«Η κρίση που ζούμε αλλάζει τον τρόπο με τον οποίο δραστηριοποιούνται οι άνθρωποι, και είναι φυσικό να ακυρώνει όσα θεωρούσαμε δεδομένα σε πολλές πλευρές της οικονομίας. Θα φέρει πιο βαθιά ύφεση από τα πρώτα χρόνια των μνημονίων, αλλά όλοι πρέπει να προετοιμαστούμε για την επόμενη ημέρα, που το ζητούμενο θα είναι πόσο οι ελληνικές επιχειρήσεις, χωρίς εξαιρέσεις, θα αναδιαρθρωθούν ώστε να παράγουν ανταγωνιστικά προϊόντα και υπηρεσίες, εν όψει και της μειωμένης παγκόσμιας ζήτησης»

Αυτό είναι το στίγμα που δίνει ο επιστημονικός διευθυντής του ΙΟΒΕ, μέλος της Επιτροπής Σοφών της κυβέρνησης για την Οικονομία καθηγητής Νίκος Βέττας, και τονίζει ότι «το πλήγμα μοιάζει με την επίδραση πολέμων στις οικονομίες». 

«Ο πλανήτης Γη κλείνει». Ετσι περιέγραψε ο «Economist» την κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η παγκόσμια οικονομία λόγω του κορωνoϊού…

«Το υγειονομικό πρόβλημα και τα μέτρα αντιμετώπισής του προκαλούν αδυναμία των ανθρώπων να μετακινηθούν και άρα να καταναλώσουν και να εργαστούν. Είναι έτσι ένα απευθείας ισχυρό πλήγμα στη συνολική ζήτηση όσο και στην προσφορά, που οδηγεί την παγκόσμια οικονομία σε ύφεση. Ακόμη και αν το πρόβλημα εξελιχθεί σύμφωνα με το κεντρικό σενάριο, δηλαδή αν αμβλυνθεί σημαντικά στις μεγαλύτερες οικονομίες πριν από το καλοκαίρι, οι απώλειες θα ακολουθήσουν για πολλούς μήνες, αν και πολύ διαφορετικά ανάμεσα σε τομείς και χώρες. Αλλού, όπως για διαρκή καταναλωτικά αγαθά, μπορεί να αναμένεται ισχυρή ανάκαμψη από το φθινόπωρο, καθώς θα εκφραστεί μια συσσωρευμένη κατανάλωση που αναβλήθηκε, ενώ και οι παραγωγοί θα μπορούν να τα αποθηκεύσουν. Αλλού, όπως στις μετακινήσεις και στον τουρισμό, η ανάκαμψη αναμένεται να είναι πολύ πιο μακροχρόνια».

Ηταν έτοιμες οι οικονομίες διεθνώς για μια τέτοια κρίση;

«Ακριβώς το αντίθετο, καθώς επικράτησε η τάση αναβολής της λύσης σημαντικών προβλημάτων. Αυτό συνέβαινε μέσω αυξανόμενου δανεισμού αλλά και με αδράνεια μπροστά στις απαραίτητες δομικές αλλαγές. Οι κεντρικές τράπεζες είχαν υποχρεωθεί να εφαρμόζουν μη συμβατικά μέτρα πολιτικής, ενισχύοντας για εξαιρετικά μεγάλο διάστημα την οικονομία με νέο χρήμα, ώστε να αντιμετωπιστεί η ασθενής διάθεση για επενδύσεις και να ενισχυθεί η μεγέθυνση. Αυτές οι πολιτικές στήριξαν και μεγάλο μέρος της πρόσφατης δυναμικής των χρηματαγορών. Φυσικά, όμως, δεν είναι χωρίς όρια, δανείζονται μεγέθυνση από το μέλλον και πρέπει να εφαρμόζονται κατ’ εξοχήν σε περιόδους κρίσης. Τώρα που μια νέα κρίση ήρθε, η παγκόσμια οικονομία δεν είναι όσο προετοιμασμένη θα μπορούσε». 

Η Ελλάδα δεν είχε προλάβει να συνέλθει από τη δεκαετή κρίση…

«Η αρχική ύφεση θα είναι αναπόφευκτη και φοβάμαι πως θα είναι βαθιά, όπως στα πρώτα χρόνια των μνημονίων, ίσως και βαθύτερη, αν και πιστεύω με πολύ μικρότερη διάρκεια. Η οικονομία  μας σήμερα έχει χαμηλότερη παραγωγικότητα και διεθνή ανταγωνιστικότητα από τις περισσότερες ευρωπαϊκές. Η αδυναμία και η καθυστέρηση στη διαχείριση της προηγούμενης κρίσης για μια σχεδόν δεκαετία και ο εφησυχασμός πως απλώς μέσα από τη διεθνή ανάκαμψη και μείωση του κόστους χρήματος θα λυθούν και τα δικά μας προβλήματα μας φέρνουν σε περισσότερο δύσκολη θέση στην αφετηρία της νέας πρόκλησης. Η κατάσταση θα ήταν πολύ καλύτερη αν η αντιμετώπιση της κρίσης είχε ολοκληρωθεί πριν από το μέσο της δεκαετίας, με έμφαση στις δομικές αλλαγές και με χαμηλότερο δημόσιο και ιδιωτικό χρέος ως κληρονομιά της. Σε κάθε περίπτωση, δεν έχουμε χρόνο να κοιτάμε προς τα πίσω. Η δυνατότητα ισχυρής ανάπτυξης, μετά την έντονη αρχική ύφεση, σίγουρα υπάρχει, αλλά απαιτεί ουσιαστικές αλλαγές στο πώς λειτουργούν το κράτος και η παραγωγή στη χώρα».

Ποιες είναι οι πρώτες εκτιμήσεις σας για τις δυσκολίες που θα ακολουθήσουν;

«Είναι δύσκολο να δει κανείς πως δεν θα καταγραφεί ισχυρή, διψήφια, ύφεση αυτούς τους μήνες και τελικά σημαντική ύφεση για το σύνολο του έτους. Αυτή θα δοκιμάσει την κερδοφορία των επιχειρήσεων, τα τραπεζικά δάνεια και τη δημοσιονομική ισορροπία, που είναι, άλλωστε, συγκοινωνούντα δοχεία. Θα χρειαστούν σωστές αποφάσεις και στα τρία επίπεδα. O εισερχόμενος τουρισμός ενίσχυσε συστηματικά την ελληνική οικονομία τα τελευταία χρόνια. Πλέον, πολύ μεγάλο μέρος της θερινής περιόδου αναμένεται να χαθεί, αλλά πιέσεις μπορεί να υπάρξουν και μελλοντικά. Ενδεικτικά μια μείωση των σχετικών εσόδων κατά 20% θα μείωνε το ΑΕΠ κατά περίπου 2,5%. Κοιτώντας την επόμενη μέρα, το ζητούμενο θα είναι πόσο οι ελληνικές επιχειρήσεις, χωρίς εξαιρέσεις, θα αναδιαρθρωθούν ώστε να παράγουν ανταγωνιστικά προϊόντα και υπηρεσίες, εν όψει και της μειωμένης παγκόσμιας ζήτησης. Το τραπεζικό σύστημα θα μπορεί να εκμεταλλευτεί το παράθυρο ευκαιρίας και το δίχτυ ασφαλείας που είμαι βέβαιος πως θα προσφερθούν πανευρωπαϊκά. Ομως θα πρέπει να επιλεγεί μια πορεία εξισορρόπησης ανάμεσα στην ανάγκη χρηματοδότησης επιχειρήσεων με θετικές προοπτικές και στην πρόνοια να μη γιγαντωθεί ένα νέο κύμα μη εξυπηρέτησης δανείων».

Τι περιμένετε από τους Ευρωπαίους;

«Στην Ευρώπη, η κρίση οδήγησε μετά το 2008 σε σημαντικές αλλαγές. Ομως η διάθεση για ενδυνάμωση των θεσμών και της οικονομίας εξασθένησε μόλις το κύμα της κρίσης πέρασε και οι κεντρικές χώρες βρέθηκαν σε τροχιά ανάπτυξης. Σημαντικές παρεμβάσεις εκκρεμούν, όπως η τραπεζική ενοποίηση και ο συντονισμός της δημοσιονομικής πολιτικής. Η Ιταλία, και άλλες χώρες, θα βρεθούν σε δυσμενή θέση εάν κληθούν να αντιμετωπίσουν τα ελλείματα και τα συσσωρευμένα χρέη μόνες τους και χωρίς επαρκή συνδρομή από τη δημοσιονομική και νομισματική πολιτική στην ευρωζώνη».

Ακυρώνονται όσα θεωρούσαμε δεδομένα

Η σημερινή κρίση για όλους είναι πρωτόγνωρη. Η Goldman Sachs τη συγκρίνει με την καταστροφή που ακολούθησε το τρομοκρατικό χτύπημα στους Δίδυμους Πύργους και οι ευρωπαίοι πολιτικοί μόνο με την καταστροφή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

«Ενα τόσο άμεσο πλήγμα ταυτόχρονα στη ζήτηση και στην προσφορά σε παγκόσμιο επίπεδο, είναι πράγματι πρωτόγνωρο και μοιάζει με την επίδραση πολέμων στις οικονομίες. Ουσιαστικά, αλλάζει τον τρόπο με τον οποίο δραστηριοποιούνται οι άνθρωποι, και είναι φυσικό να ακυρώνει όσα θεωρούσαμε δεδομένα σε πολλές πλευρές της οικονομίας. Βέβαια, μπορεί κανείς να ελπίζει πως το πρόβλημα θα αντιμετωπιστεί, ή έστω θα περιοριστεί σημαντικά, σύντομα, και τότε σε αντίθεση με πολεμικές καταστάσεις, το παραγωγικό δυναμικό θα βρίσκεται σε μεγάλο βαθμό στη θέση του. Αρα μπορούμε να αναμένουμε πως η ανάκαμψη που θα ακολουθήσει παγκοσμίως θα είναι ισχυρή, όμως ο χρόνος και τα χαρακτηριστικά της θα εξαρτηθούν και από τις πολιτικές που θα εφαρμοστούν».

Αν όμως παρακολουθήσουμε τους δείκτες στις χρηματαγορές, δεν διακρίνεται αισιοδοξία…

«Οι αγορές αυτές προηγούνται της πραγματικής οικονομικής δραστηριότητας καθώς ενσωματώνουν σε μεγάλο βαθμό προσδοκίες για το μέλλον. Προηγούνται στην πτώση και θα προηγηθούν και στην άνοδο. Νομίζω, όμως, πως υπάρχει εδώ κάτι που αξίζει ιδιαίτερη προσοχή. Πως η υγειονομική κρίση μπορεί να προκαλέσει και ισχυρές δευτερογενείς κρίσεις και έτσι τελικά η ύφεση να διαρκέσει περισσότερο. Αυτό μπορεί να συμβεί με πολλούς τρόπους, να απειληθεί η συνοχή της ευρωζώνης και η εφαρμογή των πολιτικών εμβάθυνσης που απαιτούνται, να υπάρξει αμφισβήτηση του υποδείγματος ανάπτυξης στις ΗΠΑ και της δημοσιονομικής τους σταθερότητας, να πτωχεύσουν αδύναμες οικονομίες, κυρίως στην Αφρική και στη Λατινική Αμερική, ή να επικρατήσουν μεσοπρόθεσμα τάσεις απομονωτισμού ανάμεσα στις οικονομίες και να αντιστραφεί η ενσωμάτωση της Κίνας και άλλων οικονομιών της Ασίας».

(από την εφημερίδα "ΤΟ ΒΗΜΑ")