Tου Κώστα Ιορδανίδη
Ο πρόεδρος της Ρωσίας κ. Βλαντιμίρ Πούτιν αναμένεται στην Αθήνα την προσεχή Τετάρτη, πραγματοποιώντας την τρίτη του επίσκεψη στην Ελλάδα από τον Σεπτέμβριο του 2005. Πρόκειται για γεγονός μάλλον ασύνηθες, ιδίως εάν λάβει κανείς υπ’ όψιν την ασυμβατότητα μεγεθών των δύο κρατών ή το ειδικό τους βάρος στο διεθνές και στο περιφερειακό επίπεδο. Η συμφωνία γιά την κατασκευή του αγωγού Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολης που θα υπογραφεί την προσεχή Πέμπτη στην Αθήνα παρουσία του κ. Πούτιν και των πρωθυπουργών Ελλάδος κ. Κ. Καραμανλή και Βουλγαρίας κ. Σεργκέι Στανίσεφ δεν έχει τέτοιο οικονομικό ενδιαφέρον που να δικαιολογεί την έλευση του ισχυρού ηγέτου της μετακομμουνιστικής Ρωσίας. Η πιθανότερη εξήγηση είναι ότι ο κ. Πούτιν οικοδομεί την αξιοπιστία του ως οικονομικού εταίρου με τις χώρες της «παλαιάς» Ευρώπης, μη επιτρέποντας να επηρεάζεται η συμπεριφορά του από το «μέγεθος» του συνεταίρου του ή το οικονομικό εύρος της όποιας συμφωνίας. Ακολουθεί από μιαν άποψη την πρακτική του ικανού «εμπόρου» μιας παλαιότερης εποχής, που οικοδομεί προσωπικώς τις σχέσεις του με τους διάφορους οικονομικούς του συνεργάτες. Αυτό βεβαίως δημιουργεί αμηχανία σε ορισμένους συμμάχους της χώρας και σε όσους εν Ελλάδι θεωρούν την όποια παρέκκλιση από την τροχιοδρομημένη πορεία των εξωτερικών σχέσεων, ως άσκηση μάλλον κινδυνώδη. Υποστήριξαν ορισμένοι ότι η επικριτική τοποθέτηση του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών στις δηλώσεις του Ρώσου στρατηγού Νικολάι Σολοφστόφ, εξ αφορμής της αναπτύξεως αμερικανικού αντιπυραυλικού συστήματος στην Πολωνία και στην Τσεχία, θα μπορούσε να οδηγήσει στη ματαίωση της επισκέψεως του κ. Πούτιν. Η εκτίμηση απεδείχθη εσφαλμένη –και δεν μπορούσε να συμβεί αλλιώς– διότι ο κ. Πούτιν ενεργεί με βάση μια ευρύτερη ημερησία διάταξη και δεν αντιδικεί με την όποια απόπειρα νομιμοφροσύνης προς τις ΗΠΑ κάποιων στελεχών ή ακόμη και της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Εξωτερικών της Ελλάδος. Αντίθετα με τις πληροφορίες που είδαν το φώς της δημοσιότητος την περασμένη εβδομάδα, ο κ. Πούτιν φαίνεται να αποσυνδέει την πολιτική –με την ευρεία και κλασική έννοια της λέξεως– από την οικονομική συνεργασία, διότι πιστεύει πιθανότατα ότι η ανάπτυξη οικονομικών σχέσεων θα δημιουργήσει και τις συνθήκες πολιτικής οσμώσεως, σε κάποια φάση στο μέλλον. Πρόκειται με άλλα λόγια για πλήρη αντιστροφή της πρακτικής που ακολουθούσε το Κρεμλίνο επί του κομμουνιστικού καθεστώτος, όταν αγωνιζόταν να επιβεβαιώσει την ισχύ του, περίπου αποκλειστικά, σε επίπεδο πολιτικό και στρατιωτικό, πριν οδηγηθεί στην κατάρρευση. Αλλά πέραν του επιχειρηματικού ενδιαφέροντος υπάρχει και μια μάλλον άυλη, πολιτιστική διάσταση στις επισκέψεις του κ. Πούτιν, που αφορά το Αγιο Ορος και στην κοινή παράδοση της Ορθοδοξίας, που συνδέεει επί αιώνες τη Ρωσία και τον ελληνισμό, πολύ πριν από την ίδρυση του Ελληνικού Βασιλείου. Εξαρτάται από την ελληνική κυβέρνηση να επιχειρήσει εμβάθυνση της συνεργασίας με τη Μόσχα στον οικονομικό αλλά και στον πολιτιστικό τομέα, που επίσης παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον. Κάποιοι βεβαίως θα αντιδράσουν, το ερώτημα είναι εάν κατισχύσουν στο τέλος οι απόψεις τους. (Από την εφημερίδα Καθημερινή, 11/03/2007)

Διαβάστε ακόμα