Η Ελλάδα απέφυγε, τον περασμένο
χειμώνα, τη διακοπή στην παροχή φυσικού αερίου χάρη στην υιοθέτηση μέτρων περιορισμού της ζήτησης, αλλά και στις εισαγωγές
LNG. Αυτό επισημαίνει ο ΙΕΑ, σε πρόσφατη έκθεσή του για
την ενεργειακή ασφάλεια στην παγκόσμια αγορά φυσικού αερίου, προσθέτοντας,
ωστόσο, ότι η χωρητικότητα αποθήκευσης
LNG
της
χώρας είναι περιορισμένη. Μάλιστα, επισημαίνει και την έλλειψη χώρων υπόγειας
αποθήκευσης αερίου, τονίζοντας τη χρόνια
κωλυσιεργία στην υπόθεση του πεδίου
South
Kavala.
Στην έκθεση
Global
Gas
Security
Review
(βλ.
εδώ), που εξέδωσε πρόσφατα ο
Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας, εξετάζονται, μεταξύ άλλων, και τα μέτρα που
έλαβαν μια σειρά από χώρες της Νότιας Ευρώπης (Γαλλία, Ισπανία, Ιταλία, Ελλάδα)
για να αντιμετωπίσουν την κρίση που προκάλεσε στο σύστημα φυσικού αερίου το
δριμύ ψύχος που ενέσκηψε τον περασμένο χειμώνα στην Ευρώπη.
Ας σημειωθεί ότι πρόκειται για τη δεύτερη έκθεση του
ΙΕΑ για την παγκόσμια κατάστασης της ενεργειακής ασφάλειας στον τομέα του
φυσικού αερίου. Κεντρικό της συμπέρασμα τόσο από την εμπειρία των παραπάνω
κρίσεων στη Ν. Ευρώπη τον χειμώνα 2016/17, καθώς και την ένταση στις διπλωματικές
σχέσεις του Κατάρ με άλλες χώρες, αλλά και από τα προβλήματα που προκάλεσαν οι
πρόσφατοι τυφώνες στο ενεργειακό σύστημα των ΗΠΑ, είναι ότι απρόοπτα γεγονότα
μπορούν να προκαλέσουν σοβαρές συνέπειες στην παροχή αερίου, ακόμη και σε χώρες
με ώριμες και καλά διασυνδεδεμένες αγορές, έστω και σε περιβάλλον χαμηλών τιμών
όπως το σημερινό.
Ειδικότερα, για την Ελλάδα, ο ΙΕΑ παρατηρεί ότι
πρόκειται για μια σχετικά νέα αγορά φυσικού αερίου, καθώς το εν λόγω καύσιμο
έγινε μέρος του ενεργειακού μίγματος το 1996. Εντούτοις, το φυσικό αέριο διαδραματίζει
έκτοτε αυξανόμενο ρόλο στο ενεργειακό μίγμα, αντιπροσωπεύοντας σχεδόν το 30%
της ενεργειακής παραγωγής το 2016. Η ζήτηση φυσικού αερίου ανήλθε πέρυσι σε 4
bcm, το 68% εκ των οποίων αφορά την
παραγωγή ηλεκτρισμού και θερμότητας.
Όσον αφορά την προσφορά φυσικού αερίου, η χώρα μας εξαρτάται
κατά 100% από τις εισαγωγές μέσω
LNG
και αγωγών. Ο Οργανισμός τονίζει ότι Ελλάδα δεν διαθέτει χώρους υπόγειας
αποθήκευσης αερίου και σημειώνει ότι ακόμη
βρίσκεται στο στάδιο της διερεύνησης η δυνατότητα εκμετάλλευσης του σχεδόν
εξαντλημένου πεδίου αερίου
South
Kavala
στη
βόρεια Ελλάδα διερευνάται. Παράλληλα, χαρακτηρίζει περιορισμένη τη χωρητικότητα
αποθήκευσης
LNG
της
χώρας (δύο δεξαμενές υγροποιημένου φυσικού αερίου 65000 εκατοστών η
καθεμία, συνολικής δυναμικότητας 0,08 bcm, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΔΕΣΦΑ)και
υπογραμμίζει ότι βασιζόμαστε στις εισαγωγές για την εξισορρόπηση του συστήματος
κατά τη διάρκεια περιόδων υψηλής ζήτησης.
Όπως αναφέρει ο ΙΕΑ, το εξαιρετικά δριμύ ψύχος που
αντιμετώπισαν οι χώρες της νότιας Ευρώπης τον περασμένο χειμώνα οδήγησε σε
σημαντική αύξηση στην ζήτηση φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας και στην
Ελλάδα. Όσον αφορά την παραγωγή ενέργειας, η αύξηση της ζήτησης (κατά 12% σε
σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους) καλύφθηκε κυρίως από
φυσικό αέριο - αυξήθηκε κατά 37% ή 2,1 TWh σε σύγκριση με το χειμώνα του 2015/16
και η οποία αποτέλεσε το 31% του συνολικής παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας κατά
τη διάρκεια του φετινού χειμώνα (βλ. σχεδιάγραμμα 1)
Εκτός από τον σημαντικό ρόλο της στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, η
συμβατική ζήτηση φυσικού αερίου αυξήθηκε επίσης κατά 32% (ή 1,1 bcm) καθ 'όλη
τη διάρκεια της σεζόν σε σχέση με τον προηγούμενο χειμώνα.
Λόγω της εξαιρετικά
υψηλής ζήτησης τόσο στις οικιακές παροχές όσο και για την παραγωγή ηλεκτρικής
ενέργειας με φυσικό αέριο, η συνολική ζήτηση φυσικού αερίου
ανήλθε σε 637 εκατ. κυβ. εκατοστά τον Ιανουάριο του 2017- ποσότητα που συνιστά
ρεκόρ όλων των εποχών, περίπου 40% πάνω από την αμέσως προηγούμενη υψηλότερη
επίδοση.
Εξαιτίας της
κρίσης, οι εισαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου (
LNG) αυξήθηκαν κατά 156% για να
ικανοποιήσουν τη ζήτηση του Ιανουαρίου, αγγίζοντας τα 225 εκατ. κυβ. εκατοστά, ενώ
οι εισαγωγές μέσω αγωγών αυξήθηκαν κατά 19% σε επίπεδο έτους, αγγίζοντας τα 394
εκατ. κυβ. εκατοστά.
Η απρόβλεπτη αύξηση της ζήτησης φυσικού αερίου
προκάλεσε την κήρυξη συναγερμού σε δύο
διαδοχικά διαστήματα ώστε να διασφαλιστεί ο εθνικός εφοδιασμός με αέριο.
Η πρώτη κρίση ξεκίνησε στις 19 Δεκεμβρίου με τη δήλωση κατάστασης έγκαιρης προειδοποίησης και κράτησε 13 ημέρες
μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου, οπότε και επανήλθε η κατάσταση στα συνηθισμένα επίπεδα.
Η έγκαιρη προειδοποίηση δηλώθηκε μετά από μια συνεχή αύξηση της ζήτησης φυσικού αερίου για επτά συνεχόμενες ημέρες. Η
καθυστέρηση στην άφιξη του αλγερινού φορτίου
LNG
λόγω
κακών καιρικών συνθηκών στα τέλη
Δεκεμβρίου επέτεινε την κατάσταση, οδηγώντας σε συναγερμό στις 21 Δεκεμβρίου.
Η δεύτερη κρίση ξεκίνησε στις 9 Ιανουαρίου και
τελείωσε στις 13 Φεβρουαρίου, 36 ημέρες αργότερα. Στην περίπτωση αυτή, η κατάσταση
οφείλεται επίσης στην εξαιρετικά υψηλή ζήτηση (βλ. σχεδιάγραμμα 2).
Κατά τη διάρκεια της κρίσης του φυσικού αερίου στην
Ελλάδα, η αγορά δεν μπόρεσε να επανισορροπήσει από μόνη της και χρειάστηκε οι αρχές να
προχωρήσουν στην εφαρμογή αρκετών μέτρων σύμφωνα με τις διατάξεις του ελληνικού
σχεδίου έκτακτης ανάγκης.
Η
αντιμετώπιση της κρίσης
Όπως τονίζει στην έκθεσή του ο ΙΕΑ, η μόνη βιώσιμη
εναλλακτική λύση για την κάλυψη της αύξησης της ζήτησης φυσικού αερίου κατά την
κρίση του περασμένου χειμώνα στην χώρα μας ήταν η αύξηση των αγωγών και των
εισαγωγών
LNG.
Στη συνέχεια, ο Οργανισμός σημειώνει ότι το σύστημα φυσικού αερίου της Ελλάδας
έχει τα παρακάτω τρία σημεία εισόδου με ετήσια δυναμικότητα εισαγωγής 10,5
bcm:
•
το Σιδηρόκαστρο, το οποίο έχει χωρητικότητα εισαγωγής 4,0
bcm και χρησιμεύει ως σημείο εισόδου για
το ρωσικό αγωγό μέσω Βουλγαρίας,
•
τους Κήπους, που φέρνει αέριο διά του αγωγού μέσω Τουρκίας με μέγιστη ικανότητα
εισαγωγής 1,6 bcm,
•
και την Αγία Τριάδα, η οποία προσφέρει επιπλέον 4,9 bcm της χωρητικότητας
εισαγωγής και επιτρέπει την είσοδο στο σύστημα των ποσοτήτων
LNG
που
εισάγονται στον τερματικό σταθμό LNG της Ρεβυθούσας, και που βασίζονται σε μακροπρόθεσμα
συμβόλαια με την Αλγερία.
Ο ΙΕΑ επισημαίνει, στην έκθεσή του, ότι, δεδομένου
ότι οι εισαγωγές αγωγών από τα σημεία εισόδου στα σύνορα της Βουλγαρίας και της
Τουρκίας δεν θα μπορούσαν να αυξηθούν σημαντικά σε απόλυτες τιμές, η τελευταία
επιλογή που απέμενε ήταν η αύξηση των εισαγωγών
LNG μέσω του σημείου εισόδου στην Αγία
Τριάδα.
Έτσι,
οι εισαγωγές
LNG
τριπλασιάστηκαν σε σχέση με τον προηγούμενο χειμώνα.
Προκειμένου
να επιτευχθεί αυτή η σημαντική αύξηση, η χώρα επωφελήθηκε από τη μακροπρόθεσμη
σύμβασή της με την Αλγερία, ενώ παραδόθηκε
και ένα επιπλέον φορτίο από το εργοστάσιο φυσικού αερίου Snohvit της Νορβηγίας,
το οποίο έφτασε στην Ελλάδα 12 ημέρες αργότερα, στις 19 Μαρτίου (σχεδιάγραμμα 3).
Όπως δείχνει το σχεδιάγραμμα 4, οι
όγκοι που προήλθαν από αγορές είχαν σημαντικό αντίκτυπο στο μέσο χρόνο
αποστολής φορτίων για τις εισαγωγές
LNG, με συνέπεια ο
μέσος χρόνος αποστολής φορτίων το Μάρτιο – με ένα φορτίο
spot– σχεδόν να διπλασιαστεί σε σχέση με τον Ιανουάριο,
όπου δεν υπήρχαν παραδόσεις φορτίων
spot
LNG.
Συμπερασματικά, η έκθεση του ΙΕΑ
υπογραμμίζει ότι, στην διάρκεια της κρίσης που αντιμετώπισε το ελληνικό σύστημα
τον περασμένο χειμώνα, η αύξηση των εισαγωγών
δεν στάθηκε αρκετή για να αντιμετωπίσει εγκαίρως την απότομη αύξηση της ζήτησης.
Ως εκ τούτου, η χώρα αναγκάστηκε να καταφύγει στην υιοθέτηση μίας σειράς από
μέτρα, από τη πλευρά της ζήτησης, για την αποφυγή αναγκαστικών διακοπών στην
παροχή αερίου. Αυτά περιλάμβαναν μέτρα όπως τα παρακάτω:
• Να ζητηθεί από τους πελάτες διακοπτόμενου αερίου να μειώσουν την κατανάλωσή
τους κατά τουλάχιστον 40%.
• Έγκριση τυποποιημένων συμβάσεων για τη διαχείριση της ζήτησης.
• Αλλαγή καυσίμου των μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με πετρέλαιο σε
πετρέλαιο ντίζελ όπου είναι δυνατόν.
• Αύξηση της παραγωγής υδροηλεκτρικής ενέργειας.
• Εθελοντική διαχείριση σταθμών ηλεκτροπαραγωγής με φυσικό αέριο σύμφωνα με τις
οδηγίες του Διαχειριστή.
• Εφαρμογή συμβάσεων διακοπτόμενης ηλεκτρικής ενέργειας.
Έτσι, χάρη στην υιοθέτηση αυτών
των μέτρων από πλευράς ζήτησης, μαζί με την αύξηση στις εισαγωγές
LNG, ο
IEA
επισημαίνει ότι δεν
σημειώθηκε διακοπή στην παροχή αερίου ή ηλεκτρικής ενέργειας κατά τη διάρκεια της
κρίσης του περασμένου χειμώνα. Ωστόσο, οι ποσότητες του παρεχόμενου φυσικού
αερίου κατά τη διάρκεια της κρίσης παρέμειναν κάτω από τα προβλεφθέντα επίπεδα
ζήτησης.
Όπως τονίζει ο Οργανισμός, αυτό
σημαίνει ότι χωρίς τη μείωση της κατανάλωσης από τα μέτρα που αφορούσαν τη
ζήτηση, στην Ελλάδα πιθανόν να είχαμε αναγκαστικές διακοπές της παροχής αερίου
το χειμώνα του 2016/17. Σύμφωνα με τον ΙΕΑ, και τα γεγονότα στην Ελλάδα, κατά τη
διάρκεια του περασμένου χειμώνα, υπογραμμίζουν για μια ακόμη φορά ότι η ύπαρξη
πληθώρας προμηθειών – και ιδίως LNG – στην αγορά, σε συνδυασμό με την εφεδρική
ικανότητα εισαγωγής, δεν επαρκούν από μόνες τους για να αποτρέψουν προσωρινές
δύσκολες καταστάσεις σε ένα εθνικό σύστημα φυσικού αερίου.