Αύξηση των πωλήσεων, ενίσχυση του κεφαλαίου κίνησης, υποχώρηση της πελατειακής βάσης των επιχειρήσεων, αύξηση του αριθμού των προμηθευτών, βελτίωση των δεικτών αποδοτικότητας κεφαλαίων, υποχώρηση του μικτού περιθωρίου κέρδους, ενίσχυση του καθαρού περιθωρίου κέρδους και βελτίωση της κατανομής του κοινωνικού προϊόντος παρουσιάζει ο κλάδος εμπορίας πετρελαιοειδών για την περίοδο 1999-2005, σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ). Αναλυτικότερα, όπως αναφέρεται στη μελέτη «Συγκεντρωτικά Στοιχεία και Αριθμοδείκτες του Κλάδου Εμπορίας Πετρελαιοειδών για την περίοδο 1999-2005», η οποία παρουσιάστηκε από το ΙΟΒΕ χθες, οι πωλήσεις του κλάδου πετρελαιοειδών (σε αξία) μετά την σημαντική αύξηση (+40,9%) το 2000 κινήθηκαν ελαφρώς πτωτικά το 2001 σημειώνοντας πτώση 6,9%. Στη συνέχεια όμως ανέκαμψαν καταγράφοντας αύξηση 1,2% το 2002, 14,4% το 2003, 7,6% το 2004 ενώ το 2005 ενισχύθηκαν σε ποσοστό 22,2% λόγω της σημαντικής αύξησης των διεθνών τιμών. Τα μικτά κέρδη των εταιριών του κλάδου υποχώρησαν κατά -0,5% το 2005 σε σχέση με το 2004 λόγω της σημαντικής αύξησης του κόστους CIF, ενώ τα καθαρά κέρδη σημείωσαν αύξηση κατά 80,5% λόγω του περιορισμού του διοικητικού κόστους και της μείωσης του φορολογικού συντελεστή. Τα καθαρά κέρδη μετά φόρων ανά λίτρο ανέρχονται σε 0,7 λεπτά το 2005 από 0,3 λεπτά το 1999. Η καθαρά θέση των επιχειρήσεων αυξάνεται με μέσο ετήσιο ρυθμό 10,7%. Οι μακροπρόθεσμες υποχρεώσεις ενισχύονται με ταχύτερο ρυθμό από την καθαρά θέση που ισούται με 15,3% ετησίως, την περίοδο 1999-2005. Η εξάρτηση των επιχειρήσεων εμπορίας πετρελαιοειδών ενισχύεται περαιτέρω με την αύξηση του βραχυπρόθεσμου τραπεζικού δανεισμού κατά 12,4% ετησίως. Ο βραχυπρόθεσμος τραπεζικός δανεισμός το 2005 είναι 1,8 φορές υψηλότερος του συνολικού μακροπρόθεσμου. Θετική εξέλιξη, σύμφωνα με την ανάλυση του ΙΟΒΕ, αποτελεί η φθίνουσα πορεία της σχέσης αυτής (βραχυπρόθεσμος-μακροπρόθεσμος δανεισμός) καθώς το 1999 ο πρώτος είναι 2 φορές υψηλότερος του τελευταίου. Το συνολικό κόστος πωληθέντων αν και ενισχύεται με μέσο ετήσιο ρυθμό 11,3% ετησίως, την επταετία 1999-2005, παρουσιάζει έντονες διακυμάνσεις αφού τις 2 από τις 6 υπό ανάλυση χρονιές σημειώνει αρνητική ετήσια μεταβολή. Αντίθετα, το 2000 καταγράφει την υψηλότερη θετική μεταβολή που ισούται με 44,6%. Σημαντική βελτίωση παρουσιάζουν οι περισσότεροι αριθμοδείκτες αποδοτικότητας του κλάδου εμπορίας πετρελαιοειδών στην περίοδο 1999 – 2005: -- Ο δείκτης κέρδη προ φόρων προς πωλήσεις διαμορφώθηκε το 2005 στο 2,3% έναντι 2,1% το 2004 και 1,6% το 1999. -- Ο δείκτης μικτά κέρδη προς πωλήσεις διαμορφώθηκε την περασμένη χρονιά στο 8% έναντι 9,8% το 2004 και 10,2% το 1999. -- Ο δείκτης αποδοτικότητας ιδίων κεφαλαίων προς πωλήσεις διαμορφώθηκε το 2005 στο 18,5% από 11,4% το 2004 και 8,2% το 1999. -- Ο δείκτης αποδοτικότητας ιδίων κεφαλαίων προ φόρων διαμορφώθηκε στο 29,3% έναντι 24,5% το 2004 και 16,1% το 1999. -- Τέλος, ο δείκτης αποδοτικότητας συνόλου των απασχολουμένων κεφαλαίων ανήλθε το 2005 στο 17,4% από 16,2% το 2004 και 12,3% το 1999. Την ανάλυση πραγματοποίησαν ο κ. Π. Σερβόπουλος, Ερευνητικός Συνεργάτης του ΙΟΒΕ και ο κ. Χ. Στοφόρος, Σύμβουλος Έρευνας του ΙΟΒΕ. Επιστημονικός Υπεύθυνος – Συντονιστής της ανάλυσης ήταν ο καθηγητής Θεοδόσιος Β. Παλάσκας, Διευθυντής Έρευνας του ΙΟΒΕ.