Με τα πρωτογενή πλεονάσματα της Ελληνικής οικονομίας, όπου περίσσευσε η τοκογλυφία και η άγνοια της Οικονομικής, πολλά «κούκιζ» σπαταλήθησαν τελευταίως – πολλή μελάνη, ως θα «έλεγαν παλαιότερα οι γραμματιζούμενοι» (Σεφέρης).

Εν τούτοις, το πρόβλημα της κυβερνήσεως είναι το δευτερογενές έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών που εφέτος θα ξεπεράσει τα 6 δισ. ευρώ, απότοκος των γαλαντόμων παροχών της προηγουμένης και των φορολογικών χαρισμών της παρούσης, δίχως όμως μείωση των φορολογικών συντελεστών (πχ. του φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων, του δημευτικού ΕΝΦΙΑ, κλπ).

Το δευτερογενές έλλειμμα (ΔΕ) καλύπτεται με εισροές κεφαλαίων (επενδύσεων και δανεισμού), είτε με χρηματοδότηση από το ΤΑΡΓΚΕΤ2. Επειδή οι ιδιωτικές επενδύσεις απουσιάζουν (ακόμη και από τα έργα καταστροφής του Ελληνικού) και ο δημόσιος δανεισμός στις ξένες αγορές κεφαλαίων εξακολουθεί να είναι «ακριβός», η μόνη διέξοδος που εξασφαλίζει τη χρηματοδότηση του εμπορικού ελλείμματος είναι το ΤΑΡΓΚΕΤ2.

Το σύστημα αυτό επεννοήθη τον Απρίλιο του 2010 όταν οι περιφερειακές Τράπεζες της ΕΕ, μεταξύ των οποίων κι η Τράπεζα της Ελλάδος αντλούσαν τα ευρώ που εχρειάζοντο από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) (αφού δεν μπορούσαν να τυπώσουν το εθνικό χρήμα). Συγχρόνως η Γερμανική κεντρική Τράπεζα, η Μπούντεσμπανκ, συσσώρευε πιστώσεις (καταθέσεις) από Γερμανούς κεφαλαιούχους (αλλά κι από Ελληνες) που φυγάδευαν τα κεφάλαια των από τις περιφερειακές Τράπεζες (Ιρλανδίας, Πορτογαλίας, Ισπανίας, Ιταλίας κι Ελλάδος) στην ασφαλή Γερμανία, χωρίς κανένα συναλλαγματικό ρίσκο, λόγω ευρώ.

Το ευρωπαϊκό νομισματικό ισοζύγιο έτσι μεν εξησφαλίσθη από την αποφυγή εκτυπώσεως πληθωρικού χρήματος, αλλά «η τεράστια πίστωση» ήταν αμφίβολη κατά τον καθ. Χάνς Βέρνερ Ζίνν, που ανησύχησε τη Γερμανική «κοινή γνώμη» ότι η Ευρωζώνη κινδύνευε να καταρρεύσει. Η «τεραστία πίστωση» επέστρεψε από τις Γερμανικές Τράπεζες στην ΕΚΤ κι αυτή με τη σειρά της άνοιξε χρεωστικό λογαριασμό εις βάρος των εθνικών κεντρικών Τραπεζών. Η Τράπεζα της Ελλάδος οφείλει σήμερα 85 δις. ευρώ στο παθητικό της υπέρ της ΕΚΤ.

Οι πάντες ομιλούν περί του δημοσίου χρέους της Ελλάδος περίπου 300 δις. ευρώ, αλλά σχεδόν κανείς περί του ανοίγματος ΤΑΡΓΚΕΤ2, ύψους 85 δις. ευρώ. Η οφειλή αυτή αν και δεν είναι ληξιπρόθεσμος και φέρει επιτόκιο, όχι μόνο πρέπει να αποπληρωθεί, αλλ’ αυξάνει συνεχώς. Από την ανισορροπία του ισοζυγίου πληρωμών που εντείνεται καθώς τα συναλλαγματικά έσοδα της χώρας μένουν στάσιμα αν δεν μειώνονται, οι δε δαπάνες για εισαγωγές αυξάνονται από τις «παροχές» ενός ελλειμματικού ταμείου όπως είναι ο Ελληνικός κρατικός προϋπολογισμός.

Από της εποχής τού Ομήρου, το πρόβλημα του ισοζυγίου εξωτερικών πληρωμών υπήρξε ο τελικός περιοριστικός παράγων της αυξήσεως του εθνικού εισοδήματος της Ελλάδος, χωρίς αντίστοιχο αύξηση της παραγωγής και των εξαγωγών.

-Νομίζει ο υπουργός Οικονομίας κ. Σταϊκούρας ότι το πρόβλημα σήμερα ξεπεράστηκε;