιστική παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από πυρηνική σχάση. Οι ανακοινώσεις και τα σχέδια για την κατασκευή νέων πυρηνικών αντιδραστήρων για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας πυκνώνουν το τελευταίο διάστημα όλο και περισσότερο. Η Κίνα, η Ινδία, η Τουρκία, η Φιλανδία, η Βουλγαρία είναι λίγες από τις χώρες που προχωρούν σταθερά στη δημιουργία νέων πυρηνικών προγραμμάτων, ενώ η Μ. Βρετανία επανεξετάζει την πολιτική της σε αυτόν τον τομέα με προοπτική να αποφασίσει εντός του 2006 να προχωρήσει σε εκτεταμένο κατασκευαστικό πρόγραμμα νέου τύπου αντιδραστήρων. Μία τελευταία ανακοίνωση της Hitachi Corporation από την Ιαπωνία έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Σύμφωνα με την ανακοίνωση, η Hitachi πρόκειται να συμπράξει με την General Electric Co., την Toshiba Corp.και τη Shimizu Corp. με στόχο την εξασφάλιση συμβολαίων που θα επιτρέψουν τη δημιουργία ενεργειακών αντιδραστήρων νέου τύπου και νέας γενιάς και χαμηλού κόστους σε παγκόσμια κλίμακα. Σύμφωνα με δηλώσεις εκπροσώπου της G.E «το κατασκευαστικό κόστος για έναν αντιδραστήρα ESBWR μπορεί να μειωθεί κατά 15% σε σύγκριση με έναν συνήθη αντιδραστήρα με υδρολέβητα και το κόστος λειτουργίας για τη λειτουργία αντιδραστήρα και τη συντήρησή του μπορεί να μειωθεί κατά 25%». Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) Σημαντική αναμένεται όμως να είναι και η προώθηση των ΑΠΕ εντός του 2006 όπου, σύμφωνα με εκτιμήσεις αναλυτών, η συνολική εγκατεστημένη ισχύς αιολικών μονάδων πρόκειται να ξεπεράσει τα 65.000 MW παγκοσμίως. (Για λόγους σύγκρισης να σημειώσουμε ότι η συνολική εγκατεστημένη ισχύς της Ελλάδος δια της βίας φθάνει τα 11.000 MW). Εξ’ ίσου ενθαρρυντικές είναι και οι προβλέψεις για την αγορά φωτοβολταϊκών όπου η συνολική εγκατεστημένη ισχύς σήμερα φθάνει τα 3.500 MW διεθνώς ενώ μέσα στο 2006 πρόκειται να προστεθούν τουλάχιστον άλλα 1.200 MW, δηλαδή όσο ένας μεγάλος πυρηνικός ηλεκτροπαραγωγικός σταθμός. Όμως εκεί που αναμένεται πραγματική επανάσταση είναι ο τομέας της βιομάζας και πιο συγκεκριμένα των βιοκαυσίμων, τα οποία προωθούνται πλέον και από τις μεγάλες εταιρείες πετρελαιοειδών για πρόσμιξη με συμβατικά καύσιμα.