Στις αρχές του 1890, στο χαμηλό κτίριο με τα
καμπυλωτά μεγάλα ανοίγματα, την κεραμωτή στέγη και τον ελαφρύ διάκοσμο,
δίπλα ακριβώς στη σημερινή οδό 26ης Οκτωβρίου, η δεξαμενή όπου γινόταν η
καύση του λιθάνθρακα ετοιμαζόταν να τεθεί σε λειτουργία για να παράγει
φωταέριο. Υπό το άγρυπνο μάτι του επιστάτη, που έμενε στο μικρό κτίριο
δίπλα από τον κύριο χώρο παραγωγής αερίου, η εγκατάσταση τροφοδοτούσε
τις λάμπες φωτισμού των δρόμων της Θεσσαλονίκης αλλά και τα νοικοκυριά.
Οι δεξαμενές όπου αποθηκευόταν το αέριο, πριν από τη διανομή του,
τοποθετούνταν στο υπόστεγο που βρίσκεται κάθετα στο κεντρικό κτίριο.
Μετά το 1907 που άρχισε να υπερισχύει η ηλεκτροδότηση, η χρήση του
φωταερίου περιορίστηκε στα νοικοκυριά για λόγους θέρμανσης και για τη
χρήση της κουζίνας. Το 1917, η μεγάλη πυρκαγιά στη Θεσσαλονίκη έδωσε τη
χαριστική βολή στο φωταέριο καθώς κατέστρεψε το δίκτυο των αγωγών
διανομής του. Το εργοστάσιο που είχε δημιουργήσει αρχικά η οθωμανική
εταιρεία παραγωγής αερίου σταμάτησε να λειτουργεί. Το δίκτυο δεν
επισκευάστηκε ποτέ και ο χώρος ερήμωσε.
Σήμερα, τα τρία διατηρητέα της εταιρείας φωταερίου βρίσκονται στην
καρδιά του νέου κτιριακού συγκροτήματος της Περιφέρειας Κεντρικής
Μακεδονίας για να θυμίζουν στον επισκέπτη ένα κομμάτι από τη βιομηχανική
ιστορία της πόλης. "Όταν σταμάτησε η λειτουργία του εργοστασίου, οι
εγκαταστάσεις παραχωρήθηκαν στο υπουργείο Γεωργίας και μέχρι τη δεκαετία
του 1990, οπότε στεγαζόταν εκεί η υπηρεσία εγγείων βελτιώσεων, έγιναν
κάποιες τροποποιήσεις στα αρχικά κτίρια και διαμορφώθηκε ένα νέο
κτιριακό συγκρότημα, που περιλάμβανε και τα τρία κτίρια της εταιρείας
φωταερίου. Αυτά, το 1994 κρίθηκαν διατηρητέα από το υπουργείο
Πολιτισμού" επισημαίνει στο ΑΠΕ - ΜΠΕ ο αρχιτέκτονας της Υπηρεσίας
Νεοτέρων Μνημείων και Τεχνικών Έργων Κεντρικής Μακεδονίας, Δημήτρης
Ζυγομαλάς.
Ο ίδιος αναφέρει ότι όταν ο χώρος περιήλθε στην ιδιοκτησία της τότε
νομαρχίας Θεσσαλονίκης, εγκρίθηκαν μελέτες που προέβλεπαν την διατήρηση
των τριών κτιρίων και την ανέγερση του νέου μεγάρου της νομαρχίας. Η
πρώτη έγκριση δόθηκε το 2009 και το 2013 δόθηκε η έγκριση της μελέτης
για την επισκευή των τριών κτιρίων.