Η Ελλάδα παρουσίασε αξιοσημείωτη πρόοδο στις μεταρρυθμίσεις
της στον ενεργειακό τομέα τα τελευταία χρόνια. Η χώρα προχώρησε σε σχέδια
αναδιάρθρωσης κρατικών επιχειρήσεων και στην ελευθέρωση των αγορών ηλεκτρικής
ενέργειας και φυσικού αερίου, ένα εντυπωσιακό πρόγραμμα που θα οδηγήσει σε πιο
ανταγωνιστικές και οικονομικά βιώσιμες αγορές ενέργειας, προσφέροντας επιλογές
και χαμηλές τιμές στους καταναλωτές, σύμφωνα με την τελευταία
έκθεση
του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (ΙΕΑ).
Η έκθεση του
IEA
ενθαρρύνει τη χώρα να επιδιώξει μεταρρυθμίσεις στον
ενεργειακό τομέα που θα αποφέρουν μακροπρόθεσμα οικονομικά οφέλη. Η έκθεση
επισημαίνει το σημαντικό ρόλο που διαδραμάτισε η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας της
χώρας στην εξασφάλιση της έγκαιρης εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων της αγοράς και
τονίζει την ανάγκη να παρασχεθούν στη ΡΑΕ όλοι οι απαραίτητοι πόροι για να
ανταποκριθεί στις αυξανόμενες ευθύνες της.
Η έκθεση χαιρετίζει επίσης τις προσπάθειες της κυβέρνησης να
ενισχύσει την ενεργειακή ασφάλεια μέσω επενδύσεων σε υποδομές φυσικού αερίου
και ηλεκτρικής ενέργειας, κυρίως με την ενίσχυση των περιφερειακών
διασυνδέσεων, την επέκταση των υποδομών αποθήκευσης φυσικού αερίου και την
προώθηση διεθνών αγωγών αερίου για τη διαφοροποίηση των οδών εφοδιασμού.
Ωστόσο, η κυβέρνηση θα πρέπει να επιτρέψει στις αγορές φυσικού αερίου και
ηλεκτρικής ενέργειας να αντιδράσουν άμεσα στις τάσεις των τιμών και να
αξιολογήσουν την επάρκεια της προσφοράς με ολοκληρωμένο και περιφερειακό τρόπο.
Η χώρα αναμένεται να επιτύχει τους στόχους μείωσης των
εκπομπών και ενεργειακής απόδοσης του 2020 μέσω ενός συνδυασμού στοχευμένων
μέτρων πολιτικής για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, την ενεργειακή απόδοση
και τη σημαντικά χαμηλότερη ζήτηση ενέργειας εξαιτίας της οικονομικής κρίσης.
Πέρυσι, η Ελλάδα παρουσίασε υψηλότερη συμμετοχή της ηλιακής ενέργειας, κυρίως της
θέρμανσης, στη συνολική τελική κατανάλωση από οποιαδήποτε άλλη χώρα-μέλος του
IEA. Η Ελλάδα θα πρέπει επίσης να διερευνήσει το δυναμικό των ΑΠΕ πέρα από την
ηλιακή και αιολική ενέργεια και να προωθήσει τη χρήση τους πέρα από τον τομέα
της ηλεκτροπαραγωγής.
«Η Ελλάδα διαθέτει ένα τεράστιο ανεξερεύνητο δυναμικό ανανεώσιμων
πηγών ενέργειας και υποστηρίζουμε τις προσπάθειες της χώρας να διερευνήσει αυτό
το δυναμικό διασυνδέοντας τα νησιά της με το ηπειρωτικό ενεργειακό σύστημα»,
δήλωσε ο εκτελεστικός διευθυντής του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας,
Dr
Fatih
Birol, ενώ σημείωσε επίσης
την κρίσιμη σημασία των μεταρρυθμίσεων του τομέα του φυσικού αερίου και του
ηλεκτρισμού που θα στηρίξουν την οικονομική ανάκαμψη της χώρας.
Η οικονομία της Ελλάδας αποσυνδέει την οικονομική ανάπτυξη
από τις αυξήσεις των εκπομπών CO2, αλλά με βραδύτερο ρυθμό από το μέσο όρο για
τις χώρες μέλη του Οργανισμού. Παράλληλα, η μείωση της χρήσης ενέργειας λόγω
της χαμηλότερης οικονομικής δραστηριότητας κρύβει ελάχιστες βελτιώσεις στην
ενεργειακή εντατικότητα από το 2000. Η έκθεση συνιστά στην Ελλάδα να επιδιώξει
την εφαρμογή φιλόδοξων πολιτικών ενεργειακής απόδοσης, αντλώντας συμπεράσματα από
τα αποτελέσματα προηγούμενων και τρεχόντων μέτρων στη χώρα, αλλά και σε άλλες
χώρες του
IEA.
Η έκθεση διαπίστωσε επίσης ότι οι τρέχουσες πολιτικές δε θα
επαρκούν για την καθοδήγηση του ελληνικού ενεργειακού τομέα στην κατεύθυνση της
μακροπρόθεσμης ενεργειακής μετάβασης την οποία επιδιώκει η κυβέρνηση. Η
οικονομική ανάκαμψη της χώρας θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί ως ευκαιρία για την
Ελλάδα να αποκτήσει προβάδισμα στην πιο μακροπρόθεσμη μείωση των εκπομπών,
ακολουθώντας πρωτοβουλίες που υποστηρίζουν τη βιώσιμη αύξηση της αποδοτικότητας
και τη μετάβαση από το πετρέλαιο και τον άνθρακα στο φυσικό αέριο και την
ανανεώσιμη ενέργεια.
«Ο IEA πιστεύει ότι βασική προτεραιότητα για τους υπεύθυνους
χάραξης πολιτικής θα πρέπει να είναι η εισαγωγή ενός συνολικού πλαισίου
πολιτικής με ορίζοντα το 2030 και αργότερα, καθώς η αύξηση της οικονομικής
ανάπτυξης θα μπορούσε εύκολα να οδηγήσει σε ανάκαμψη της αύξησης της ζήτησης
ενέργειας και αύξηση των εκπομπών» δήλωσε ο
Dr
Birol.
Η Ελλάδα σήμερα δε διαθέτει μακροπρόθεσμη ολοκληρωμένη
στρατηγική για την ενέργεια και το κλίμα και η έκθεση συστήνει στην κυβέρνηση
να αναπτύξει μια τέτοια στρατηγική και να λάβει συγκεκριμένα υπόψη στόχους για την
ενεργειακή απόδοση και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.