του Α.Δ. Παπαγιαννίδη
Ήλθε πρώτος ο Γιώργος Παπανδρέου να εξηγήσει ότι αυτός θα έθετε βέτο στην προώθηση της ενταξιακής πορείας της Τουρκίας το φθινόπωρο, όπου οι Βρυξέλλες θα τα ξανασυζητήσουν αυτά. Ακολούθησε η Ντόρα Μπακογιάννη, μιλώντας για εναλλακτική προσέγγιση της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής αν οι ευρωτουρκικές σχέσεις τελικά εκτροχιασθούν. Ανατρίχιασαν οι πιστοί εκσυγχρονιστές με τη στάση ΓΑΠ, έτριβαν τα μάτια τους οι πρέσβεις που άκουγαν – στο πλαίσιο γενικού jamboree του ΥΠΕΞ – την Ντόρα να υπαινίσσεται ειδική σχέση αντί ένταξης για την Άγκυρα. Και οι ξένες πρεσβείες βγήκαν στην γύρα, να καταλάβουν ποια θα είναι, αληθινά, η νέα θέση της Ελλάδας… Ζήσαμε, βλέπετε, χρόνια τον άκριτο εναγκαλισμό με την άνευ όρων ελληνική υποστήριξη προς την ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας. Βέβαια, εδώ και κάποιους μήνες, το στερεότυπο ψαλμούδιασμα «η Ελλάδα στηρίζει» απέκτησε συνοδευτική την επισήμανση ότι υπάρχουν αυτονόητοι όροι που η Άγκυρα «οφείλει να τηρήσει»: πρόκειται για τα γενικής λήψεως κριτήρια της Κοπεγχάγης, συν μια δειλή επιμονή στις «σχέσεις καλής γειτονίας», συν κάποιες αναφορές στο Κυπριακό (σκιές Ελσίνκι, αυτά). Όμως όλα αυτά sotto voce, καθώς η έμφαση δινόταν στη θερμή υποστήριξη του εξευρωπαϊσμού της Τουρκίας, που θα εξημέρωνε / θα πίεζε / θα εξανάγκαζε την Άγκυρα «να φερθεί ευρωπαϊκά και να αφήσει πίσω την επιθετικότητα που τη διακρίνει». Οι πολιτικοί μας είχαν αρχίσει να το βλέπουν το αδιέξοδο. Οι Ευρωπαίοι δεν ήθελαν πλέον την Τουρκία: 48% της ΕΕ-25 θεωρούν αρνητική την προοπτική ένταξης, 39% μόνο τη βλέπουν θετικά. Στη Γερμανία το 69% είναι κατά, στη Γαλλία το 54%. Κυρίως οι ίδιοι οι Τούρκοι έχουν αλλάξει στάση: μόλις ένας στους τρεις δηλώνει σταθερά υπέρ της δικής τους ένταξης. Καθώς όμως οι διαμορφωτές της κοινής μας γνώμης, δηλαδή ο Τύπος και τα τηλεπαράθυρα, είχαμε καταπιεί αμάσητο το στόρι της ελληνοτουρκικής προσέγγισης μέσω Βρυξελλών, άρα ούτε εξοπλισμοί χρειάζονται (μερίσματα ειρήνης, νέα πακέτα Σημίτη κ.ο.κ.) αλλά ούτε και κανείς χρειάζεται να σηκώσει την ευθύνη αποφάσεων εξωτερικής πολιτικής (το πολύ πολύ να τα φορτώσουμε όλα στη Χάγη να ησυχάσουμε), χρειάστηκε πάνω από χρόνος για να αλλάξει πολικότητα το σύστημα! Αλλά όταν ήρθε το Ευρωβαρόμετρο και έδειξε ότι υπερδιπλάσιοι Γιουνάν είμαστε κατά της ένταξης της Τουρκίας, 67% κατά με μόλις 33% υπέρ, τότε ακόμη και οι πιο εθελότυφλοι είδαμε το φως. Ο ΓΑΠ και η Ντόρα ακολούθησαν, δεν προηγήθηκαν…Έχοντας το λευκότερο μητρώο στο μέτωπο του ρεαλισμού εξωτερικής πολιτικής / αντι-εθνικισμού, δύσκολα θα βληθούν.Οπότε η αλλαγή πορείας θα περάσει – περνάει ήδη – πολύ πιο εύκολα. Μια στιγμή όμως! Αλλάξαμε πορεία: ποια όμως είναι η νέα; Ατύπως δίνεται η απάντηση ότι επενδύουμε στην οικονομική πλέον ελληνοτουρκική προσέγγιση, που οι Ευρωπαίοι (και οι Αμερικανοί…) την παρακολουθούν συγκινημένοι. Εθνική / Finansbank, λέει, αγωγός ΔΕΠΑ/Botas κ.ο.κ.: όμως κάτι τέτοια ωριμάζουν αργά, χώρια που ενεργειακοί σχεδιασμοί με την Ελλάδα στην απόληξη μάλλον μονόπλευρες εξαρτήσεις σπέρνουν πλην αν δεν ενταχθούν σε πολύ πολύ ευρύτερα πλαίσια. Επενδύουμε, λέει, και στη «διπλωματία των γαλονιών», με τα κόκκινα τηλέφωνα και την εξαιρετική συνεργασία με Χηνοφώτη / Οζκιόκ (να δούμε τώρα και τον, διάδοχο του τελευταίου, σκληροπυρηνικό Γιασάρ Μπουγιούκανιτ στην Αθήνα…): προσοχή όμως, μην οι πολιτικοί μας πάνε να τους χρησιμοποιήσουν ως άλλοθι! Ή ως βολικά αλεξικέραυνα, οσάκις προκύπτει κρίση. Και η διάσταση Βρυξελλών; Αν δεν είναι πολύ αργά, θα’ ξιζε να δούμε μήπως αντί να «πουλάμε» στην Άγκυρα ένταξη που κανείς δεν δείχνει πια να θέλει, της εκμάθουμε τα οφέλη μιας ειδικής σχέσης…η οποία να μην είναι σε βάρος μας! Πλην, τα μεταξωτά βρακιά θέλουν επιδέξιους χειριστές. (ΤΟ ΒΗΜΑ, 09/08/2006)