Οι πρόσφατες μεταβολές στις τιμές του πετρελαίου στέλνουν ορισμένα ...μικτά μηνύματα τόσο για τα τρέχοντα όσο και για τα μακροπρόθεσμα βασικά στοιχεία της αγοράς.

Ουσιαστικά αντανακλούν την αυξημένη αβεβαιότητα καθώς και την μεγάλη απόκλιση των προσδοκιών σχετικά με βασικούς παράγοντες που διαμορφώνουν την πετρελαϊκή αγορά, βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα, συμπεριλαμβανομένου του μεγέθους των πιθανών ζημιών -αφενός από την υπόθεση του Ιράν (μετά την απόσυρση των ΗΠΑ από την πυρηνική συμφωνία) και την πορεία μείωσης της παραγωγής πετρελαίου της Βενεζουέλας και αφετέρου από την αβεβαιότητα σχετικά με το εάν ο ΟΠΕΚ θα ...αποχωρήσει σύντομα από τη συμφωνία.

Αυτά αναφέρει, μεταξύ άλλων, σε σχόλιό του ο Δρ. Bassam Fattouh, διευθυντής του Ινστιτούτου Ενεργειακών Μελετών της Οξφόρδης και καθηγητής της Σχολής Ανατολικών και Αφρικανικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Λονδίνου. Ζητούμενο αποτελεί ο αντίκτυπος που ενδέχεται να έχουν οι πρόσφατες αυξήσεις στις τιμές του πετρελαίου στη ζήτηση πετρελαίου και εάν η αγορά θα αντιμετωπίσει κρίση εφοδιασμού τα επόμενα δύο χρόνια, εξαιτίας των περιορισμένων επενδύσεων.

Με την πάροδο του χρόνου, μερικές από αυτές τις αβεβαιότητες θα επιλυθούν, όπως αναφέρει ο καθηγητής, ωστόσο, μπορεί να χρειασθεί αρκετός χρόνος και ο μηχανισμός προσαρμογής παραμένει ασαφής. Και για αυτό οι διάφοροι παράγοντες της αγοράς δεν έχουν πολλές επιλογές.

Τις τελευταίες εβδομάδες παρατηρείται ένα ράλι τιμών. Για παράδειγμα, στο brent η τιμή αυξήθηκε, από 66 δολάρια το βαρέλι, σε περισσότερα από 78 δολάρια το βαρέλι, μεταξύ 5 Απριλίου 2018 και 14 Μαΐου 2018, αύξηση μεγαλύτερη από 18%. Δεδομένου ότι οι βασικές αρχές της προσφοράς και της ζήτησης δεν άλλαξαν σημαντικά, κατά τη διάρκεια αυτής της σύντομης περιόδου, αυτές οι αιφνίδιες αυξήσεις των τιμών, μεταξύ άλλων, αντικατοπτρίζουν, σύμφωνα με τον Bassam Fattouh, κυρίως κερδοσκοπικά “παιχνίδια” τα οποία αναμένεται να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο, πιέζοντας προς τα πάνω τις τιμές του πετρελαίου πέρα από τις μεταβολές της προσφοράς και της ζήτησης. Επίσης, μια πιθανή άνοδος των τιμών του πετρελαίου προσελκύει οικονομικές ροές σε ένα εμπόρευμα για το οποίο πριν από μερικά χρόνια, υπήρχε ευρεία πεποίθηση ότι η τιμή του θα παραμείνει «χαμηλότερη για πολύ περισσότερο» ή ακόμα και «χαμηλότερη για πάντα» εξαιτίας και των υψηλών αποθεμάτων.

Σε κάθε περίπτωση, στις 25 Μαΐου η τιμή brent έκλεισε στα 76,44 δολάρια το βαρέλι, με την συναλλαγματική ισοτιμία του δολαρίου προς 1,1675 ευρώ. Γι΄ αυτό και η ΠΟΠΕΚ (Πανελλήνια Ομοσπονδία Πρατηριούχων Εμπόρων Καυσίμων) για την Τρίτη 29/5/18 αναμένει (με κάθε επιφύλαξη), μικρή περαιτέρω αύξηση στις τιμές όλων των καυσίμων και στο υγραέριο.

Η αύξηση, διεθνώς, των τιμών του αργού πετρελαίου επηρεάζει αναλογικά τη διαμόρφωση των τιμών λιανικής σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ. Ωστόσο, η ΠΟΠΕΚ καταγγέλλει ότι, στην Ελλάδα ο βασικός παράγοντας των υψηλών τιμών, έχει σχέση με την υψηλή φορολόγηση των καυσίμων (ΕΦΚ και ΦΠΑ), όταν π.χ. σε ένα λίτρο αμόλυβδης βενζίνης οι φόροι είναι περίπου 0,94 ευρώ.

Σύμφωνα με την ΠΟΠΕΚ, η Ελλάδα, από τις αρχές του 2017 είναι η τρίτη χώρα με τον υψηλότερο ΕΦΚ στην Ευρωπαϊκή Ένωση και έχει την τρίτη ακριβότερη τιμή στην Ευρώπη των 28. Όπως καταδεικνύουν τα στοιχεία της Ομοσπονδίας, στις 14/5/2018 η επίσημη μέση τιμή της αμόλυβδης 95oct. στα 28 κράτη μέλη της ΕΕ διαμορφώθηκε στο 1,437 ευρώ και στην Ελλάδα στο 1,601 ευρώ.

Η ΠΟΠΕΚ έχει επισημάνει και στο παρελθόν ότι η αύξηση της φορολογίας δεν θα φέρει την προσδοκώμενη αύξηση των δημοσίων εσόδων, ούτε θα συμβάλει στην οικονομική ανάπτυξη, αλλά θα επιφέρει αντίθετα από τα προσδοκώμενα αποτελέσματα.