Μονόδρομο χαρακτήρισε ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Γιώργος Σταθάκης, την αποεπένδυση του 40% των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ, μετά την καταδίκη από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για δεσπόζουσα θέση της επιχείρησης στην πρόσβαση σε ορυχεία λιγνίτη.

Μονόδρομο χαρακτήρισε ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Γιώργος Σταθάκης, την αποεπένδυση του 40% των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ, μετά την καταδίκη από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για δεσπόζουσα θέση της επιχείρησης στην πρόσβαση σε ορυχεία λιγνίτη.

Ο κ. Σταθάκης, μιλώντας χθες, Τρίτη, από το βήμα του 10ου Περιφερειακού Αναπτυξιακού Συνεδρίου Πελοποννήσου στην Τρίπολη, επεσήμανε, ωστόσο, ότι η κυβέρνηση έθεσε και διασφάλισε τρεις όρους σχετικά με την αποεπένδυση: α) τη διασφάλιση των θέσεων απασχόλησης και των εργασιακών σχέσεων, β) τη διαφάνεια της διαδικασίας απόσχισης και πώλησης και γ) τον επωφελή χαρακτήρα της αποεπένδυσης για τη ΔΕΗ και την περαιτέρω ανάπτυξη της εταιρείας.

Όπως υπογράμμισε ο κ. Σταθάκης, η συμφωνία επιτρέπει στη ΔΕΗ να διατηρήσει το σύνολο των μονάδων φυσικού αερίου και όλα τα υδροηλεκτρικά της εργοστάσια, σε αντίθεση με το σχέδιο για τη «Μικρή ΔΕΗ», το οποίο ήταν οριζόντιο και η κυβέρνηση ακύρωσε. Επίσης, με την πρόταση που υποβλήθηκε σε market test και προχωρά, σήμερα η ΔΕΗ διατηρεί αλώβητο το 90,9% του συνολικού παραγωγικού δυναμικού της και το 78,6% του λιγνιτικού δυναμικού της.

Ο Υπουργός ανακοίνωσε ότι θα έρθει στη Βουλή τις επόμενες εβδομάδες, ύστερα από ευρύ διάλογο με την τοπική κοινωνία και τους φορείς, το σχετικό νομοσχέδιο που θα περιγράφει αναλυτικά τη διαδικασία της αποεπένδυσης, τον τρόπο που οι μονάδες θα διαχωριστούν από τη ΔΕΗ, τη διασφάλιση των εργασιακών δικαιωμάτων και τις δεσμεύσεις της κυβέρνησης που υλοποιήθηκαν στη συμφωνία με την ΕΕ.

Η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και οι περιβαλλοντικοί στόχοι που τίθενται από τη «Συμφωνία των Παρισίων» και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή (ΕΕ), οδηγούν σε γενναίες αποφάσεις για την αλλαγή του ενεργειακού μείγματος πάνω σε τρεις βασικούς άξονες, σημείωσε ο Υπουργός: τη σταδιακή αποεπένδυση από τον λιγνίτη, την ταχύρυθμη αύξηση της εκμετάλλευσης Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ), τη διασφάλιση της ενεργειακής επάρκειας στη μεταβατική φάση, με τη χρήση του φυσικού αερίου.

Κεντρικό ρόλο στην ενεργειακή μετάβαση παίζει η ανάπτυξη των ΑΠΕ, υπογράμμισε ο κ. Σταθάκης. Στόχος είναι μέχρι το τέλος της επόμενης δεκαετίας περίπου το μισό της ενέργειας που καταναλώνεται για ηλεκτροπαραγωγή να προέρχεται από ΑΠΕ, έναντι 29% σήμερα.

Στο ίδιο πλαίσιο, ο υπουργός αναφέρθηκε επίσης στο νέο νόμο για τις Ενεργειακές Κοινότητες που δίνει τη δυνατότητα σε πολίτες, ΟΤΑ, μικρές και μεσαίες τοπικές επιχειρήσεις να εμπλακούν στον ενεργειακό σχεδιασμό, μέσω της δυναμικής συμμετοχής τους σε ενεργειακά εγχειρήματα.

Για τη μεταβατική περίοδο, το φυσικό αέριο αξιοποιείται ως καύσιμο-γέφυρα, είτε επεκτείνοντας το σχετικό δίκτυο, είτε αναπτύσσοντας υποδομές. Ο αγωγός του ΔΕΣΦΑ φτάνει μέχρι τη Μεγαλόπολη. Η Δημόσια Εταιρία Διανομής Αερίου Λοιπής Ελλάδος έχει ήδη εντάξει στο πρόγραμμα ανάπτυξης την ανάπτυξη δικτύου από το 2019 σε Κόρινθο, Άργος, Ναύπλιο, Τρίπολη, Σπάρτη και Καλαμάτα.

Συγκεκριμένα, εντός του 2019 αναμένεται να προχωρήσει η επέκταση του δικτύου φυσικού αερίου σε Τρίπολη, Σπάρτη, Κόρινθο, Καλαμάτα, Άργος και Ναύπλιο. Σύμφωνα με τον κ. Σταθάκη, μεθαύριο θα υπογραφεί από τη ΔΕΔΑ (Δημόσια Επιχείρηση Δικτύων Διανομής Αερίου) και την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων συμφωνία για ένα πολύ μεγάλο δάνειο το οποίο θα στηρίξει τα σχέδια για την επέκταση του αγωγού του ΔΕΣΦΑ, πέρα από τη Μεγαλόπολη, προς τις υπόλοιπες πόλεις της Πελοποννήσου.

Ο Υπουργός στάθηκε, επίσης, στο ζήτημα της ηλεκτρικής διασύνδεσης της Κρήτης με την Πελοπόννησο μέχρι το 2020, καθώς και στο ζήτημα του κορεσμού του Δικτύου Υψηλής Τάσης της Πελοποννήσου, που έχει ως αποτέλεσμα να μην υπάρχει δυνατότητα απορρόφησης επιπλέον ισχύος από ΑΠΕ. Στην κατεύθυνση αυτή, ο ΑΔΜΗΕ υλοποιεί την επέκταση του δικτύου των 400 kV, έχοντας προβλέψει να πραγματοποιηθούν δύο συνδέσεις του ΚΥΤ Μεγαλόπολης.

Κλείνοντας, ο Υπουργός επισήμανε ότι η συζήτηση για τη μεταλιγνιτική περίοδο είναι ανοιχτή, αναπτύσσεται ένας ευρύτερος διάλογος στην Ευρωπαϊκή Ένωση και «καλούμαστε η μετάβαση αυτή να γίνει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο».