Του Β.Α. Κόκκινου
Ο πρώην Πρόεδρος της Δημοκρατίας προτείνει την επίλυση των ελληνοτουρκικών διαφορών με προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Δέχεται δε περιέργως να παραπεμφθεί και το θέμα της αποστρατικοποιήσεως των νήσων του Αιγαίου. Αν και καμμία κυβέρνηση ως σήμερα δεν δέχθηκε αυτή. Ανεξήγητη πρόταση και σε εντελώς απρόσφορο χρόνο. Λίγες ημέρες μετά την κατάρριψη του ελληνικού πολεμικού αεροσκάφους από ένα τουρκικό, σε ελληνικό εναέριο χώρο, με συνέπεια τον θάνατο του Ελληνα πιλότου. Ομως, για να υπάρξει δικαιοδοσία του άνω Δικαστηρίου πρέπει να προηγηθεί συμφωνία (συνυποσχετικό) μεταξύ των δύο χωρών, τόσο για τον ακριβή προσδιορισμό των παραπεμπομένων θεμάτων, όσο και για τον ορισμό του εφαρμοστέου δικαίου. Διότι το Δίκαιο της Θαλάσσης, που προβλέπει δυνατότητα επεκτάσεως των χωρικών υδάτων στα 12 μίλια, απορρέει από διεθνή σύμβαση, την οποία δεν έχει υπογράψει η Τουρκία και άρα δεν δεσμεύεται από αυτή. Επομένως η τελευταία πιθανολογείται, ότι θα ζητήσει την επίλυση των διαφορών κατά κρίση αγαθού ανδρός, ήτοι κατά το λεγόμενο Δίκαιο της Επιεικείας. Οπότε όμως θα ισχυρισθεί ασφαλώς πως έχει ακτές από τον Ελλήσποντο έως τη Μεσοποταμία και δεν είναι δυνατόν να μη έχει και ανάλογη θαλάσσια έκταση ως χωρικά ύδατα. Και μάλιστα όταν η Ελλάδα, με τη Συμφωνία της Μαδρίτης της ανεγνώρισε πανηγυρικώς «ζωτικά εθνικά συμφέροντα στο Αιγαίο»! Τα μέλη του Δικαστηρίου της Χάγης δεν είναι ημίθεοι. Είναι φυσικό να επηρεάζονται από τις Μεγάλες Δυνάμεις και ιδιαιτέρως τις ΗΠΑ, αν αντισταθούν στις μεθόδους επηρεασμού, που πατροπαράδοτα γνωρίζει να εφαρμόζει η Αγκυρα. Οι ΗΠΑ όμως, αν ήθελαν να μας βοηθήσουν, θα το είχαν πράξει. Αντιθέτως βοήθησαν την Τουρκία να καταλάβει τη Βόρεια Κύπρο και δεν αντέδρασαν στην εξαγγελία του casus belli, στην περίπτωση εφαρμογής από την Ελλάδα του Διεθνούς Δικαίου της Θαλάσσης. Πέραν τούτων όμως, πώς προσφερόμεθα να απεκδυθούμε του δικαιώματος να οργανώσουμε στοιχειωδώς την άμυνα των νήσων του Αιγαίου, όταν η Τουρκία διατηρεί στα παράλια της Ασίας τη στρατιά του Αιγαίου με 1.500 αποβατικά πλοία και πολλές χιλιάδες άλλα εφεδρικά, τα οποία χρησιμοποιεί στις ασκήσεις αποβάσεως; Η Συνθήκη της Λωζάννης ομιλεί για μειωμένη στρατιωτική παρουσία μόνο σε τέσσερεις νήσους (Λέσβο, Χίο, Σάμο και Ικαρία). Προβλέπει όμως παραλλήλως πλήρη απαγόρευση της «στρατιωτικής αεροπλοΐας» της Τουρκίας πάνω από τις νήσους αυτές. Τηρούν την απαγόρευση αυτή σήμερα οι Τούρκοι; Η πολιτική των υποχωρήσεων, των προσωπικών φιλικών ανοιγμάτων, της υποβαθμίσεως του casus belli και της χωρίς όρους υποστηρίξεως της λεγομένης "ευρωπαϊκής προοπτικής της Τουρκίας" απέτυχε παταγωδώς. Οι Τούρκοι παραμένουν κακόπιστοι, κρυψίνοες και αδηφάγοι Ασιάτες. Οσο κατάφεραν οι Βυζαντινοί να τους αποτρέψουν με υποχωρήσεις και παροχές, άλλο τόσο θα καταφέρουμε και εμείς να μας συμπεριφέρονται ως σύγχρονοι Ευρωπαίοι γείτονες. Και βέβαια σήμερα οι Τούρκοι δεν έχουν συμμάχους "Νοταράδες" και "φανατικούς ανθενωτικούς κληρικούς". Εχουν όμως αμέτρητους ακούσιους υποστηρικτές των σχεδίων τους "προοδευτικούς" Ελληνες. Αυτούς που διακηρύσσουν ότι το Αιγαίο είναι για τα "ψαράκια" και διαπομπεύουν συστηματικώς κάθε σκέψη προασπίσεως των εθνικών δικαίων μας. Αλλά είτε το θέλουμε, είτε όχι, η μόνη γλώσσα που κατανοούν οι γείτονές μας είναι η γλώσσα της ισχύος. Οσο γρηγορώτερα το αντιληφθούμε τόσο το καλύτερο. Για την ισχύ όμως δεν απαιτούνται μόνον άνδρες και όπλα, αλλά και ακλόνητο πατριωτικό φρόνημα. Και εναντίον του τελευταίου βάλλουν λυσσωδώς οι προπαγανδιστές των κρατικών ΜΜΕ τους οποίους έχει προωθήσει η ανωριμότητα των κυβερνητικών αρμοδίων. Οσο για τα όπλα προτιμούμε να δαπανούμε 9 και 10 δισεκατομμύρια ευρώ για ελάχιστες μέρες των Ολυμπιακών Αγώνων, ενώ με το ήμισυ μόνον των δαπανηθέντων χρημάτων θα μπορούσαμε να αποκτήσουμε τουλάχιστον 150 αεροπλάνα τελευταίας γενεάς! (Εστία, 02/06/2006)