Στα Άκρα Οδηγεί τα Πράγματα ο Τραμπ: Οι ΗΠΑ Επαναφέρουν τις Κυρώσεις Κατά του Ιράν

Στα Άκρα Οδηγεί τα Πράγματα ο Τραμπ: Οι ΗΠΑ Επαναφέρουν τις Κυρώσεις Κατά του Ιράν
του Αδάμ Αδαμόπουλου
Τρι, 7 Αυγούστου 2018 - 12:56

Μαύρα σύννεφα βαραίνουν τον διεθνή ορίζοντα. Οι ΗΠΑ επαναφέρουν τις κυρώσεις σε βάρος του Ιράν εντείνοντας τις πιέσεις προς το καθεστώς της Τεχεράνης με μια σειρά σκληρών οικονομικών κυρώσεων, την ώρα που η ισλαμική χώρα βρίσκεται στη δίνη εκτεταμένων κοινωνικών αναταραχών. Ο Πρόεδρος Τράμπ επιβεβαίωσε ότι θα επαναφέρει τις αμερικανικές κυρώσεις σε βάρος της Τεχεράνης που είχαν αρθεί, κατά το μεγαλύτερο μέρος τους, πλην των τραπεζικών, από τον Ιανουάριο του 2016

Τη χρονιά εκείνη τέθηκε σε πλήρη ισχύ η συμφωνία JCPOA που υπεγράφη το καλοκαίρι του 2015, μεταξύ του Ιράν και των έξι κρατών-μελών του Συμβουλίου Ασφάλειας του ΟΗΕ, συν την Γερμανία, για τον έλεγχο του πυρηνικού προγράμματος της χώρας. Οι ΗΠΑ αποσύρθηκαν μονομερώς από τη συμφωνία τον προηγούμενο Μάιο

Οι κυρώσεις, που άρχισαν να εφαρμόζονται από σήμερα, Τρίτη, απαγορεύουν στο Ιράν να χρησιμοποιεί το αμερικανικό νόμισμα για τις διεθνείς εμπορικές συναλλαγές του. Εμποδίζουν, επίσης, το εμπόριο αυτοκινήτων και μετάλλων, καθώς και των ορυκτών, όπως χρυσός, άνθρακας και αλουμίνιο. Θα απαγορεύεται, ακόμη, στο Ιράν να προμηθεύεται, εφεξής αμερικανικά και ευρωπαϊκά επιβατικά αεροσκάφη. 

«Οι ιδιώτες ή άλλοι φορείς που δεν συμμορφώνονται με τις κυρώσεις και θα εξακολουθήσουν να συναλλάσσονται με το Ιράν κινδυνεύουν να υποστούν σοβαρές συνέπειες», δήλωσε ο κ. Τραμπ.

Με την κίνηση αυτή ο πρόεδρος των ΗΠΑ επιχειρεί να «ξηλώσει», τη συμφωνία για τα πυρηνικά που είχε υπογραφεί την περίοδο της διακυβέρνησης Μπαράκ Ομπάμα, την οποία έχει χαρακτηρίσει  «φρικτή και μονόπλευρη συμφωνία». Τον Νοέμβριο, οι ΗΠΑ θα επαναφέρουν σε ισχύ ακόμη ένα τμήμα των κυρώσεων που θα απαγορεύουν τις εισαγωγές ενέργειας από τον Ιράν και θα εμποδίςουν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα να πραγματοποιούν συναλλαγές με την κεντρική τράπεζα της Τεχεράνης.

Το Ιράν αντέδρασε άμεσα. Ο Mohammad Javad Zarif, ο Ιρανός υπουργός Εξωτερικών, δήλωσε ότι ο «εκφοβισμός, η οικονομική δύναμη και η πολιτική πίεση [από την Ουάσιγκτον] μπορεί να έχουν προκαλέσει κάποιες διαταραχές [στο εσωτερικό του Ιράν] αλλά σήμερα οι ΗΠΑ θα πρέπει να αισθάνονται απομονωμένες από τον υπόλοιπο  κόσμο».

Η απώλεια πλέον του 50% της ισοτιμίας του εθνικού νομίσματος του Ιράν έναντι του δολαρίου, φέτος, έχει κλονίσει την οικονομία της ισλαμικής χώρας. Οι αυξανόμενες τιμές των καταναλωτικών αγαθών και η ανεργία πυροδότησαν την έντονη δυσφορία των κοινωνικών στρωμάτων. Ο John Bolton, σύμβουλος ασφάλειας των ΗΠΑ, δήλωσε ότι η βουτιά του ριάλ και τα συμπαρομαρτούντα οικονομικά προβλήματα κατέδειξαν ότι η απειλή κυρώσεων είχε ήδη «σημαντικό αντίκτυπο» στο Ιράν.

Αμερικανοί αξιωματούχοι δήλωσαν ότι παρόλο που ο κ. Τραμπ ασκούσε αυξανόμενη πίεση στο καθεστώς, ήταν, εν τούτοις, πρόθυμος να συναντηθεί με την ιρανική ηγεσία -προσφορά που απορρίφθηκε από το Ιράν – κατά τον ίδιο τρόπο που συναντήθηκε με τον βορειοκορεάτη δικτάτορα Kim Jong Un στην Σιγκαπούρη.

Ο κ. Μπόλτον υποστήριξε ότι η προσέγγιση του Λευκού Οίκου έναντι του Ιράν και της Βόρειας Κορέας ήταν ταυτόσημη, δηλαδή ασκήθηκε «η μέγιστη πίεση στις δύο κυβερνήσεις να εγκαταλείψουν την επιδίωξή τους να αποκτήσουν πυρηνικά όπλα, αλλά και η βούληση να υπάρξει διάλογος με τους ηγέτες τους για να λυθεί το αδιέξοδο».

Όμως, ο Ιρανός πρόεδρος Χασάν Ρουχανί δήλωσε, την Δευτέρα, ότι δεν μπορούν να υπάρξουν διαπραγματεύσεις με τις ΗΠΑ, την ώρα που η κυβέρνηση Τράμπ προχωρούσε στην επαναφορά των κυρώσεων.

 «Οι διαπραγματεύσεις δεν έχουν νόημα όταν επιβάλλονται κυρώσεις εναντίον των παιδιών και των πολιτών ανθρώπων του Ιράν», ανέφερε ο κ. Ρουχανί, μιλώντας στην κρατική τηλεόραση. «Θα πρέπει, πρώτα,  να αφήσετε το μαχαίρι που βαστάτε», είπε χαρακτηριστικά.

Η Suzanne Maloney, εμπειρογνώμονας για θέματα Ιράν στο Brookings Institution, δήλωσε ότι, ενώ το καθεστώς εμφανίζεται απρόθυμο να συζητήσει με την ηγεσία του Λευκού Οίκου, προέκυψε, εν τούτοις, μια τάση, στο εσωτερικό του Ιράν, προς την κατεύθυνση της επιδίωξης μιας ειρηνικής επίλυσης της κρίσης. «Υπάρχει ρεαλιστική αναγνώριση ότι πρέπει να επωφεληθούν από κάθε επιλογή που θα μπορούσε να αποτρέψει την κλιμάκωση της αντιπαράθεσης», πρόσθεσε η ίδια.

Ο Karim Sadjadpour, εμπειρογνώμονας για θέματα Ιράν στο Carnegie Endowment, είπε, με τη σειρά του, πως, αν και το Ιράν αντιμετωπίζει μια διαφορετική κατάσταση σε σχέση με την Βόρεια Κορέα, ενδέχεται να αναγκαστεί να καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.

Υποστήριξε, δε, πως ο πρωταρχικός στόχος του 79χρονου Aγιατολάχ Χαμενεί ήταν «να διατηρήσει την ηγεμονία του για όσο διάστημα είναι εν ζωή" και πρόσθεσε: «Αψηφά τις ΗΠΑ επί τέσσερις δεκαετίες και το ένστικτό του είναι να αδιαφορήσει για τον Τραμπ. Αλλά αν η οικονομική πίεση καταστεί υπερβολική, μπορεί να χρειαστεί να καταπιεί την υπερηφάνειά του και να αποδεχτεί το διάλογο με τις ΗΠΑ».

Η πολιτική του Λευκού Οίκου επικρίθηκε από την Ευρώπη όπου, η Γαλλία, η Γερμανία και η Βρετανία επιθυμούν να διατηρήσουν τη συμφωνία με το Ιράν για τα πυρηνικά, ακόμη και χωρίς τη συμμετοχή των ΗΠΑ.

Οι υπουργοί Εξωτερικών των τριών χωρών με δήλωσή τους που συνυπέγραψε η Φεντερίκα Μογκερίνι, επικεφαλής διπλωμάτης της Ε.Ε., υποστηρίζουν ότι η Ένωση εκφράζει «βαθιά λύπη», για την επαναφορά των κυρώσεων. «Η διατήρηση της πυρηνικής συμφωνίας με το Ιράν είναι θέμα σεβασμού των διεθνών συμφωνιών και ζήτημα διεθνούς ασφάλειας», τονίζεται στην ανακοίνωση που εξέδωσαν.

Η Ε.Ε. προχωρά όμως και σε ένα βήμα περισσότερο. Ανακοίνωσε πως θα επιτρέψει στις ευρωπαϊκές εταιρείες που επλήγησαν από κυρώσεις να μηνύσουν την αμερικανική κυβέρνηση…