ο καθηγητής του ΕΜΠ και πρόεδρος του παγκόσμιου δικτύου για την πράσινη ενέργεια «REN21», κ. Αρθούρος Ζερβός. Η ένταση στις επενδύσεις ΑΠΕ συνδέεται με την πτώση στις τιμές του εξοπλισμού των αιολικών ή φωτοβολταϊκών πάρκων. Στην Ελλάδα από το 2010 έως σήμερα οι τιμές του εξοπλισμού φωτοβολταϊκών πάρκων έχουν πέσει κατά 80% και των αιολικών κατά 40%. «Δεν υφίσταται πλέον το επιχείρημα ότι οι ΑΠΕ είναι ακριβές», τόνισε ο κ. Ζερβός, καθώς όπως επεσήμανε ο ίδιος, πέρα από το μειούμενο κόστος του εξοπλισμού, άλλαξε και ο τρόπος που σήμερα υποστηρίζεται η παραγωγή πράσινης ενέργειας, μέσω των μειοδοτικών δημοπρασιών.
Ωστόσο, ο καθηγητής υποστήριξε ότι, οι δημοπρασίες ενέχουν και κινδύνους διότι βγάζουν ...εκτός γηπέδου τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, καθώς οι διεθνείς ενεργειακοί κολοσσοί έχουν ευκολότερη πρόσβαση π.χ. σε τραπεζικό δανεισμό, είναι πιο ευέλικτοι στη διαχείριση κλπ. Γι’ αυτό σύμφωνα με τον κ. Ζερβό, χρειάζονται διορθωτικά μέτρα, όπως είναι για παράδειγμα ο θεσμός των ενεργειακών κοινοτήτων, ώστε να ενισχυθούν και οι μικρότεροι παίκτες της αγοράς.
Δύσκολη η ανάπτυξη χωρίς διασυνδέσεις, έξυπνα δίκτυα και αποθήκευση
Στην ηλεκτροπαραγωγή από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ), όπως τόνισε ο κ. Ζερβός, τα τελευταία χρόνια, έγινε κοσμογονία. Όμως η ηλεκτροπαραγωγή αντιπροσωπεύει μόνο το 20% της παγκόσμιας ενεργειακής ζήτησης. Το υπόλοιπο 80% αφορά στην ενεργειακή κατανάλωση του τομέα ψύξης – θέρμανσης (48%) και στις μεταφορές (32%). Γι’ αυτό θα είναι δύσκολο να επιτευχθούν οι δεσμεύσεις που έχουν ληφθεί βάσει της Συμφωνίας του Παρισιού για τον περιορισμό του άνθρακα και την ανάσχεση της κλιματικής αλλαγής.
Στην Ελλάδα, σύμφωνα με τον ίδιο, είναι αδύνατο να επιτευχθεί ο στόχος του 20% ενεργειακή κατανάλωση από ΑΠΕ έως το 2020. Είναι χαρακτηριστικό ότι, το διάστημα 2008 – 2013, η συνεισφορά της ανανεώσιμης ενέργειας στη συνολική ενεργειακή κατανάλωση της χώρα μας αυξήθηκε από 8% σε 15%, αλλά από το 2013 και μετά, η κατάσταση δεν άλλαξε. Η αύξηση κατά την περίοδο 2008 – 2013, σύμφωνα με τον κ. Ζερβό, καταγράφηκε κυρίως λόγω της ανάπτυξης των φωτοβολταϊκών, αλλά και εξαιτίας της πτώσης στην ενεργειακή κατανάλωση, ελέω κρίσης. Σημαντικό ρόλο έπαιξε και η παράμετρος της καύσης βιομάζας για θέρμανση, πρακτική που, λόγω της ύφεσης, κατέγραψε άνοδο περίπου 35%. Από το 2013 και έπειτα, παρότι η ενεργειακή κατανάλωση σταθεροποιήθηκε, η καύση βιομάζας μειώθηκε κατά 12%, η συμμετοχή των ΑΠΕ δεν αυξήθηκε διότι οι επενδύσεις σε φωτοβολταϊκά πάγωσαν, ενώ μικρή ήταν η ανάπτυξη των αιολικών πάρκων.
Παγωμένες οι ΑΠΕ στο Αιγαίο ελλείψει διασυνδέσεων
Όσο για τον στόχο του 32% ΑΠΕ έως το 2030 που έχει τεθεί από το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα, σύμφωνα με τον κ. Ζερβό, αποτελεί άπιαστο όνειρο. «Για την επίτευξή του θα πρέπει, εντός της επόμενης δεκαετίας, η συνεισφορά των ΑΠΕ στην ενεργειακή κατανάλωση να αυξηθεί κατά 16%. Χωρίς διασυνδέσεις, έξυπνα δίκτυα και αποθήκευση ενέργειας δεν γίνεται να αναπτυχθούν οι ΑΠΕ. Αν στο Αιγαίο δεν προχωρήσουν μεγάλα έργα ΑΠΕ, δεν μπορούμε να πιάσουμε τους στόχους. Υπάρχουν ώριμα έργα, αλλά μένουν εδώ και χρόνια παγωμένα», επισημαίνει ο πρόεδρος του REN21.
Ο κ. Ζερβός αναφέρθηκε στο πρότζεκτ του ομίλου ROKAS-IBERDROLA, ο οποίος σχεδιάζει για περισσότερα από δέκα χρόνια αιολικά πάρκα 706 MW σε Λήμνο, Λέσβο και Χίο. Μίλησε επίσης για τα αιολικά πάρκα 582 MW σε 23 ακατοίκητες βραχονησίδες του Κεντρικού Αιγαίου, έργο που προωθείται από την Eunice Energy Group και βρίσκεται υπό ανάπτυξη από το 2007.
Την ανάπτυξη των ΑΠΕ θα μπορούσαν να στηρίξουν τα διμερή συμβόλαια, όπως υποστήριξε ο κ. Ζερβός. Δεν είναι τυχαίο ότι, έως σήμερα 164 πολυεθνικές εταιρείες έχουν δεσμευτεί (στο πλαίσιο του RE100) ότι θα καταναλώνουν 100% πράσινης ενέργειας τα επόμενα χρόνια. Έτσι, πετυχαίνουν ταυτόχρονα δύο στόχους, αφενός φθηνότερη ενέργεια, καθώς οι ΑΠΕ είναι πλέον ανταγωνιστικές, αφετέρου οι εταιρείες εκπληρώνουν και έναν από τους 17 κοινούς στόχους για τη βιώσιμη ανάπτυξη (Sustainable Development Goals – SDGs) που έχει υιοθετήσει ο ΟΗΕ Έτσι, η IKEA, η BMW Group, η Coca-Cola, η AstraZeneca δεσμεύτηκαν ότι θα καταναλώνουν μόνο ΑΠΕ έως το 2020, η Burberry και η Carlsberg Group έως το 2022, η Allianz έως το 2023, η AXA έως το 2025 κλπ.