Η Δημοσία Τάξις Μοιάζει με Καρνάβαλο

Tου Τηλέμαχου Μαράτου - ΕΣΤΙΑ (3/11/07)
Τρι, 6 Νοεμβρίου 2007 - 01:08
Τα παλαιότερα χρόνια, και κυρίως κατά την Αναγέννηση, υπήρχε το έθιμο να κυκλοφορούν οι ευγενείς ή έστω τα μέλη της καλής κοινωνίας με μάσκες. Οι μάσκες ήταν διαφόρων ειδών: σκέπαζαν τελείως το πρόσωπο ή ήταν μικρότερες που τις κρατούσαν στο χέρι, συχνότερα κυρίες. Το έθιμο επιζεί με υπερβολικά πολυποίκιλτο –πάνδημο- και πολυτελή τρόπο, κάθε χρόνο στο καρναβάλι της Βενετίας. Μαζί με το ”ντόμινο” –ένα είδος μπούργκας- εξασφάλιζε την απόλυτη ανωνυμία και απόκρυψη της ταυτότητος του φέροντος ή της φερούσης. Το έθιμο αυτό έχει απαθανατισθεί σε πλήθος λογοτεχνικά έργα και όπερες, όπως π.χ. «Ντον Τζιοβάννι», «Σαλιέρι» κ.α.

Κατά την Αναγέννηση –και μετά- άνθισε η ελευθερία, όπως η ελευθερία των γυναικών να κυκλοφορούν. Όταν όμως κυκλοφορούσαν καλυμμένες στο πρόσωπο, το κεφάλι και το σώμα, με ποδήρη μπέρτα, δεν το έκαναν για να εξασκήσουν τα δικαίωμα της ελευθερίας αλλά τις απολαύσεις της ελευθεριότητος υπό την ασυλία της ανωνυμίας.

Η μάσκα, ή άλλα καλύμματα του προσώπου, χρησιμοποιούνται πάντοτε από επιδόξους ληστές τραπεζών, αναρχικούς και κάθε είδους εγκληματίες για να αποφύγουν την αναγνώρισή τους από αυτόπτες μάρτυρες και, τα τελευταία χρόνια, από τις κάμερες. Όσο και να προσπαθώ δεν μπορώ να φέρω στον νού μου μία περίπτωση κατά την οποία ένας φιλήσυχος νομιμόφρων πολίτης θα ήθελε να αποκρύψει το πρόσωπό του εάν δεν έχει κάποιον λόγο να ντρέπεται για κάτι επονείδιστο –στην καλύτερη περίπτωση- ενώ στην χειρότερη θέλει να καλύψει μία εγκληματική πράξη.

Αρκετές φορές έχει προταθεί να χαρακτηρισθεί η ”κουκούλα” ως -ipso facto- πλημμέλημα και να δικάζεται με την διαδικασία του αυτοφώρου αφού προηγουμένως ο παραβάτης έχει περάσει από την διαδικασία της σημάνσεως. Τούτο για να τεκμηριωθεί η υποτροπή κατ’ εξακολούθησιν. Με αυτό τον τρόπο θα αραίωνε δραματικά –μέχρις εξαλείψεως- η παρουσία των κουκουλοφόρων. Ωστόσο οι επίδοξοι εγκληματίες δεν φορούν πάντοτε κουκούλα, ή άλλο κάλυμμα του προσώπου, όπως π.χ. μαντήλι. Δεν χρειάζεται όμως να λάβουν τον κόπο. Εν είδει ”μάσκας” τους καλύπτει η «Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων». Οι παλαιότεροι είχαμε μεγαλώσει με την εντύπωση ότι το πολίτευμα βασίζεται σε μία αξιοζήλευτη ισορροπία μεταξύ τριών εξουσιών. Διά της ψήφου μας εκλέγαμε την Νομοθετική. Αυτή, το Κοινοβούλιο, εξέφραζε το κοινό αίσθημα διά νόμων που εκτελούσε η Εκτελεστική. Κριτής του τρόπου εξασκήσεως της εξουσίας, και της νομιμότητος των νόμων ακόμη, ήταν η Δικαστική. Η παράγραφος αυτή συντάσσεται στον παρατατικό γιατί εις το μεταξύ μας προέκυψε μία άλλη εξουσία που δεν εξελέγη, είναι άγνωστον ή αβέβαιον εις ποίον λογοδοτεί, και ασφαλώς κατέχεται από μίαν φαντασίωση μεγαλείου (Folie de grandeur) και φέρεται προς τις …υπόλοιπες αρχές αφ’ υψηλού. Δίνει μάλιστα την εντύπωση ότι τις θεωρεί και κάπως ενοχλητικές.

Ο απλός πολίτης, και ασφαλώς ο γράφων, όταν η «Αρχή» παρεμβαίνει παρεμποδίζοντας το έργο της Αστυνομίας και της Δικαιοσύνης, διερωτάται με ποιανού το μέρος είναι. Ίσως δεν είναι υπερβολή να πεί κανείς ότι οι αποφάσεις της «Αρχής» έχουν χάσει κάθε σχέση με την λογική και την σοβαρότητα. Όταν π.χ. «επιτρέπει» την χρήση των καμερών για την διαχείριση της κυκλοφορίας αλλά όχι για την καταγραφή εγκλημάτων. Δηλαδή επιτρέπεται να καταγραφεί ένας που παρκάρει παράνομα, όχι όμως εάν σκοτώσει τον τροχονόμο!

Όταν έχουμε φθάσει στο σημείο που κάθε αλήτης έχει αποθρασυνθεί και συμπεριφέρεται όπως θέλει, παρουσία αστυνομικών, τους οποίους προπηλακίζει και κάποτε προσπαθεί να πυρπολήσει, όταν ταραξίες συμπεριφέρονται προς την πόλη –αλλά και την Πολιτεία- σαν να τους ανήκει να την κάνουν ό,τι θέλουν, από την παρακώλυση της ζωής έως την προσβολή των Ιερών και Οσίων, και όταν απαγορεύεται η καταγραφή και αναγνώρισις των προσώπων των εγκληματιών – τότε ήρθε η ώρα να αναλογισθούμε μήπως χρειαζόμαστε, όλοι, μία απλή ψυχιατρική εξέταση!