Η «ενδιάμεση έκθεση» προς τη βουλή του διοικητού της Τραπέζης της Ελλάδος (ΤτΕ) Γιαννάκη Στουρνάρα, για την νομισματική πολιτική, προβαίνει σε εκτιμήσεις και προβλέψεις «για την βελτίωση των συνθηκών χρηματοδοτήσεως της Ελληνικής οικονομίας», καθ’ ην στιγμήν άνω του ενός τρίτου του εθνικού εισοδήματος είναι μη εξυπηρετούμενα δάνεια στον πιστωτικό τομέα (71 δισ. ευρώ).

Πρόκειται για το ευχολόγιον της κανονικότητος αλλά μετά από μία ενδεκαετία αγρίας λιτότητος, οπόταν το ΑΕΠ υστέρησε κατά 50% του εφικτού (25% πραγματικού και άλλο τόσον δυνητικού) χρειάζεται  προσοχή στα στατιστικά στοιχεία για ν’ αποφεύγεται η παραπλάνηση της κοινής γνώμης, που βέβαια γνωρίζει την κατάσταση της οικονομίας πολύ καλύτερον του διοικητού  της ΤτΕ.

Λέγει ο «διοικητής» ότι από 1.9.2019 ήρθησαν οι περιορισμοί ελευθέρας κινήσεως κεφαλαίων – τα διαβόητα capital controls, που επέβαλε τον Ιούλιο 2015 ο αλήστου μνήμης πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι, πράξας «ό,τι χρειάζεται για την διάσωση του ευρώ» αναλώμασι της Ελλάδος. Παρά την άρση, οι Τράπεζες ζητούν τόσα πιστοποιητικά και δηλώσεις που θέλει κανείς μία εβδομάδα να τα συγκεντρώσει.

Ομιλεί επίσης περί «μειώσεως δαπανών τόκων» αλλά η εξυπηρέτηση του εξωτερικού χρέους ανερχομένη σε 6 δισ. περίπου, συγκεντρώνει την αποδοκιμασία ακόμη και του ΔΝΤ εις εποχάς αρνητικών επιτοκίων διεθνώς.

Υπερηφανεύεται για την βελτίωση της χώρας στον πίνακα διεθνούς διαφθοράς όταν ο πρωθυπουργός της ζητεί την βοήθεια της ΟΥΕΦΑ για να καθαρίσει την ποδοσφαιρική κόπρο του …Αυγενάκη!

Μεταβάλλει το αμφίβολο μέλλον εις πραγματικότητα:  «Θα» πραγματοποιηθούν μεταρρυθμίσεις, λειτουργικότητα του δημοσίου τομέα, μείωση της γραφειοκρατίας, ταχεία απονομή της δικαιοσύνης, διευθέτηση χρήσεων γης, τακτοποίηση «κόκκινων δανείων», που «θα» βοηθήσουν στην αναβάθμιση της διεθνούς θέσεως και «θα» ενισχύσουν την επενδυτική εμπιστοσύνη στη χώρα.

Ούτε ο Μαργαρίτης Σχοινάς να ήταν, δεν θα μετέβαλε την οδυνηρά πραγματικότητα που βιώνει η οικονομία σε ανάπτυξη 2,5% αλλ’ από του χρόνου,  με άμεσες επενδύσεις και ανερχόμενες αποταμιεύσεις, που είναι ωστόσο «υποτονικές» επί του παρόντος.

Παραλείπει να επισημάνει την πτώση της βιομηχανικής παραγωγής και την αύξηση της διατροφικής εξαρτήσεως της χώρας κι’ ότι οι εισαγωγές αυξάνουν τρείς φορές ταχύτερα των εξαγωγών.

Υπερηφανεύεται ότι ο πληθωρισμός αυξήθη το περασμένο έτος μόλις 0,5%, χωρίς βέβαια να λάβη υπ’ όψιν του τα ενοίκια, το ηλεκτρικό και τις τιμές των ακινήτων. Επίσης και για …το υπερπλεόνασμα 4,75% του ΑΕΠ όταν αυτό οφείλεται στην υπεροφορολόγηση,  απουσία δημοσίων επενδύσεων και στο κράτος-κακοπληρωτή. Η ελάφρυνση των δανεικών κατά 765 εκατ. ευρώ συγκρίνεται με την αύξηση του δημοσίου χρέους κατά 4 δισ. ευρώ.

Θεωρεί «βιώσιμο όρο» του δημοσίου χρέους το επιτόκιο 1,875%» όταν η Γερμανία δανείζεται με αρνητικό επιτόκιο. Βλέπει αποκλιμάκωση των «Μη Εξυπηρετουμένων Δανείων» (ΜΕΔ)ενώ στον ατελεύτητο κατάλογο των προστίθενται και νέα ΜΕΔ πέραν των υφισταμένων σε εκκρεμότητα 71 δισ. ευρώ .

Εύχεται αύξηση των Τραπεζικών κερδών , όταν αυτή προέρχεται από μη Τραπεζικές εργασίες. Κρίνει ικανοποιητικό το ποσοστό προβλέψεων (για ζημίες) των Τραπεζών  όταν οι αναβληθέντες φόροι αποτελούν το 50% των ιδίων κεφαλαίων τους. «Μη συστημικές Τράπεζες» ευρίσκονται στο χείλος του κρημνού, οπότε παραλείπει το ζήτημα ανακεφαλαιώσεως είτε κλεισίματος των.

Ο νέος «Ηρακλής» διαγράφει μέχρις το 40% της οφειλής, χωρίς πρόνοια των εντασσομένων οφειλετών στο νόμο. Ομολογεί ότι το δημόσιο χρέος είναι υψηλό αλλά διατηρήσιμο, χωρίς όμως λογισμό του Target ΙΙ και την βαρεία αρνητική καθαρά θέση της Ελληνικής οικονομίας διεθνώς.

Τέλος ελάχιστα αναφέρεται στις εξόχως δυσμενείς επιπτώσεις της γηράνσεως του πληθυσμού και της δημογραφικής κρίσεως που αποθαρρύνει κάθε επενδυτή.

Και τι προτείνει η ΤτΕ για όλες αυτές τις αδυναμίες της Ελληνικής οικονομίας; Αποκρατικοποιήσεις, δηλ. ξεπούλημα δημοσίας περιουσίας τύπου «Ελληνικού», αύξηση του εξωτερικού δανεισμού, πλειστηριασμούς πρώτης κατοικίας, κι’ «ενίσχυση της γνώσης» όταν το brain train συνεχίζεται.

Ουδέν όμως περί προλήψεως της διεθνούς οικονομικής υφέσεως , του Κινεζικού ιού και της διαφοράς των τετρακοσίων μονάδων βάσης των εγχωρίων επιτοκίων πιστώσεων (4,16%) έναντι των καταθέσεων (0,18%).

Την τελική έκθεση για την οικονομία έκαμε ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τραπέζης Λουΐ ντε Γκουίντος, ειπών εχθές στο Αθηναϊκό κοινό ότι «ο Ελληνικός λαός δεν αισθάνεται την βελτίωση την στατιστικών στοιχείων».