Έχει γίνει αρκετή συζήτηση σχετικά με το μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης που θα πρέπει να ακολουθήσει η Ελλάδα σε μια προσπάθεια να βελτιώσει την οικονομική της θέση. Έχουν διατυπωθεί απόψεις που εστιάζουν στο σουηδικό μοντέλο ανάπτυξης, άλλες που δίνουν έμφαση στο ιρλανδικό μοντέλο, ενώ αρκετά έχει απασχολήσει το δημόσιο διάλογο και η εμπειρία της Πορτογαλίας.

Δεν θα υπεισέλθουμε σε λεπτομέρειες σχετικά με τα εν λόγω μοντέλα ανάπτυξης. Αποψή μας είναι ότι όλα αυτά έχουν σίγουρα να προσφέρουν σε επίπεδο ιδεών και προτάσεων αλλά σε καμιά περίπτωση δεν μπορούν να μεταφερθούν και να εφαρμοστούν αυτούσια στο πλαίσιο της ελληνικής πραγματικότητας. Το σίγουρο είναι ότι όλα αυτά τα μοντέλα ανάπτυξης συμφωνούν στο σημείο ότι μια οικονομία θα πρέπει να εκμεταλλεύεται τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα. Βάσει αυτής της αρχής, είναι προφανές ότι η Ελλάδα θα πρέπει να δώσει ιδιαίτερη έμφαση στον τουρισμό, την ποιοτική γεωργία, τη ναυτιλία και τις υπηρεσίες υψηλής ποιότητας.

Σε ό,τι αφορά τον τομέα της ενέργειας, η Ελλάδα -και τουλάχιστον μέχρι τη στιγμή που θα εξακριβώσει τις ακριβείς ποσότητες πετρελαίου και φυσικού αερίου που διαθέτει- θα πρέπει να δώσει μεγαλύτερη έμφαση στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ) καθώς διαθέτει πλεονέκτημα λόγω κλιματικών συνθηκών και γεωμορφολογίας. Η ηλεκτροπαραγωγή από συμβατικές ΑΠΕ στην Ελλάδα (μη συμπεριλαμβανομένων των μεγάλων υδροηλεκτρικών) παρουσιάζει σημαντική αύξηση τα τελευταία χρόνια και αντιστοιχεί στο 3% της ακαθάριστης εγχώριας κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας. Αφορά κυρίως σε αιολικά και μικρά υδροηλεκτρικά, τη βιομάζα σε μικρό βαθμό, ενώ αισθητή είναι ήδη η συνεισφορά των φωτοβολταϊκών.

Η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ στην Ελλάδα το 2006, σύμφωνα με στοιχεία του ΥΠΑΝ, έφθασε συνολικά περίπου τις 8,5 TWh και προήλθε κατά 79% από υδροηλεκτρικούς σταθμούς (6.774 GWh), συμπεριλαμβανομένων των μεγάλων υδροηλεκτρικών, κατά 20% από αιολικά πάρκα (1.692 GWh), κατά 1,1% από βιοαέριο (92 GWh) ενώ υπήρξε και μια μικρή παραγωγή από φωτοβολταϊκούς σταθμούς.

Σε ό,τι αφορά τα φωτοβολταϊκά συστήματα, στα τέλη της δεκαετίας του 80 η ΔΕΗ υλοποίησε πιλοτικά προγράμματα στην Κύθνο και την Κρήτη. Έκτοτε όμως η ανάπτυξη νέων συστημάτων δεν εξελίχθηκε με σημαντικούς ρυθμούς, κυρίως λόγω του μεγάλου κόστους της απαιτούμενης επένδυσης και της σχετικά χαμηλής τιμής πώλησης της KWh προς το διαχειριστή του συστήματος. Η κατάσταση δείχνει να αλλάζει με τον νόμο 3468/06 που καθορίζει τις νέες τιμές πώλησης της ηλεκτρικής ενέργειας από φωτοβολταϊκά συστήματα. Επιπλέον, καθορίστηκε από τη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ) και εγκρίθηκε από το υπουργείο Ανάπτυξης η πρώτη φάση του προγράμματος ανάπτυξης φωτοβολταϊκών σταθμών, το οποίο περιλαμβάνει τόσο τα όρια διείσδυσης ανά γεωγραφική περιοχή και ανά χρόνο όσο και το συσχετισμό των ορίων με την ισχύ της εγκατάστασης. Σημαντική εξέλιξη στον τομέα ανάπτυξης φωτοβολταϊκών συστημάτων είναι η υπογραφή συμφωνίας -όπως ανακοινώθηκε πριν λίγες ημέρες- μεταξύ της Ανώνυμης Εταιρείας Συστημάτων Υποστήριξης Ηλεκτρονικών Εφαρμογών Αλφα Γκρισίν Infotech ΑΕ και της Deutsche Bank AG με σκοπό την ανάπτυξη από κοινού αιολικών και φωτοβολταϊκών πάρκων στην Ελλάδα.

Σε ό,τι αφορά τα βιοκαύσιμα, είναι σε φάση εκκίνησης και σύμφωνα με την 3η Εθνική Έκθεση της Ελλάδας για τα βιοκαύσιμα, από το τέλος του 2005 και μέσα στο 2006 λειτουργούν ήδη τέσσερις εταιρίες παραγωγής βιο-ντίζελ με δυναμικότητα 315.000 τόνους. Επιπλέον, βρίσκονται στο στάδιο μελέτης κατασκευής σε διάφορα σημεία της χώρας, άλλες οκτώ μονάδες παραγωγής βιο-ντίζελ, που αναμένεται να ξεκινήσουν παραγωγή το νωρίτερο στα τέλη του τρέχοντος έτους.

Εξάλλου, αν και η Ελλάδα δεν μπορεί να χαρακτηριστεί -τουλάχιστον για την ώρα- χώρα πλούσια σε υδρογονάνθρακες, μπορεί ωστόσο να ενισχύσει την παρουσία της στον τομέα των ναυτικών μεταφορών φορτίων ενέργειας (δεξαμενόπλοια). Ιδιαίτερα σημαντική -και προς τη σωστή κατεύθυνση- είναι η δραστηριοποίηση στον τομέα μεταφοράς ενέργειας και μέσω εδάφους τόσο με τον πετρελαιαγωγό Burgas - Αλεξανδρούπολη όσο και με τον αγωγό που θα μεταφέρει φυσικό αέριο από την Τουρκία προς την Ιταλία μέσω Ελλάδος.