Του Αθ. Χ. Παπανδρόπουλου
Μετακομίζοντας η κυρία Ντόρα Μπακογιάννη από τον Δήμο Αθηναίων στο υπουργείο Εξωτερικών, αφήνει στον διάδοχό της βαρειά κληρονομιά. Αυτήν των σκουπιδιών της Αθήνας. Πρόκειται για ένα καυτό και ταυτοχρόνως δραματικό πρόβλημα, το οποίο, χωρίς καμία αμφιβολία, θα υποβαθμίσει έτι περαιτέρω την ζωή στο Λεκανοπέδιο. Υπενθυμίζουμε ότι πριν λίγες ημέρες η διοίκηση του Ενιαίου Συνδέσμου Δήμων και Κοινοτήτων Νομού Αττικής (ΕΣΔΚΝΑ) έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου, τονίζοντας ότι η χωματερή των Άνω Λιοσίων –η μοναδική σήμερα στην Αττική– δεν έχει «ζωή» παρά για έναν ακόμη μήνα. Την ίδια ώρα, λόγω των αντιδράσεων των φορέων και των κατοίκων της Δυτικής Αττικής, δεν έχουν ακόμη ξεκινήσει τα έργα για το αποκαλούμενο ενδιάμεσο κύτταρο, δηλαδή την προσωρινή χωματερή στην Φυλή, η οποία θα λειτουργήσει μέχρι να δημιουργηθεί ο νέος Χώρος Υγειονομικής Ταφής Απορριμμάτων (ΧΥΤΑ), στην ίδια περιοχή. Ωστόσο, όπως επισημάνθηκε σε συνέντευξη τύπου του ΕΣΔΚΝΑ για το θέμα, ακόμα και αν τα έργα του ενδιάμεσου κυττάρου ξεκινήσουν σήμερα, χρειάζονται τρεις μήνες για να ολοκληρωθούν. Αυτό σημαίνει ότι, για διάστημα δύο μηνών, τα απορρίμματα θα πρέπει να παραμείνουν στους δρόμους. Μόνη παραχώρηση να οδηγούνται στην χωματερή τα απορρίμματα «ευπαθών» περιοχών –νοσοκομεία, σχολεία, λαϊκές, κλπ. Όπως διεφάνη από την τοποθέτηση του προέδρου του, κ. Γ. Μαστοράκου, το SOS που εκπέμπεται από πλευράς ΕΣΔΚΝΑ έχει αποδέκτες τα συναρμόδια υπουργεία και, κυρίως, το υπουργείο Δημοσίας Τάξεως, το οποίο καλείται να ενεργήσει κατεπειγόντως. Αν αυτό καταστεί δυνατόν, μπορεί να υπάρξει κάποια λύση, διότι θα μπορέσει να υπάρξει δυνατότητα να αρχίσουν στην Φυλή τα έργα της προσωρινής χωματερής η οποία θα αποτελέσει την ενδιάμεση λύση. Όμως, πέρα από τις «ενδιάμεσες λύσεις», είναι πλέον καιρός κάποιοι υπεύθυνοι να ασχοληθούν σοβαρά και έγκυρα με την πόλη–έκτρωμα που ονομάζεται Αθήνα και με την περιοχή της Αττικής, η οποία επίσης υποβαθμίζεται ραγδαίως. Με 16.000 αυθαίρετα ετησίως, χωρίς κτηματολόγιο, με πολίτες οι οποίοι δεν σέβονται τον εαυτό τους –άρα ούτε και τους άλλους– και με μία υπερδιεφθαρμένη δημόσια διοίκηση, η Αττική είναι καταδικασμένη. Έτσι, μόνον αγανάκτηση προκαλούν οι γελοίες κορώνες κάποιων «θαυμαστών» του αρχαίου ελληνικού πνεύματος. Όπως έγραφε κάποτε και ο Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος, «δεν μπορείς, δεν έχεις το δικαίωμα από την μια μεριά να διατείνεσαι πως έχεις προσφέρει τον τελειότερο πολιτισμό στους ανθρώπους κι από την άλλη μεριά να δολιεύεσαι τον γείτονα και να φτύνεις κατά πρόσωπο όλων των αξιών, που ο πολιτισμός εκείνος έχει διατυπώσει. Άλλωστε, ο πολιτισμός των αρχαίων ανήκει σ΄ όλους τους ανθρώπους που σέβονται την ανθρωπιά τους, όχι μόνο σ΄ εμάς και ίσως περισσότερο στους άλλους, παρά σ΄ εμάς. Ποια ουσιαστική σχέση μπορεί να έχει με την Αθήνα, με το αθάνατο νόημα της Αττικής, ο άνθρωπος που σπιλώνει το τοπίο, που ασεβεί προς το πνεύμα και που δεν έχει αποκτήσει μήτε τόσο ήθος όσο τού χρειάζεται, για να μην ασχημονεί στον περίγυρό του;». Συνεπώς, το θέμα της μη μετατροπής της Αττικής σε σκουπιδότοπο, εντάσσεται πρωτίστως στην σφαίρα του πολιτισμού. Ο ευαίσθητος στα πολιτισμικά νέος υπουργός Δημοσίας Τάξεως, κ. Βύρων Πολύδωρας, θα μπορέσει κάτι να κάνει προς την σωστή κατεύθυνση; Ίδωμεν. (από την Εστία 27/2/06)