Του Σεραφείμ Κωνσταντινίδη
Η τιμή του πετρελαίου είναι χρηματιστηριακή και κυμαίνεται διεθνώς, υποστηρίζουν οι συμπαθείς, κατά τα άλλα, βενζινοπώλες. Είναι ένα από τα συνηθισμένα ψεύδη που εκτοξεύουν οι άνθρωποι όταν πρόκειται να... κερδίσουν χρήματα. Η αλήθεια είναι ότι η τιμή του αργού πετρελαίου διαμορφώνεται στα διεθνή χρηματιστήρια εμπορευμάτων, αλλά οι πρατηριούχοι δεν είναι επενδυτές στο Λονδίνο! Αγοράζουν ένα προϊόν σε συγκεκριμένη τιμή και οφείλουν να το πωλήσουν σε υψηλότερη, που περιλαμβάνει και το μεικτό κέρδος τους. Δεν δικαιούνται να ενσωματώνουν στην τιμή πώλησης καυσίμων την προσδοκία ανατίμησης του προϊόντος διεθνώς, όπως άλλωστε δεν ρίχνουν προκαταβολικώς τις τιμές όταν η εκτίμηση διεθνώς είναι ότι θα πέσουν. Βέβαια η μπουρδολογία των πρατηριούχων δεν πρέπει να προκαλεί εντύπωση όταν δύο από τις μεγαλύτερες εταιρείες εμπορίας καυσίμων στη χώρα (και διεθνώς) η ΒΡ και η Shell κατηγορούνται από την Επιτροπή Ανταγωνισμού για εναρμόνιση τιμών. Απειλούνται με πρόστιμο πάνω από 50 εκατ. ευρώ η καθεμία, επειδή με την πολιτική εκπτώσεων προς τα πρατήρια συμφωνούσαν από κοινού τις τιμές καυσίμων. Η εναρμονισμένη πρακτική εκπτώσεων διαμόρφωνε ουσιαστικά τις τιμές, ιδιαίτερα σε γεωγραφικά διαμερίσματα όπου οι δύο εταιρείες έχουν υψηλό μερίδιο αγοράς. Από τη συνεργασία αυτή είναι βέβαιον ότι δεν θα μπορούσε να προκύψει τίποτα καλό για τους καταναλωτές. Άλλωστε όλοι γνωρίζουμε τη διακύμανση των τιμών στα καύσιμα. Μειώνονται πολύ αργά όταν διεθνώς κατρακυλούν, αφού πέφτουν με τη χάρη φτερού, και αυξάνονται ραγδαία, με πυραυλική ταχύτητα, όταν η τάση είναι ανοδική. Είναι άγνωστο αν από την πρακτική αυτή ωφελούνται κυρίως τα διυλιστήρια ή οι εταιρείες εμπορίας, οι ιδιοκτήτες βυτίων ή τα πρατήρια. Το πιθανότερο είναι ότι ωφελούνται όλοι και είναι αδιάφορο ποιος ωφελείται περισσότερο. Σίγουρα βλάπτεται ο καταναλωτής και η ελληνική οικονομία συνολικά. Ωστόσο, τα καύσιμα έχουν χαμηλότερη τιμή στην Ελλάδα από τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, επισημαίνουν κάποιοι. Το παιχνίδι περιορισμού του ανταγωνισμού διευκολύνεται από τη χαμηλή φορολογία καυσίμων. Το ελληνικό κράτος έχει συνήθως το υψηλότερο δημοσιονομικό έλλειμμα στην Ευρώπη, αλλά διατηρεί χαμηλά τη σίγουρη πηγή εσόδων, τον φόρο στα καύσιμα, για να διαμορφώνει χαμηλό πληθωρισμό. Τελικά, χαμηλό πληθωρισμό δεν έχουμε, ενώ τα έσοδα που θα μπορούσε να εισπράττει το Δημόσιο προσφέρουν επιπλέον περιθώριο άνετης κερδοφορίας στον κλάδο. Ευτυχώς η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μας υποχρεώνει να αυξήσουμε τη φορολογία τα ερχόμενα χρόνια. Ίσως με τη φορολογία σε κανονικά επίπεδα περιοριστεί και η δυνατότητα αισχροκέρδειας στα καύσιμα, η οποία σήμερα επιδοτείται έμμεσα από το Δημόσιο. (Καθημερινή, 19/7/06)