Του Νίκου Χριστοδουλάκη
Η κυβέρνηση της Ν.Δ. μια εβδομάδα μετά τις εκλογές νόμισε ότι εύκολα θα μπορούσε να τελειώνει με το λαθρεμπόριο καυσίμων, θεσπίζοντας ενιαίο φόρο στο πετρέλαιο θέρμανσης. Eτσι ο διαχειριστής της πολυκατοικίας θα πλήρωνε τους ίδιους φόρους για το πετρέλαιο, όπως και ο φορτηγατζής, μετά όμως θα πήγαινε στην Εφορία με τις αποδείξεις για να πάρει πίσω περίπου 200 ευρώ σε κάθε τόνο. Πέρα από τις ουρές, τη γραφειοκρατία και τη χαρτούρα των αποδείξεων, η κυβέρνηση δεν κατάλαβε ότι κάποια στιγμή ο φορτηγατζής θα έδινε στον διαχειριστή και τις δικές του αποδείξεις, για να πάρει και αυτός πίσω την επιστροφή του φόρου. Το λαθρεμπόριο δεν θα είχε παταχθεί, απλώς θα ήταν πιο αποκεντρωμένο και θα είχε καλλιεργήσει νέες κοινωνικές σχέσεις -με το αζημίωτο- ανάμεσα σε νταλικέρηδες και ήσυχους νοικοκυραίους. Oπως συνέβη και με άλλες περιπτώσεις, η κυβέρνηση με την άγνοια και επιπολαιότητα που χειρίζεται μέτριας δυσκολίας θέματα, παρέβλεψε το αυτονόητο: ότι δηλαδή το λαθρεμπόριο θα παραμένει ακμαίο όσο διατηρείται σε οποιοδήποτε επίπεδο η διαφοροποίηση του φόρου ανάμεσα στο πετρέλαιο θέρμανσης και στο πετρέλαιο των αυτοκινήτων. Το ίδιο θα συμβεί και με την νέα ιδέα που σκέφτεται η κυβέρνηση, να έχουν την ευθύνη διάθεσης φτηνού πετρελαίου οι μεγάλες εταιρείες διανομής που θα κάνουν και τον έλεγχο διακίνησης. Λες και δεν θα αναπτυχθούν τα ίδια ακριβώς κίνητρα παραπλάνησης και λαθρεμπορίου για να εισπράξουν και πάλι ορισμένοι την διαφορά φόρου. Πιστεύω ότι λύση είναι μόνο η ταυτόχρονη επιβολή ενιαίας φορολογίας πετρελαίου για όλες τις χρήσεις, χωρίς όμως επιστροφές φόρου και παράλληλα η χορήγηση επιδόματος θέρμανσης σε όλα τα νοικοκυριά με τρόπο που είναι εντελώς ανεξάρτητος της αγοράς πετρελαίου. Η ενιαία φορολογία καταργεί αυτόματα όλα τα κίνητρα λαθρεμπορίου, όλη τη γραφειοκρατία και κάθε είδους συνεργασία για να ξεγελαστεί η Εφορία. Για τη χορήγηση ενός επιδόματος που κατά προσέγγιση αντισταθμίζει τον επιπλέον φόρο που θα καταβάλλουν τα νοικοκυριά μπορεί να αξιοποιηθεί το σύστημα των οικιακών λογαριασμών της ΔΕΗ, που αποτυπώνει με απόλυτη αξιοπιστία την έκταση, τη θέση αλλά και τον βαθμό χρήσης του κάθε νοικοκυριού. Η πρόταση αυτή είχε μελετηθεί στα υπουργεία Ανάπτυξης και Οικονομικών επί ΠΑΣΟΚ την περίοδο 2002-3, αλλά δεν υλοποιήθηκε γιατί η ΔΕΗ βρισκόταν τότε σε φάση οργανωτικής αναδιάρθρωσης λόγω της μετοχοποίησης και δεν έπρεπε να φορτωθεί με άλλη μια πολυπλοκότητα. Επανήλθε ξανά το 2005 από το υπ. Ανάπτυξης και πάλι όμως εγκαταλείφθηκε λόγω των γνωστών αναταράξεων στη διοίκηση της ΔΕΗ. Παραμένει όμως μέχρι σήμερα η μόνη απλή, ρεαλιστική, αξιόπιστη και κοινωνικά δίκαιη πρόταση για το πετρέλαιο θέρμανσης και μπορεί να εφαρμοστεί. (ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 14/10/07)