Έντονη ανησυχία επικρατεί στην ελληνική βιομηχανία για τα
προωθούμενα μέτρα στο πλαίσιο της β’ αξιολόγησης σχετικά με την πώληση
λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ. Όπως αναφέρουν παράγοντες της αγοράς σχετικά
με το ενεργειακό μείγμα (συμμετοχή ΑΠΕ κλπ), «προτεραιότητα πρέπει να
δοθεί στους εγχώριους πόρους. Οι λιγνίτες είναι περιουσία της Ελλάδας. Η
ασφάλεια εφοδιασμού είναι αυτή που θα καθορίσει και το ποσοστό
συμμετοχής του λιγνίτη».
Το ενεργειακό κόστος για τη βιομηχανία είναι αρκετά υψηλό και
όπως έχει επισημάνει και η υφυπουργός Βιομηχανίας, κα Τζάκρη, «υπάρχουν
συγκεκριμένες δεσμεύσεις στην φορολογική πολιτική και δεν υπάρχει
δυνατότητα επιλογής».
Οι βιομηχανίες ωστόσο θεωρούν ότι αυτή τη στιγμή πάει να γκρεμιστεί
κάτι που έχουν επιτύχει με πολύ κόπο ως προς την τιμολόγηση του
ανταγωνιστικού κόστους ενέργειας. Η πώληση λιγνιτικών μονάδων πιστεύουν
ότι βάζει στον πάγο την κατασκευή νέων οι οποίες θα αντικαθιστούσαν τις
προς απόσυρση μονάδες ενώ η παραχώρηση του 40% των λιγνιτών βάσει της
μνημονιακής δέσμευση θεωρούν ότι θα δημιουργήσει μια ολιγοπωλιακή αγορά
με αρνητικές συνέπειες για την ανταγωνιστικότητα του κλάδου της
βιομηχανίας.
Εκπρόσωποι της ελληνικής βιομηχανίας, έχουν θέσει σύμφωνα με
πληροφορίες, υπ’ όψιν εκπροσώπων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής το θέμα του
ενεργειακού μείγματος ζητώντας παράλληλα να ενεργοποιηθεί και ο οικιακός
τομέας στη συμμετοχή της ευέλικτης ζήτησης.
Το θέμα της αναδιοργάνωσης της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και η
υλοποίηση των απαιτήσεων του target model (λειτουργία προθεσμιακής
αγοράς, ενδοημερήσιας αγοράς και αγοράς εξισορρόπησης) καθυστερεί
σημαντικά (2019-2020), κάτι που εντείνει την ανησυχία του κλάδου.
Όπως τονίζει παράγοντας της αγοράς «η βιομηχανία δεν έχει τη
δυνατότητα να κάνει ούτε ένα προθεσμιακό συμβόλαιο. Η συμμετοχή της στην
αγορά είναι ανύπαρκτη. Η μοναδική δυνατότητα που υπήρξε ήταν ο
μηχανισμός διακοψιμότητας το οποίο συγκράτησε την εκτόξευση του κόστους
ενέργειας για τη βιομηχανία, όταν κατ’ απαίτηση του μνημονίου
καταργήθηκαν οι εκπτώσεις στα βιομηχανικά τιμολόγια ενώ φάνηκε η
χρησιμότητά του κατά την κρίση του συστήματος το διάστημα
Δεκεμβρίου-Ιανουαρίου».
(από insider.gr)