Η Ενεργειακή μας Εξάρτηση

Προχθές εγκαινιάσθηκε η λειτουργία ενός ακόμη σημαντικού ενεργειακού έργου, του Ελληνο – Τουρκικού αγωγού φυσικού αερίου που θα μεταφέρει αέριο από την Τουρκία στην Ελλάδα.
Tου Κ. Ν. Σταμπολή
Τρι, 20 Νοεμβρίου 2007 - 07:31

Προχθές εγκαινιάσθηκε η λειτουργία ενός ακόμη σημαντικού ενεργειακού έργου, του Ελληνο – Τουρκικού αγωγού φυσικού αερίου που θα μεταφέρει αέριο από την Τουρκία στην Ελλάδα. Προς το παρόν το αέριο αυτό προέρχεται από τα αποθέματα που έχει στον εκτενές σύστημα μεταφοράς της η Τουρκία από εισαγωγές Ρώσικου, Ιρανικού και Νιγηριανού (υγροποιημένου) αερίου αλλά και από μια μικρή εγχώρια παραγωγή που ξεκίνησε πρόσφατα σε υποθαλάσσιο κοίτασμα στη Μαύρη Θάλασσα. Για το αέριο του Αζερμπαϊτζάν γίνεται πολύς λόγος αλλά προς το παρόν η τακτική ροή του προς την Τουρκία δεν έχει ακόμη αποκατασταθεί, πόσο δε μάλλον προς την Ελλάδα.

Σήμερα η Ελλάδα εισάγει περίπου 3,5 δισεκ. κυβικά μέτρα αέριο κατ’ έτος και μέχρι το 2010 η κατανάλωση αναμένεται να έχει φθάσει ή και να έχει ξεπεράσει τα 5,0 δισεκ. κυβικά μέτρα. Το 80% των εισαγωγών μας σε αέριο προέρχεται μέσω αγωγού από τη Ρωσία (βλέπε Gazprom) και το 20% από την Αλγερία, σε υγροποιημένη μορφή (βλέπε Sonatrach). Τώρα με τα 0,75 δισεκ. κυβικά μέτρα που θα εισάγουμε από την Τουρκία τα ποσοστά αυτά θα διαφοροποιηθούν λίγο αφού προφανώς θα μειωθούν αναλογικά οι εισαγωγές από τη Ρωσία. Η διείσδυση του φυσικού αερίου τα τελευταία χρόνια (οι εισαγωγές ξεκίνησαν το 1996) είναι εντυπωσιακή και καλύπτει ήδη το 8% της ακαθάριστης ενεργειακής ζήτησης της χώρας και το 19% της ηλεκτροπαραγωγής.

Όμως η Ελλάδα εισάγει και άλλα καύσιμα για να ικανοποιήσει τις διαρκώς αυξανόμενες ενεργειακές τις ανάγκες. Εισάγει περί τα 18,6 εκατ. τόνους αργού κυρίως πετρελαίου (δηλαδή το σύνολο των αναγκών της σε πετρέλαιο) από την Σαουδική Αραβία, το Ιράν, το Κουβέιτ και την Ρωσία, το μεγαλύτερο μέρος του οποίου το επεξεργάζεται στα τέσσερα εγχώρια διυλιστήρια ενώ παράλληλα εξάγει και σειρά λευκών προϊόντων προς την ευρύτερη περιοχή της ΝΑ Ευρώπης. Εισάγει επίσης λιθάνθρακα για χρήση στην βιομηχανία αλλά και μικρές ποσότητες ηλεκτρικού ρεύματος αφού η εγχώρια παραγωγή, ιδίως τους καλοκαιρινούς μήνες, αδυνατεί να καλύψει την ζήτηση.

Συνολικά, βάσει των πιο πρόσφατων στοιχείων του Συμβουλίου Εθνικής Ενεργειακής Στρατηγικής (ΣΕΕΣ) η Ελλάδα εισάγει σχεδόν το 70,5% των πρώτων υλών που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ενέργειας (δηλ. την ακαθάριστη εγχώρια κατανάλωση). Ένα ποσοστό το οποίο αντί να μειώνεται με παράλληλη ανάπτυξη των εγχώριων ενεργειακών πηγών, δυστυχώς αυξάνεται ημέρα με την ημέρα.

Όμως σε ένα κόσμο του οποίου οι πρώτες ύλες, είτε αυτές είναι πετρέλαιο, φυσικό αέριο ή άλλα καύσιμα, γίνονται ολοένα και πιο δυσεύρετες, πιο δύσκολες στην εξόρυξη και μεταφορά, και πιο ακριβές (η τιμή του πετρελαίου έχει τετραπλασιασθεί τα τελευταία 4 χρόνια!) η συστηματική αξιοποίηση του εγχώριου ενεργειακού πλούτου μιας χώρας γίνεται πλέον επιτακτική. Αποκτά προτεραιότητα έναντι άλλων οικονομικών δραστηριοτήτων (π.χ. τουρισμός). Και ο λόγος είναι προφανής αφού χωρίς την παραγωγή επαρκούς και σχετικά ανταγωνιστικής σε κόστος ενέργεια είναι αδύνατο να λειτουργήσει η υπόλοιπη οικονομία. Η Ευρωπαϊκή Ένωση αναγνωρίζοντας το πρόβλημα της ενεργειακής υπερεξάρτησης που αντιμετωπίζει πλέον η γηραιά ήπειρος έχει δώσει κίνητρα και κατευθύνσεις για την ανάπτυξη των εγχώριων πηγών ενέργειας και την χρήση κατάλληλης τεχνολογίας.

Απ εδώ και στο εξής η εξασφάλιση ενεργειακών πόρων στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία που ζούμε θα γίνεται μια ολοένα και πιο δύσκολη υπόθεση. Έχω την αίσθηση ότι η χώρα μας εδώ και χρόνια κοιμάται βαθιά και αδυνατεί να κατανοήσει την τεράστια σημασία που έχει για την οικονομία της και την ίδια της την υπόσταση η εγχώρια παραγωγή ενέργειας. Παρά το γεγονός ότι δεν στερείται αποθεμάτων ούτε σε υδρογονάνθρακες (αν και επικρατεί η εσφαλμένη εντύπωση ότι η Ελλάδα δεν διαθέτει κοιτάσματα πετρελαίου, ουδέν πιο αναληθές) ούτε σε λιγνίτη, ούτε σε υδατοπτώσεις και άλλες μορφές ΑΠΕ. Αυτό που σίγουρα στερείται είναι σε προγραμματισμό, έγκαιρη πρόβλεψη και εμπιστοσύνη και γνώση για τον δικό της ενεργειακό πλούτο. Με τις τιμές όλων των μορφών ενέργειας ν’ ανεβαίνουν καθημερινά, χαρακτηριστικό του σκληρού ανταγωνισμού που έχει ξεσπάσει σε παγκόσμιο επίπεδο, δεν είναι αργά για την έναρξη μιας σοβαρής και συντονισμένης προσπάθειας που θα αποβλέπει στην αξιοποίηση των εγχώριων ενεργειακών πηγών και την σταδιακή μείωση της εξάρτησης της χώρας από εισαγόμενα καύσιμα.