Η κοινοβουλευτική ομάδα του κυβερνώντος κόμματος ΑΚΡ, όπως άλλωστε και κάθε κυβερνώντος κόμματος στον κόσμο, είναι το κατ’ εξοχήν φόρουμ όπου ο ηγέτης δίνει διαβεβαιώσεις συνέχειας και συνέπειας σε διακηρύξεις, δεσμεύσεις και αρχές

Η κοινοβουλευτική ομάδα του κυβερνώντος κόμματος ΑΚΡ, όπως άλλωστε και κάθε κυβερνώντος κόμματος στον κόσμο, είναι το κατ’ εξοχήν φόρουμ όπου ο ηγέτης δίνει διαβεβαιώσεις συνέχειας και συνέπειας σε διακηρύξεις, δεσμεύσεις και αρχές.

Αυτό έκανε χθες στην Αγκυρα ο πρωθυπουργός Νταβούτογλου μιλώντας στους βουλευτές της κυβερνητικής πλειοψηφίας, τους οποίους διαβεβαίωσε ότι η κυβέρνησή του θα εξακολουθεί να αντιτίθεται στην παρουσία της Ρωσίας στη Συρία, καθώς και ότι δεν πρόκειται να αποκαταστήσει τις σχέσεις με το Ισραήλ αν δεν υπάρξει επίσημη συγγνώμη και αποζημίωση για την επίθεση στο Μαβί Μαρμαρά τον Ιούνιο του 2010 αλλά και άρση του αποκλεισμού της Γάζας.

Ολα τα παραπάνω, σε μιά στιγμή που η Μόσχα έχει στην ουσία απαγορεύσει και την παραμικρή επιχειρησιακή εμπλοκή της Άγκυρας στη Συρία, ενώ η κίνηση αντιπερισπασμού που επεχείρησαν οι Ερντογάν- Νταβούτογλου στη Μοσούλη προκάλεσε διεθνή κατακραυγή.

Εδώ εντοπίζεται και το ενδιαφέρον των σκληρών τοποθετήσεων του Τούρκου πρωθυπουργού στην κοινοβουλευτική ομάδα του ΑΚΡ: Η αλληλεγγύη προς τους Σουνίτες Μουσουλμάνους της Συρίας αλλά και προς τη Χαμάς στη Γάζα και κατ’ επέκτασιν και προς την Μουσουλμανική Αδελφότητα του Μόρσι στην Αίγυπτο, δεν είναι μόνον εργαλείο περιφερειακής επιρροής, αλλά και συνιστώσα μιας ρητορικής που απευθύνεται σε εσωτερικό ακροατήριο, μια ρητορική πιο εύκολη από οποιαδήποτε προσπάθεια ισλαμοποίησης που προκαλεί κοινωνική αναταραχή και θα μπορούσε να υπονομεύσει το «Σύμφωνο Συμβίωσης» του Ερντογάν με τη στρατιωτική ηγεσία.

Με άλλα λόγια, η Τουρκία μπορεί να εξαναγκασθεί να τερματίσει κάθε εμπλοκή στη Συρία και στο Ιράκ, αλλά αδυνατεί να αναπροσαρμόσει πλήρως μια ρητορική ισλαμικής αλληλεγγύης που για μεγάλο τμήμα των ψηφοφόρων του ΑΚΡ δίνει και θα δίνει στον Ερντογάν την αίγλη Σουλτάνου και Χαλίφη.

Ο συνδυασμός των παραπάνω είναι συνταγή πλήρους απομόνωσης και εσωστρέφειας σε μιά στιγμή που η Αγκυρα έχει ανοικτά μέτωπα με τη Δαμασκό, τη Βαγδάτη, το Τελ Αβίβ, το Κάιρο, το Ριάντ, την Τεχεράνη και τη Μόσχα και διατηρεί μια εύθραυστη επίφαση συμμαχικής συνεργασίας με την Ουάσιγκτον, η οποία στην πράξη την νουθετεί προς την κατεύθυνση απεμπλοκής από τη Συρία και το Ιράκ.

Το γυαλί έχει ραγίσει, με άλλα λόγια, και μετά το ναυάγιο της φιλόδοξης πολιτικής του στρατηγικού βάθους στην Ευρύτερη Μέση Ανατολή η Αγκυρα δεν μπορεί να κάνει μεταβολή και να επανέλθει στην παλιά της θέση και ρόλο ως προνομιακού περιφερειακού συμμάχου των ΗΠΑ και του Ισραήλ αλλά και της Ε.Ε. μέσω μιας Ειδικής Σχέσης.

Άλλωστε στη Σύνοδο Κορυφής την προηγούμενη βδομάδα το Βερολίνο αλλά και οι Βρυξέλλες διαμήνυσαν ότι πέραν της ρητορικής δεν έχουν δει στην πράξη καμιά έμπρακτη επιβεβαίωση της υπόσχεσής της να ελέγξει τις προσφυγικές ροές.

Με τη Ρωσία, με την ανοχή - συνενοχή των ΗΠΑ να απαγορεύουν κάθε ρόλο και ανάμειξη της Άγκυρας στη Συρία και τους Ερντογάν-Νταβούτογλου να μη θέλουν και να μην μπορούν να ανταποκριθούν στη πίεση της Ε.Ε. για έλεγχο της τουρκοσυριακής μεθορίου, ο μόνος ρόλος που απομένει στην τουρκική διπλωματία είναι η δημιουργία παρενοχλήσεων σε μιά συνολική δυναμική περιφερειακών ανακατατάξεων την οποία δεν μπορεί να επηρεάσει.

Ετσι από τους τρεις δυσαρεστημένους για τη στρατηγική στροφή της Ουάσιγκτον στη Μέση Ανατολή τα δύο τελευταία χρόνια -οι άλλοι δύο είναι το Ισραήλ και η Σαουδική Αραβία- προβάλλει σαν η πιο απροσάρμοστη για λόγους εσωτερικών πολιτικών σκοπιμοτήτων.

Πρόκειται για συνέχεια και όχι τομή, καθώς η στρατηγική συμμαχία του Κεμαλικού Κατεστημένου στο πρόσφατο παρελθόν με την Ουάσιγκτον και το Τελ-Αβίβ υπηρετούσε και αυτή την εσωτερική σκοπιμότητα της αναζήτησης διεθνών ερεισμάτων κατά του Πολιτικού ισλάμ.

(από την εφημερίδα "ΗΜΕΡΗΣΙΑ", 23/12/2015)