Του Κωνσταντίνου Καλλέργη
Ελαφρά αυξημένη το 2005 η κατανάλωση ενέργειας, όλων των μορφών στην Ελλάδα σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα χθες στις Βρυξέλλες η στατιστική υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Eurostat, η οποία καταγράφει και θεαματική μείωσή της, ούτως ή άλλως πολύ περιορισμένης παραγωγής πετρελαίου στη χώρα. Συγκεκριμένα, η κατανάλωση ανήλθε σε 30 εκατομμύρια ισοδύναμων τόνων πετρελαίου (ΙΤΠ: η ποσότητα στερεών, υγρών και αερίων καυσίμων που έχει τη θερμική απόδοση ενός τόνου πετρελαίου ή 41.868 γιγατζάουλ), αύξηση 1,1% σε σχέση με το 2004, ποσότητα που μεταφράζεται σε 2,7 εκατομμύρια ισοδύναμων τόνων κατά κεφαλήν, αρκετά κάτω του ευρωπαϊκού μέσου όρου που ήταν, πάντα το 2005, 3,6 εκατ. τόνοι, προφανώς ως αποτέλεσμα ενεργειακών επιλογών αλλά και κλιματολογικών συνθηκών ή και του επιπέδου εκβιομηχάνισης της κάθε χώρας. Σπάταλοι και οικονόμοι Πρωταθλήτρια στην κατά κεφαλήν κατανάλωση είναι, εκτός από το Λουξεμβούργο (10,1 ΙΤΠ, κυρίως λόγω των πολύ μεγάλων πωλήσεων καυσίμων σε Βέλγους, Γάλλους και Γερμανούς αυτοκινητιστές), η Φινλανδία με 5,2 ΙΤΠ ακολουθούμενη από το Βέλγιο με 5 και την Ολλανδία με 4,9. Στο άλλο άκρο, οι πλέον… οικονόμοι είναι οι Λεττονοί με μόλις 1,5 και οι Πολωνοί, Πορτογάλοι και Λιθουανοί με 2,3 ΙΤΠ. Θα πρέπει να σημειωθεί χάριν συγκρίσεως ότι στις ΗΠΑ η κατά κεφαλήν κατανάλωση είναι διπλάσια της Ευρωπαϊκής (7,8 ΙΤΠ), ενώ υψηλή (4,1) είναι και στην Ιαπωνία. Από την άλλη πλευρά, στην παραγωγή ενέργειας η Ελλάδα καταγράφει μείωση 24,8% για το πετρέλαιο (η συνολική παραγωγή μας δεν υπερβαίνει πια τους 100.000 τόνους) αν και, παραδόξως για το μόνο παραδοσιακό ελληνικό ενεργειακό προϊόν, τον λιγνίτη, δεν υπάρχουν στοιχεία… Μειωμένη παραγωγή Όμως μείωση στην παραγωγή κατεγράφη και στην Ευρώπη συνολικά, με την πετρελαιοπαραγωγή να υποχωρεί, το 2005 έναντι του 2004 κατά 9% και την παραγωγή φυσικού αερίου 5,8% και άνθρακα 5,7%. Μείωση 1,3% κατεγράφη ακόμα και στην πυρηνική ενέργεια. Κατόπιν όλων αυτών, η ενεργειακή εξάρτηση της Ελλάδας ανήλθε το 2005 σε 70,8%, έναντι ευρωπαϊκού μέσου όρου 56,2%, ποσοστό που όμως επηρεάζεται έντονα από τις μεγάλες αλλά σχετικά ολιγάριθμες χώρες με μεγάλη παραγωγή ενέργειας όπως η Βρετανία, η Γαλλία, η Γερμανία, η Πολωνία ή και η Ολλανδία με τη Δανία. Τα υπόλοιπα κράτη, κινούνται, σε ό,τι αφορά την εξάρτησή τους, περίπου στο ίδιο επίπεδο με την Ελλάδα. (Καθημερινή, 22/9/06)