Ένα πολιτικό θρίλερ εξελίχθηκε την περασμένη εβδομάδα, πριν οριστικοποιηθεί
η επίσημη επίσκεψη του Ερντογάν. Ενώ εμφανιζόταν να έχει κλειδώσει, μέχρι αργά
το απόγευμα της περασμένης Παρασκευής η επίσκεψη ήταν στον αέρα. Η καθυστέρηση
στην αποστολή της επίσημης πρόσκλησης και, κατ’ επέκτασιν, η απουσία επίσημων ανακοινώσεων,
λοιπόν, οφείλονταν στην εμπλοκή που είχε προκύψει κατά τη διάρκεια των διμερών διαβουλεύσεων.
Αργά το απόγευμα της Παρασκευής, έφθασαν στην Αθήνα οι διαβεβαιώσεις που ζητούσε
η ελληνική πλευρά, γεγονός που άνοιξε και τον δρόμο.
Η τουρκική πλευρά απαίτησε ο Ερντογάν να επισκεφθεί τη
Θράκη. Η ελληνική πλευρά συναίνεσε υπό τον αυστηρό όρο ότι θα έχουν προσυμφωνηθεί
επακριβώς όλες οι κινήσεις και οι δηλώσεις του Τούρκου προέδρου. Πού θα μιλήσει
και βεβαίως τι θα πει. Η Αθήνα είχε διαμηνύσει πως απέρριπτε το τουρκικό αίτημα
για πραγματοποίηση ανοικτής συγκέντρωσης με ομιλία του Τούρκου προέδρου.
Μετά και τα όσα προκλητικά διέπραξε προ καιρού ο –εκ Θράκης προερχόμενος–
αντιπρόεδρος της τουρκικής κυβέρνησης Χακάν Τσαβούσογλου, η Αθήνα ήταν κατηγορηματικά
αντίθετη. Πολύ περισσότερο όταν οι κατευθυνόμενοι από το τουρκικό προξενείο
μειονοτικοί προεξοφλούσαν πως ο Ερντογάν όχι μόνο θα μιλήσει, αλλά και θα
μιλήσει από τα γραφεία της παράνομης “Τουρκικής Νεολαίας Κομοτηνής”.
Σύμφωνα με έγκυρες πληροφορίες, οι Τούρκοι εμφανίζονταν
μέχρι το απόγευμα της Παρασκευής απρόθυμοι να δεσμευτούν. Περιορίζονταν σε
κάποιες γενικές διαβεβαιώσεις, οι οποίες δεν ικανοποιούσαν την Αθήνα. Όταν,
όμως, διαπίστωσαν πως η ελληνική πλευρά δεν έστελνε την επίσημη πρόσκληση,
έδωσαν τις διαβεβαιώσεις που τους είχαν ζητηθεί. Τελικώς έγινε δεκτό μόνο το
αίτημα του Ερντογάν να προσευχηθεί σε τζαμί στον νομό Ροδόπης και να παραθέσει
γεύμα σε παράγοντες της μειονότητας.
Δυσανεξία με τον
Άγνωστο Στρατιώτη
Αν και πρέπει να αναμείνουμε τα γεγονότα για να κρίνουμε την
αξιοπιστία των συνεννοήσεων, είναι σαφές πως το πρόγραμμα του Τούρκου προέδρου
θα έπρεπε να είχε συμφωνηθεί πριν γίνουν διαρροές ότι η επίσκεψη κλείδωσε για τις
7-8 Δεκεμβρίου. Είναι προφανές πως με το κλίμα που είχε πλέον καλλιεργηθεί, η
όποια αναβολή θα εθεωρείτο ναυάγιο, με τις αρνητικές επιπτώσεις που αυτό θα
είχε στις διμερείς σχέσεις.
Η ελληνική πλευρά επέμενε πως ό,τι δηλωθεί επί ελληνικού
εδάφους θα πρέπει να έχει προσυμφωνηθεί. Η τουρκική πλευρά αποδέχθηκε να έχουν προσυμφωνηθεί
τα όσα θα ειπωθούν στην κοινή συνέντευξη Τύπου, δηλαδή οι εισαγωγικές
τοποθετήσεις των δύο ηγετών και οι απαντήσεις τους στις δημοσιογραφικές
ερωτήσεις (κατ’ αρχήν δύο από κάθε πλευρά). Είχε αρνηθεί, όμως, να αναλάβει
δέσμευση για όσα θα πει στη συνέχεια ο Ερντογάν ως ενημέρωση στους Τούρκους
δημοσιογράφους. Επ’ αυτού οι Τούρκοι απέφυγαν να αναλάβουν συγκεκριμένη
δέσμευση.
Είναι αξιοσημείωτο πως η τουρκική πλευρά έχει δυσανεξία και
με την κατάθεση στεφάνου στο Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη, επειδή εκεί
αναγράφονται νικηφόρες μάχες των Ελλήνων εναντίον των Τούρκων! Το ίδιο είχε
συμβεί και όταν είχε επισκεφθεί την Αθήνα ο Οζάλ, σχεδόν πριν 30 χρόνια.
Δεδομένου, όμως, ότι στις επίσημες επισκέψεις το πρωτόκολλο είναι συγκεκριμένο,
ο Ερντογάν πιθανότατα θα καταθέσει στεφάνι, όπως τελικώς είχε κάνει και ο Οζάλ
και όπως κάνουν και οι Έλληνες ηγέτες όταν επισκέπτονται την Άγκυρα.
Σε καραντίνα
Όπως είναι γνωστό, η επίσκεψη Ερντογάν δρομολογήθηκε όταν
του απηύθυνε προφορική πρόσκληση ο υπουργός Εξωτερικών κατά τη διάρκεια της συνάντησής
τους στην Άγκυρα στα τέλη Οκτωβρίου. Σύμφωνα με έγκυρη πηγή, το ταξίδι του
Κοτζιά είχε κανονιστεί, όχι μέσω του ομολόγου του Τσαβούσογλου, αλλά μέσα από
κανάλι με το περιβάλλον του ίδιου του Τούρκου προέδρου.
Ο Ερντογάν είχε από το καλοκαίρι εκφράσει την επιθυμία του
να επισκεφθεί την Ελλάδα. Και η πρόσκληση προς τον Κοτζιά είχε κυρίως σκοπό να
δρομολογηθεί η επίσημη επίσκεψη το ταχύτερο δυνατόν και μάλιστα πριν το Ανώτατο
Συμβούλιο Συνεργασίας που έχει προγραμματιστεί για τον Φεβρουάριο στη
Θεσσαλονίκη. Γι’ αυτό, ανταποκρίθηκε αμέσως και ζήτησε η επίσκεψη να γίνει το
ταχύτερο δυνατόν.
Είναι προφανές, πως ο ισχυρός άνδρας της Τουρκίας ήθελε αυτή
την επίσκεψη για να στείλει ένα μήνυμα κυρίως στο εσωτερικό του πως δεν έχει
μπει σε διπλωματική καραντίνα από τη Δύση. Αν και το τελευταίο διάστημα είχε
τηλεφωνικές συνομιλίες και με τον πρόεδρο Τραμπ και με την καγκελάριο Μέρκελ,
είναι κοινός τόπος ότι και στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη επικρατεί έντονη δυσφορία
έναντι του Ερντογάν. Είναι ενδεικτικό πως αξιωματούχοι του ΝΑΤΟ δεν διστάζουν
να χαρακτηρίζουν με έντονα αρνητικό τρόπο τον πρόεδρο της Τουρκίας και την
πολιτική του.
Οι Αμερικανοί δεν θέλουν να χάσουν την Τουρκία, την οποία
θεωρούν πολύτιμο γεωπολιτικό “οικόπεδο”. Γι’ αυτό και μέχρι τώρα έχουν αποφύγει
να ωθήσουν τα πράγματα σε ανοιχτή ρήξη. Σύμφωνα με αξιόπιστες πληροφορίες, το
ερώτημα που απασχολεί το Στέιτ Ντιπάρτμεντ είναι εάν οι κινήσεις απομάκρυνσης
του Ερντογάν από τις ΗΠΑ πηγάζουν από τον θυμό του ή από ώριμη στρατηγική
επιλογή του.
Σε μια κόλλα χαρτί
Εάν πηγάζουν από τον θυμό του, στην Ουάσιγκτον θεωρούν πως
το χάσμα μπορεί να γεφυρωθεί. Εάν, όμως, πεισθούν πως πρόκειται για ώριμη
στρατηγική επιλογή, θα ξεγράψουν τον Ερντογάν με ό,τι αυτό σημαίνει. Σε μια
τέτοια περίπτωση, το ερώτημα που θέτουν οι σχεδιαστές της αμερικανικής
εξωτερικής πολιτικής είναι εάν υπάρχουν διάδοχες προσωπικότητες και δυνάμεις,
οι οποίες θα ήταν πρόθυμες να αποκαταστήσουν τις αμερικανοτουρκικές σχέσεις στο
παραδοσιακό πλαίσιό τους. Και το ερώτημα αυτό αποκτάει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, επειδή
οι Αμερικανοί έχουν πληροφορίες ότι η υγεία του Τούρκου προέδρου εμφανίζει
σημάδια επιδείνωσης.
Μέχρι τότε, πάντως, η Ουάσιγκτον δεν μένει με σταυρωμένα
χέρια. Η εν εξελίξει δίκη του Ιρανοαζέρου Ρεζά Ζαράμπ στις ΗΠΑ μετατρέπεται
ολοένα και περισσότερο σε δυνάμει εφιάλτη για τον Τούρκο πρόεδρο. Ο Ζαράμπ
είναι το κεντρικό πρόσωπο στην παραβίαση των κυρώσεων προς το Ιράν και στο
συναφές λαθρεμπόριο πετρελαίου. Ο Ζαράμπ, λοιπόν, κατέθεσε ρητά ότι την εντολή
την είχε δώσει ο ίδιος ο Ερντογάν και ο υπουργός Οικονομικών Αλί Μπαμπατζάν. Έχει
δώσει στοιχεία, μάλιστα, και για τη δωροδοκία του πρώην Τούρκου υπουργού Οικονομίας
Ζαφέρ Τσαγκλαγιάν, στον οποίο η αμερικανική Δικαιοσύνη έχει ασκήσει ποινική
δίωξη.
Η δίκη αυτή εκ των πραγμάτων συνδυάζεται με τις καταγγελίες
του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης για εμβάσματα εκατομμυρίων δολαρίων μελών
της οικογένειας Ερντογάν και στενών συνεργατών του στην υπεράκτια εταιρεία
BELVEV στη νήσο Μαν. Ας σημειωθεί ότι ο Κιλιντσάρογλου παρουσίασε τα αντίστοιχα
έγγραφα που αποδεικνύουν τις καταγγελίες του.
Διπλωματικές πηγές εκφράζουν την εκτίμηση πως και στις δύο
αυτές υποθέσεις έχει βάλει το χέρι του το “βαθύ αμερικανικό κράτος”. Είναι ένας
δοκιμασμένος τρόπος να αποσταθεροποιεί ηγέτες που προκαλούν προβλήματα στην Ουάσιγκτον,
πολύ περισσότερο που ο Ερντογάν είναι πολλαπλά ανοιχτός, και ως εκ τούτου
ευάλωτος. Γι’ αυτό και φροντίζουν να τον πλαγιοκοπούν, όπου μπορούν. Προσδοκούν
ή να τον υποχρεώσουν να επανέλθει στον “ίσιο δρόμο”, ή να τον ροκανίσουν
πολιτικά, με σκοπό να αποσταθεροποιήσουν την εξουσία του.
Η τουρκική κυβέρνηση πιστεύει ακόμα περισσότερα. Η απόπειρα
πραξικοπήματος τον Ιούλιο 2016 έπεισε τον Ερντογάν πως από πίσω ήταν οι ΗΠΑ. Όταν
καταγγέλλει τον Γκιουλέν, στην πραγματικότητα δείχνει τη CIA. Οι συνεχείς
τριβές και τα ουκ ολίγα επεισόδια που μεσολάβησαν από τότε είναι μια ισχυρή
ένδειξη ότι το χάσμα βαθαίνει, αν δεν έχει καταστεί αγεφύρωτο.
Επιχείρηση «διεθνές
γόητρο»
Αντιμετωπίζοντας, λοιπόν, ένα σαφώς αρνητικό κλίμα στη Δύση
και τεκμηριωμένες καταγγελίες στο εσωτερικό, ο Ερντογάν έχει περισσότερο από
ποτέ ανάγκη από κινήσεις που θα αλλάξουν το κλίμα ή που τουλάχιστον θα τον
συντηρήσουν την εικόνα μεγαλείου που καλλιεργεί για τον εαυτό του. Το κρίσιμο ερώτημα
είναι εάν θα τηρήσει τα συμφωνηθέντα ή εάν σκοπεύει να χρησιμοποιήσει την
επίσκεψη στην Ελλάδα για να κάνει επίδειξη εθνικισμού και δύναμης.
Η γραμμή Κοτζιά είναι ότι η Ελλάδα δεν έχει κανένα λόγο να
εμπλακεί στην αμερικανοτουρκική διελκυστίνδα. Δεν αποκλείει η Ουάσιγκτον να τα
βρει τελικώς με την Άγκυρα (επί Ερντογάν ή μετά Ερντογάν) και η Ελλάδα να
βρεθεί εκτεθειμένη. Πιστεύει, λοιπόν, ότι η Ελλάδα δεν πρέπει να συμμετάσχει σε
εντάσεις με την Τουρκία για λογαριασμό τρίτων. Το πώς, άλλωστε, θα διαμορφωθούν
τελικώς οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις δεν θα εξαρτηθεί από την ελληνική
εξωτερική πολιτική. Ως εκ τούτου, σε αυτό το επίπεδο η Αθήνα οφείλει να είναι
ιδιαιτέρως προσεκτική.
Κατά τα άλλα, στην ατζέντα των συνομιλιών θα είναι τα γνωστά
θέματα: το προσφυγικό-μεταναστευτικό, η ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας, το Κυπριακό,
η θαλάσσια σύνδεση της Σμύρνης με τη Θεσσαλονίκη, η σιδηροδρομική σύνδεση της
Θεσσαλονίκης με την Κωνσταντινούπολη και η κατασκευή γέφυρας στους Κήπους του
Έβρου. Η τουρκική πλευρά θα επαναφέρει το ζήτημα των οκτώ κατηγορουμένων που
έχουν πάρει άσυλο στην Ελλάδα, ενώ θετικά υποδέχθηκε την πρόσφατη σύλληψη μελών
τουρκικής ακροαριστερής οργάνωσης από τις ελληνικές υπηρεσίες ασφαλείας.
(Πηγή:
slpress.gr)