Με βάση τις σημερινές τάσεις, ο ΙΕΑ προβλέπει ότι οι παγκόσμιες εκπομπές CO2 θα έχουν εκτοξευτεί μέχρι το 2030 κατά 57%, ενώ η θερμοκρασία στην επιφάνεια της γης θα αυξηθεί κατά πέντε με έξι βαθμούς. Ακόμα και σε περίπτωση που οι κυβερνήσεις εφαρμόσουν πλήρως τις στρατηγικές τους για την αντιμετώπιση των κλιματικών αλλαγών, οι εκπομπές CO2 θα αυξηθούν άνω του 25% μέχρι τη χρονιά αυτή.

Ο περιορισμός των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα – για τον οποίο πολύς λόγος γίνεται τα τελευταία χρόνια αλλά λίγα πράττονται – ενδεχομένως να αποδειχτεί ένα εγχείρημα πολύ πιο δύσκολο απ’ ό,τι θεωρούν οι χαράσσοντες την ενεργειακή πολιτική. Αυτό τουλάχιστον προκύπτει από το ετήσιο World Energy Outlook του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (ΙΕΑ), το οποίο δημοσιοποιήθηκε αυτή την εβδομάδα. Οι εκτιμήσεις του ΙΕΑ όσον αφορά στην σημερινή παγκόσμια πρόκληση, που ακούει στο όνομα «κλιματικές αλλαγές», μόνο αισιόδοξες δεν θα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν, δεδομένου ότι, σύμφωνα με τον διεθνή οργανισμό, η αντιμετώπισή τους πιθανόν να καταστεί ανέφικτη – τουλάχιστον σε ένα προσιτό κόστος.

Βασική πηγή του «κακού», οι ταχύτατα αναπτυσσόμενες οικονομίες της Ασίας, και δη της Κίνας και της Ινδίας, οι οποίες καταναλώνοντας τεράστιες ποσότητες ενέργειας για να τροφοδοτήσουν την ανάπτυξή τους, έχουν αναδειχτεί σε σημαντικούς ρυπαντές. Μόνο η Κίνα ήταν υπεύθυνη την περίοδο 2000-2006 για το 58% της αύξησης στις παγκόσμιες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, ενώ μέχρι το 2030 το μερίδιό της σε αυτές αναμένεται να ξεπεράσει το 25%, από 20% που είναι σήμερα.

Με βάση τις σημερινές τάσεις, ο ΙΕΑ προβλέπει ότι οι παγκόσμιες εκπομπές CO2 θα έχουν εκτοξευτεί μέχρι το 2030 κατά 57%, ενώ η θερμοκρασία στην επιφάνεια της γης θα αυξηθεί κατά πέντε με έξι βαθμούς. Η πιο ανησυχητική ωστόσο διαπίστωση είναι, ότι ακόμα και σε περίπτωση που οι κυβερνήσεις εφαρμόσουν πλήρως τις στρατηγικές τους για την αντιμετώπιση των κλιματικών αλλαγών και υιοθετήσουν όλα τα μέτρα για τα οποία έχουν δεσμευτεί, οι εκπομπές CO2 δεν θα αποφύγουν μια αύξηση άνω του 25% μέχρι τη χρονιά αυτή. Όσον αφορά στη μείωσή τους κάτω από τα σημερινά επίπεδα, τα πράγματα δυσκολεύουν ακόμη περισσότερο, καθώς απαιτείται – όπως επισημαίνεται στο World Energy Outlook – «πρωτοφανής» πολιτική δράση αλλά και επένδυση τεράστιων κεφαλαίων.

Η έκθεση του ΙΕΑ αποκτά εξαιρετική σημασία, καθώς δημοσιεύεται έναν μόλις μήνα πριν από την κρίσιμη σύνοδο στο Μπαλί της Ινδονησίας, όπου οι ηγέτες του κόσμου θα κληθούν να θέσουν τις βάσεις για τον «διάδοχο» του Πρωτοκόλλου του Κιότο, το οποίο εκπνέει το 2012. Κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου για την ανεξέλεγκτη αύξηση των εκπομπών CO2, η έκθεση καταδεικνύει με τον πλέον σαφή τρόπο τη σημασία που έχει η εξασφάλιση της συμμετοχής και των αναπτυσσόμενων χωρών στη νέα διεθνή συνθήκη.

Η απουσία σημαντικών ρυπαντών, όπως η Κίνα και η Ινδία, από το Πρωτόκολλο του Κιότο καταδίκασε σε μεγάλο βαθμό τους στόχους του σχεδίου – χωρίς αυτό να σημαίνει ότι τα ανεπτυγμένα βιομηχανικά κράτη τους υπηρέτησαν με ζήλο. Η αποτελεσματική καταπολέμηση του φαινομένου της κλιματικής αλλαγής προϋποθέτει τη συνεργασία όλων, και πρώτα απ’ όλα εκείνων που έχουν και θα εξακολουθούν να έχουν και στο μέλλον το μεγαλύτερο μερίδιο της ευθύνης. Φυσικά, για να επιτευχθεί μια συμφωνία με τις αναδυόμενες οικονομίες της Ασίας, θα πρέπει να τακτοποιηθούν και κάποιες άλλες βασικές «εκκρεμότητες», μεταξύ των οποίων και η συμμετοχή των ΗΠΑ στη νέα συνθήκη. Μπορεί, άλλωστε, η Κίνα να είναι ο σημαντικότερος ρυπαντής παγκοσμίως, ωστόσο αναλογικά με τον πληθυσμό της ρυπαίνει πέντε φορές λιγότερο σε σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες.