Προαναγγελθέν έγκλημα μπορεί να χαρακτηριστεί η φονική
πλημμύρα στη Μάνδρα Αττικής, καθώς ο οικισμός έχει κτιστεί από την αρχή πάνω σε
ρέματα, χωρίς να ληφθεί καμία ουσιαστική μέριμνα για τη διοχέτευση των υδάτων.
«Οπως φαίνεται πολύ αποκαλυπτικά και συγκεκριμένα στην εικόνα, γίνεται σαφές
ότι το ανάγλυφο της ευρύτερης περιοχής είναι τέτοιο, έτσι ώστε το νερό να
οδηγείται προς τη Μάνδρα για να ακολουθήσει στη συνέχεια την πορεία του προς τη
θάλασσα», λέει στην «Κ» ο κ. Ευθύμιος Μπακογιάννης, δρ πολεοδόμος μηχανικός,
ερευνητής στη Σχολή Αγρονόμων και Τοπογράφων Μηχανικών ΕΜΠ.
Ο πληθυσμός της Μάνδρας πολλαπλασιάζεται, χωρίς να
λαμβάνονται ουσιαστικά μέτρα προστασίας: το 1928 είχε πληθυσμό 2.768 κατοίκους,
το 1940 3.246 κατοίκους, το 1991 10.012, το 2001 10.947 και το 2011 είχε φθάσει
τους 12.792 κατοίκους. Ο χάρτης που έχει επεξεργαστεί ο κ. Μπακογιάννης
αποτυπώνει με διαφορετικά χρώματα τις επεκτάσεις του οικισμού. Βλέποντας την
οικιστική εξέλιξη από το 1940, στο 1990 και μετά στο 2007, «φαίνεται καθαρά πως
η αστική εξάπλωση δημιουργεί φραγή στη φυσική απορροή των ομβρίων. Παρατηρείται
μια πολύ σημαντική αύξηση του οικιστικού αποτυπώματος της περιοχής, που
οφείλεται στη μεγάλη αύξηση του πληθυσμού τα τελευταία 30 χρόνια», σημειώνει ο
κ. Μπακογιάννης.
«Η άναρχη και χωρίς σχεδιασμό οικιστική εξέλιξη των
οικισμών, που δεν λαμβάνει υπόψη της το φυσικό ανάγλυφο, τα ρέματα και τη
φυσική απορροή των υδάτων από τα βουνά, σε συνδυασμό με την αυθαίρετη δόμηση,
οδηγεί σε πλημμυρικά φαινόμενα κατά την έντονη βροχόπτωση», τονίζει ο ερευνητής
του ΕΜΠ. Δεν είναι τυχαίο πως μεγάλο μέρος των θυμάτων και των καταστροφών
εντοπίστηκαν στα σημεία που τα δύο ρέματα, το ρέμα Σούρες βορειότερα και της
Αγίας Αικατερίνης νοτιότερα, διατρέχουν τον οικιστικό ιστό της Μάνδρας.
«Ο περιορισμός της διατομής των ρεμάτων, το μπάζωμα της
κοίτης τους, η ανυπαρξία υποδομών για τη διευθέτηση των ομβρίων στο οδικό
δίκτυο του οικισμού με αγωγούς μεγάλης παροχετευτικότητας οδήγησαν στις
πλημμύρες, που στοίχισαν ανθρώπινες ζωές», τονίζει ο κ. Μπακογιάννης.
(Πηγή: «Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ»)