Αυστηρότερους κανόνες για τις ρυπογόνες μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας των κρατών-μελών δημοσίευσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή την Πέμπτη (17 Αυγούστου), συμπεριλαμβανομένων πολλών μεγάλων σταθμών ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα.
Επιπλέον, δόθηκε προθεσμία τεσσάρων ετών, προκειμένου να ανταποκριθούν στα πρότυπα χαμηλών εκπομπών.
Η απόφαση, που εγκρίθηκε από τα κράτη μέλη τον Απρίλιο, δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Τα νέα πρότυπα περιλαμβάνουν αυστηρότερους κανόνες για τις εκπομπές οξειδίου του αζώτου (NOx), διοξειδίου του θείου (SO2), υδραργύρου και σωματίδια επιβλαβούς σκόνης.
Αυτές οι τοξικές ουσίες συνδέονται με θέματα που άπτονται της υγείας και του περιβάλλοντος, συμπεριλαμβανομένης της ανάπτυξης του άσθματος στα παιδιά, καθώς επίσης της ρύπανσης του αέρα και των ευρωπαϊκών υδάτων.
Τα καύσιμα, που καλύπτονται από την απόφαση της Κομισιόν, περιλαμβάνουν τα στερεά καύσιμα, όπως ο άνθρακας ή ο λιγνίτης, τη βιομάζα, τα υγρά καύσιμα, το φυσικό αέριο, τα ειδικά καύσιμα και τα απόβλητα, με εξαίρεση τα μικτά αστικά απόβλητα.
Από την πλευρά του, ο διευθυντής του Ευρωπαϊκού Γραφείου Περιβάλλοντος, Christian Schaible, χαιρέτισε την απόφαση ως ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση, αλλά τόνισε ότι τα νέα πρότυπα ήταν απλώς οι ελάχιστες απαιτήσεις, δεδομένου ότι η περαιτέρω λήψη μέτρων εναπόκειτο στις εθνικές αρχές των κρατών-μελών.
«Οι νέες απαιτήσεις θα συμβάλλουν στην επιτάχυνση της ενεργειακής μετάβασης, καθώς οι πιο ρυπογόνες εγκαταστάσεις είναι κλειστές. Εναπόκειται, πλέον, στις εθνικές αρχές να αποφασίσουν την ποσότητα εκπομπών που θέλουν να μειώσουν. Οι ευρωπαϊκοί κανόνες αποτελούν απλώς ασφαλιστική δικλείδα που καθορίζει την ελάχιστη απαιτούμενη δράση».
Σε έκθεση του Ευρωπαϊκού Γραφείου Περιβάλλοντος, που δημοσιεύθηκε πέρυσι, αναφέρεται ότι ο νέος κανονισμός έχει τη δυνατότητα να αποτρέψει 20.000 πρόωρους θανάτους ετησίως από μονάδες άνθρακα. Εφόσον τα νέα πρότυπα δεν ισχύουν μόνο για σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής από άνθρακα, αλλά, εν γένει, για όλες τις μεγάλες μονάδες καύσης στην ΕΕ, τα δυνητικά οφέλη για την υγεία και το περιβάλλον θα είναι ακόμη πιο σημαντικά, επισημαίνει το EΓΠ.