Εσωτερική συζήτηση σχετικά με τον τρόπο που πρέπει να εφαρμόζονται οι κανόνες για τις εκπομπές ρύπων από τα εμπορικά αεροσκάφη πραγματοποιεί η ΕΕ, γεγονός που θα μπορούσε να έχει αρνητικές συνέπειες για τα τρέχοντα μοντέλα αεριωθούμενων αεροσκαφών της Airbus

Εσωτερική συζήτηση σχετικά με τον τρόπο που πρέπει να εφαρμόζονται οι κανόνες για τις εκπομπές ρύπων από τα εμπορικά αεροσκάφη πραγματοποιεί η ΕΕ, γεγονός που θα μπορούσε να έχει αρνητικές συνέπειες για τα τρέχοντα μοντέλα αεριωθούμενων αεροσκαφών της Airbus.

Ειδικότερα, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα κράτη μέλη της ΕΕ αναμένεται να συναντηθούν την Τετάρτη (29 Νοεμβρίου), σε μια προσπάθεια να γεφυρώσουν τις διαφορές αναφορικά με το πόσο οι ευρωπαϊκές αρχές πρέπει να περιοριστούν από τη Συμφωνία του περασμένου έτους στον Διεθνή Οργανισμό Πολιτικής Αεροπορίας (ICAO) των Ηνωμένων Εθνών.

Συγκεκριμένα, η Συμφωνία του Μόντρεαλ θέτει όρια στις εκπομπές όλων των νέων αεροσκαφών από το 2020 και θα εισαχθεί σταδιακά για τις παραδόσεις των υφιστάμενων μοντέλων αεροσκαφών από το 2023.

Η συζήτηση αναζωπυρώνεται, καθώς οι υπεύθυνοι για τη χάραξη πολιτικής σκέπτονται το μέλλον του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Ασφάλειας της Αεροπορίας (EASA), ο οποίος είναι υπεύθυνος για τα πρότυπα πιστοποίησης αεροσκαφών για 32 κράτη της ΕΕ και τρίτες χώρες.

Σύμφωνα με πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη μεταρρύθμιση του οργανισμού με έδρα την Κολωνία, ο EASA θα είναι σε θέση να επιβάλει πρότυπα εκπομπών CO2 αυστηρότερα από εκείνα που συμφωνήθηκαν το 2016 στον ICAO.

Ωστόσο, τα κράτη μέλη της ΕΕ έχουν ασκήσει πιέσεις για αυτή την επιλογή, ώστε ο EASA να είναι σε θέση να εφαρμόσει μόνο τα πρότυπα που συμφωνήθηκαν στον οργανισμό αεροπορικών μεταφορών του ΟΗΕ.

Εκπρόσωπος Τύπου της Επιτροπής αρνήθηκε να σχολιάσει τις συνομιλίες μεταξύ του Κοινοβουλίου και των κρατών μελών και ανέφερε ότι η θέση του είχε διατυπωθεί στην αρχική πρόταση.

Όπως αναφέρεται στη συμφωνία, ορισμένα αεροσκάφη τρέχουσας γενιάς, όπως το A380 που θα παραδοθούν μετά το 2028, θα χρειαστούν μια δαπανηρή αναβάθμιση, αν και παραμένει αβέβαιο, αν θα κατασκευαστούν μέχρι τότε λόγω των αργών πωλήσεων.

Η τελευταία συζήτηση αναμένεται να πυροδοτήσει εκ νέου τις αντιδράσεις μεταξύ περιβαλλοντικών οργανώσεων και της Airbus.

Η πολιτική που πρότεινε η ΕΕ στις συνομιλίες του ICAO ήταν λιγότερο αυστηρή από αυτή που υιοθετήθηκε τελικά με την υποστήριξη των ΗΠΑ.

«Τώρα γνωρίζουμε ότι όταν πρόκειται για το κλίμα, η Ευρώπη αφήνει την Airbus να θέσει τους δικούς της κανόνες, καθιστώντας τους αναποτελεσματικούς. Αυτό θα επαναληφθεί την Τετάρτη, εκτός αν οι χώρες της ΕΕ αντιταχθούν στην Airbus και στις κυβερνήσεις των μετόχων της (Γαλλία, Γερμανία και Ισπανία), αποφασίζοντας οι ίδιες για τους περιβαλλοντικούς νόμους της ΕΕ», δήλωσε στο Reuters, ο διευθυντής της T&E, Andrew Murphy.

Από την πλευρά της, η Airbus αρνήθηκε να ασκήσει οποιαδήποτε πίεση στους υπεύθυνους λήψης αποφάσεων της ΕΕ.

«Είναι απολύτως φυσιολογικό να ξεκινήσουμε διάλογο με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, για να εκφράσουμε τη γνώμη μας σε κατάλληλα θέματα», δήλωσε εκπρόσωπος Τύπου της εταιρείας.