Του Β. Χιώτη
Όταν οι πόρτες του Μεγάρου Μαξίμου έκλεισαν και η ρωσική αποστολή είχε απομακρυνθεί αρκετά, οι συνεργάτες του κ. Καραμανλή πήραν μία βαθιά ανάσα. Όλα είχαν καλά στις συνομιλίες και η νευρικότητα που είχε δημιουργηθεί τον τελευταίο μήνα, τόσο από τις δηλώσεις Πούτιν στη Μόσχα για τις καθυστερήσεις στην υπογραφή της συμφωνίας όσο και από άστοχες κινήσεις της ελληνικής διπλωματίας, είχε εξαφανισθεί. Ζημιά στις ελληνορωσικές σχέσεις δεν έγινε λοιπόν, αλλά η ελληνική κυβέρνηση πήρε χθες το μάθημά της. Ο κ. Καραμανλής συνειδητοποίησε χθες ότι κανείς πλέον δεν μπορεί να χαράσσει την εξωτερική πολιτική του αγνοώντας τις θέσεις της Ρωσίας. Και ήταν λάθος που η κυβέρνησή του συνέχισε μέχρι πρότινος να αδιαφορεί για αυτές. Το συμπέρασμα απ’ όσα είπαν χθες ο κ. Πούτιν και ο κ. Καραμανλής είναι ότι η Ρωσία έπειτα από μία περίοδο παρακμής αναδεικνύεται και πάλι πρωταγωνίστρια των εξελίξεων στον πλανήτη, αφού τα ενεργειακά αποθέματα που διαθέτει αλλά και ο τρόπος που τα αξιοποιεί την καθιστούν και πάλι ηγέτιδα δύναμη που δεν βρίσκεται πια απομονωμένη στο βορειοανατολικό άκρο της Ευρώπης. Οι χώρες που βρίσκονται κοντά της λοιπόν και που επηρεάζονται άμεσα από τη δραστηριότητα της Ρωσίας δεν έχουν πια να διαλέξουν ανάμεσα στην Ευρώπη και στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπως είχαν πριν από μερικά χρόνια, αλλά ανάμεσα στις Ηνωμένες Πολιτείες, στην Ευρώπη και στη Ρωσία. Η δε Ρωσία καθιστά πλέον σαφές ότι δεν θα «καταπίνει» στο εξής φιλοαμερικανικές κινήσεις από χώρες που θέλουν να ονομάζονται σύμμαχοί της, απαιτώντας μεγαλύτερο σεβασμό στις δικές της θέσεις. Και η ελληνική κυβέρνηση λοιπόν θα σταθμίζει πλέον καλύτερα και τις αντιδράσεις της Ρωσίας, προτού κλείσει ξανά το μάτι στους Αμερικανούς ή συνταχθεί με φιλοαμερικανικές θέσεις στην Ευρώπη. Στο κάτω κάτω, τα κέρδη από τα περιστασιακά φλερτ με τις Ηνωμένες Πολιτείες σπανίως ήταν χειροπιαστά, ενώ τα κέρδη από τη στρατηγική συμμαχία με τη Ρωσία είναι ήδη ορατά και καθόλου ευκαταφρόνητα. (Το Βήμα, 16/3/2007)

Διαβάστε ακόμα