Ανεπαρκής η «Πράσινη» Ενέργεια για την Εκπλήρωση των Στόχων της Αλλαγής του Κλίματος

Ανεπαρκής η  «Πράσινη» Ενέργεια για την Εκπλήρωση των Στόχων της Αλλαγής του Κλίματος
του Αδάμ Αδαμόπουλου
Πεμ, 20 Ιουνίου 2019 - 18:59

Η "πράσινη" παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, ήτοι, αυτή που επιτυγχάνεται από αιολική και ηλιακή ενέργεια και όχι από άνθρακα και πετρέλαιο, δεν επαρκεί ώστε να επιτευχθούν οι στόχοι της Συμφωνίας του Παρισιού για το Κλίμα, και οι οποίοι προβλέπουν συγκράτηση της ανόδου της θερμοκρασίας του πλανήτη μέχρι το κατά 1,5 με 2 βαθμούς Κελσίου, όπως υποστηρίζεται σε νέα διεθνή μελέτη στην οποία υπάρχει συμμετοχή Ελλήνων επιστημόνων.

Οι ερευνητές, μεταξύ των οποίων και δύο συμπατριώτες μας, προειδοποιούν ότι ο καθαρός ηλεκτρισμός δεν φθάνει, αν δεν συνοδεύεται από ουσιαστικές μειώσεις των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα σε τομείς, όπως η βιομηχανία, οι μεταφορές και οι κατασκευές.

Αν αυτό δεν συμβεί, ακόμα και αν η ηλεκτροπαραγωγή βασίζεται κυρίως στις εναλλακτικές μορφές ενέργειας, η χρήση των ορυκτών καυσίμων από τις βιομηχανίες, ιδίως τσιμέντου και χάλυβα, από τα μέσα μεταφοράς και τα κτίρια, θα συνεχίσει να παράγει τόσες εκπομπές CO2 ώστε να θέσουν σε κίνδυνο τους στόχους της αλλαγής του κλίματος, όπως έχει θεσπίσει η διεθνής κοινότητα.

Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Γκούναρ Λούντερερ του γερμανικού Ινστιτούτου Κλιματικών Ερευνών του Πότσνταμ, προέβησαν σε σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Nature Climate Change». Στην έρευνα συμμετείχαν η Ζωή Βροντίση του Εργαστηρίου E3MLab (Ενέργειας-Οικονομίας-Περιβάλλοντος) της Σχολής Ηλεκτρολόγων Μηχανικών του ΕΜΠ και ο Κίμων Κεραμιδάς, αναλυτής ενεργειακής οικονομίας στο Κοινό Κέντρο Ερευνών (JRC) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Η μελέτη είναι η πρώτη που εξάγει προβλέψεις, εστιάζοντας στις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα από τομείς που είναι δυσκολότερο να απαλλαγούν από αυτόν, σε σχέση με την ηλεκτροπαραγωγή, καθώς δεν διαθέτουν τη δυνατότητα να προσφύγουν σε επιλογές όπως η ηλιακή και η αιολική ενέργεια.

Το βασικό συμπέρασμα των επιστημόνων είναι ότι τελικά, από αυτούς τους τομείς και όχι από την παραγωγή ηλεκτρισμού θα κριθεί το πόσο διοξείδιο του άνθρακα θα παραχθεί και θα καταλήξει στην ατμόσφαιρα, τον αιώνα που διανύουμε.

Οι ερευνητές εκτιμούν ότι προκειμένου να μην υπερβεί η άνοδος της θερμοκρασίας τον 1,5 βαθμό Κελσίου, θα πρέπει να υπάρξουν αρνητικές εκπομπές CO2 έως το 2100.

Σύμφωνα με τους υπολογισμούς τους, αν συνεχισθούν οι τρέχουσες τάσεις, έως το τέλος του 21ου αιώνα οι συνολικές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα από τους τρείς ενεργοβόρους κλάδους, δηλαδή, τις βιομηχανίες, τις μεταφορές και τις κατασκευές, θα ανέλθουν στους 4.000 γιγατόνους, όταν δεν θα έπρεπε να υπερβούν τους 200 γιγατόνους προκειμένου να επιτευχθεί το όριο για 1,5 βαθμό Κελσίου.

Συνεπώς, τονίζουν οι ερευνητές, οι σημερινές δεσμεύσεις των χωρών είναι εντελώς ανεπαρκείς και προειδοποιούν ότι, ακόμη και με το πιο αισιόδοξο σενάριο, που προβλέπει ότι οι χώρες θα εφαρμόσουν ακόμη αυστηρότερα μέτρα, οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα από τη βιομηχανία, τις μεταφορές και τις κατασκευές δεν θα υποχωρήσουν χαμηλότερα των 1.000 γιγατόνων CO2, από το 2016 έως το 2100, δηλαδή θα είναι ακόμη κατά πολύ πιο υψηλές, σε σχέση με τους στόχους που έχουν τεθεί.

Η κα. Ζωή Βροντίση δήλωσε σχετικά: «Η ανάλυσή μας δείχνει ότι, πέρα από μια ταχεία πλήρους κλίμακας απαλλαγή από τον άνθρακα στον τομέα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, η σταθεροποίηση της ανόδου της θερμοκρασίας στους 1,5 έως δύο βαθμούς Κελσίου απαιτεί επίσης ουσιαστικές μειώσεις στους τομείς με μεγάλη ενεργειακή ζήτηση όπως η βιομηχανία, οι μεταφορές και τα κτίρια. Προκειμένου να επιτύχουμε τις πρόσθετες μειώσεις των ορυκτών καυσίμων, οι οποίες απαιτούνται για τη σταθεροποίηση στον ενάμιση βαθμό Κελσίου, χρειάζεται να επιταχύνουμε τόσο τις βελτιώσεις στην ενεργειακή αποσδοτικότητα, όσο και τον ευρύ εξηλεκτρισμό όλης της ενεργειακής ζήτησης».