Η μεγαλύτερη εξαγωγός χώρα στην Κίνα γίνεται σημείο αναφοράς για τους επενδυτές και τους πετρελαϊκούς κολοσσούς του κόσμου Αν η Νιγηρία, όγδοη μεγαλύτερη πετρελαιοεξαγωγός χώρα του κόσμου και υπ’ αριθμόν 1 στην υποσαχάρια Αφρική, εξακολουθεί από τις αρχές του έτους να συμβάλλει και εκείνη στην εκτίναξη των τιμών του μαύρου χρυσού στις διεθνείς αγορές, ενισχύοντας με τον δικό της τρόπο την αβεβαιότητα για την ενεργειακή ασφάλεια, μια άλλη χώρα στην ίδια περιφέρεια φαίνεται πως ετοιμάζεται να γίνει σημείο αναφοράς, όχι μόνο για τους επενδυτές, αλλά και για τους πετρελαϊκούς κολοσσούς όλου του κόσμου. Με κύριο «χαρτί» την αποκατάσταση της πολιτικής σταθερότητας, η Ανγκόλα εγείρει φιλοδοξίες για ενίσχυση της παραγωγής αργού της από τα σημερινά επίπεδα του 1,4 εκατ. βαρελιών ημερησίως, στα 2 εκατομμύρια ώς το 2008. Και οι αναλυτές εκφράζουν αισιοδοξία ότι η δεύτερη μεγαλύτερη πετρελαιοπαραγωγός χώρα της περιφέρειας όχι μόνο θα εκπληρώσει αλλά «ίσως και να υπερβεί αυτό τον στόχο της», εφόσον «δεν αντιμετωπίζει πλέον κανένα πρόβλημα και τα προγράμματά της έχουν ήδη δρομολογηθεί». Στη Νιγηρία, περισσότερο από το 25% της παραγωγής αργού, η οποία φυσιολογικά ανέρχεται στα 2,5 εκατ. βαρέλια ημερησίως, έχει διακοπεί από τον Φεβρουάριο, καθώς οι επιθέσεις ενόπλων στις πετρελαϊκές εγκαταστάσεις της, με αίτημα την ανάκτηση του ελέγχου των εσόδων από την ίδια τη χώρα, λειτουργεί ανασταλτικά για τους πολυεθνικούς κολοσσούς που δραστηριοποιούνται εκεί. Αντίθετα, η Ανγκόλα έχει στη διάθεσή της επαρκέστατους πόρους προκειμένου να κάμψει κάθε απόπειρα εξέγερσης, με τον στρατό της που θεωρείται από τους ισχυρότερους στην Αφρική. Μόλις αυτή την εβδομάδα, η κυβέρνηση της Ανγκόλας υπέγραψε συμφωνία με το Απελευθερωτικό Μέτωπο του Θυλάκου της Καμπίντα (FLEC), οργάνωση που μάχεται για την ανεξαρτησία της χώρας από το 1963, για την εκχώρηση ειδικού καθεστώτος στην ανήσυχη, πλούσια σε πετρέλαιο παράκτια επαρχία. Η συμφωνία αυτή κρίνεται από τους αναλυτές επισφαλής. Ωστόσο, στην Καμπίντα είναι που ξεκινούν σήμερα οι πρώτες παράκτιες έρευνες για πετρέλαιο στη χώρα τα τελευταία 30 χρόνια. Ελπίδες για συμμετοχή στις εργασίες εντός εξαμήνου εκφράζει η αυστραλιανή Roc Oil, η οποία χαρακτηρίζει «φυσιολογικό» το κλίμα στην Ανγκόλα. Σε υπεράκτιο επίπεδο, όπου πραγματοποιείται το μεγαλύτερο μέρος της πετρελαϊκής δραστηριότητας, η ιρλανδική Tullow Oil αναμένεται αυτό τον μήνα να ενώσει τις δυνάμεις της με την κρατική Sonangol της Ανγκόλας για την από κοινού διεξαγωγή ερευνών. Οσο για τον αμερικανικό κολοσσό ExxonMobil, επιδιώκει την αύξηση της εκεί παραγωγής του κατά 1,3 εκατ. βαρέλια ισοδύναμα πετρελαίου έως το 2010, με οκτώ νέα προγράμματα, μεταξύ των οποίων εργοστάσιο υγροποιημένου φυσικού αερίου. Και η Ανγκόλα αποτελεί το σημαντικότερο «νέο σύνορο» για την παραγωγή και τα αποθέματα της επίσης αμερικανικής Chevron, καθώς και των ευρωπαϊκών ΒΡ, Total και Eni. Η παραγωγή της Ανγκόλας αυξήθηκε κατά 80% την περασμένη δεκαετία, καθιστώντας τη μια από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες πετρελαιοπαραγωγούς χώρες του πλανήτη. Τον Φεβρουάριο, κατέστη η υπ’ αριθμόν 1 εξαγωγός πετρελαίου στην Κίνα, της οποίας η ακόρεστη δίψα για ενέργεια την έκανε να στραφεί στην Αφρική για την κάλυψη των αναγκών της. Μόλις τους δύο πρώτους μήνες του 2006, η Ανγκόλα εξήγαγε 456.000 βαρέλια ημερησίως στην Κίνα, ποσότητα που υπερέβη τις πωλήσεις ακόμα και της Σαουδικής Αραβίας και του Ιράν –των δυο μεγαλύτερων μελών του ΟΠΕΚ– στην ασιατική χώρα. Και από κοινού με το Σουδάν, είναι υποψήφιο μέλος του ΟΠΕΚ, ο οποίος για πρώτη φορά έπειτα από 30 χρόνια εξετάζει τη διεύρυνσή του. Οπως υπολογίζεται, η παραγωγή Ανγκόλας και Σουδάν θα συμβάλει ώστε η προσφορά πετρελαίου του καρτέλ στις διεθνείς αγορές να αυξηθεί από το σημερινό 41% σε 43%. Μια τέτοια εξέλιξη θα λειτουργούσε καθησυχαστικά στους διεθνείς φόβους περί ενεργειακής ασφάλειας. Ακόμα και χωρίς τις παράκτιες έρευνες, ο βυθός της Ανγκόλας έχει ζωτική σημασία για έναν κόσμο που –νιώθει ότι– απειλείται διαρκώς με ελλείψεις στην προσφορά ενέργειας. Σήμερα, η παραγωγή συρρικνώνεται σε 33 από τις 48 μεγαλύτερες πετρελαιοπαραγωγούς χώρες, μεταξύ των οποίων οι ΗΠΑ και η Βρετανία. Το Ιράν και η Ρωσία περιορίζουν την πρόσβαση των δυτικών στα μεγαλύτερα ενεργειακά κοιτάσματα του κόσμου. Η Βενεζουέλα αυξάνει τους φόρους ώς και κατά 50% για τους δυτικούς παραγωγούς, ενώ η Βολιβία ανακτά τον έλεγχο των πηγών φυσικού αερίου της, με ό,τι μπορεί αυτό να συνεπάγεται για την παρουσία ξένων στη χώρα. Και αν στην Ανγκόλα το 70% του πληθυσμού των 12 εκατομμυρίων ατόμων ζει κάτω από το όριο της φτώχειας, με λιγότερο από ένα δολάριο την ημέρα, αυτό δεν την εμποδίζει να αναδύεται ως κύρια εναλλακτική λύση, έστω και αν το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ζητεί μεγαλύτερη διαφάνεια και απαντήσεις για το πού διοχετεύθηκαν τα 10 δισ. δολάρια που αποκόμισε η χώρα πέρυσι από πετρελαϊκές πωλήσεις. (ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 5/8/06)