Η Ελλάδα έχει ενσωματώσει στον Εθνικό της Σχεδιασμό την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία (Green Deal), κινούμενη με βασικούς άξονες την απολιγνιτοποίηση της εγχώριας ηλεκτροπαραγωγής και τη διεύρυνση του μεριδίου των ΑΠΕ στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας στο 35% κατ’ ελάχιστον το 2030, με επιμέρους στόχους για την ακαθάριστη τελική κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας το 60%, τη θέρμανση/ψύξη το 40% και τις μεταφορές το 14%, με έμφαση στα προηγμένα βιοκαύσιμα και την ηλεκτροκίνηση. Εκτίμηση είναι ότι η οικονομική κρίση αλλά και η πρόσφατη πανδημία

δεν θα επηρεάσουν τον μακροχρόνιο σχεδιασμό για την ενέργεια και η ανάκαμψη που θα υπάρξει θα έχει πρωταγωνιστή τις πράσινες επενδύσεις. Προς αυτή την κατεύθυνση στην επόμενη δεκαετία θα επενδυθούν περίπου 43,8 δισ. ευρώ συνολικά, εκ των οποίων τα 9 δισ. θα αφορούν στην παραγωγή ενέργειας από ΑΠΕ. Η βιομάζα, η βιοενέργεια και τα βιοκαύσιμα προσφέρουν ολοκληρωμένες λύσεις και συνεισφέρουν σημαντικά στον ανωτέρω στόχο, προστατεύοντας ταυτόχρονα το περιβάλλον και συμβάλλοντας στην αντιμετώπιση του φαινομένου της κλιματικής αλλαγής.

Η βιοενέργεια στην Ελλάδα

Τεράστια καταγράφεται η δυναμική της αγοράς βιομάζας/βιοαερίου στην Ελλάδα και οι προοπτικές εμφανίζονται ιδιαίτερα θετικές, παρά την επιβράδυνση που έχει επιφέρει στον κλάδο η οικονομική κρίση. Είναι ενδεικτικό ότι έως τον Ιανουάριο του 2020 υπό διαδικασία αδειοδότησης στον Διαχειριστή του Ελληνικού Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΔΕΔΔΗΕ) για σύμβαση σύνδεσης με το δίκτυο παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από βιομάζα/βιοαέριο υπήρχαν 1.656 αιτήσεις συνολικής εγκατεστημένης ισχύος 1.135,6 MW, εκ των οποίων 470 αιτήσεις βιοαερίου συνολικής ισχύος 422,8 MWe και 1.186 αιτήσεις βιομάζας συνολικής ισχύος 712,8 MWe. Εκ των ανωτέρω βρίσκονται ήδη σε λειτουργία 43 έργα ενεργειακής αξιοποίησης βιοαερίου με συνολική εγκατεστημένη ισχύ 73,63 MWe και 20 έργα βιομάζας με συνολική ισχύ 13,27MWe, φτάνοντας στα 86,9 MWe συνολικά.

Στον τομέα των βιοκαυσίμων, για το έτος 2020 έχει ανακοινωθεί η κατανομή ποσότητας 132.500 χιλιολίτρων αυτούσιου βιοντίζελ σε 16 μονάδες παραγωγής και 5 εισαγωγείς. Είναι ενδεικτικό ότι η εγχώρια παραγωγή βιοντίζελ αντιστοιχεί στο 90% της συνολικής ποσότητας, ανερχόμενη σε 130.805 χιλιόλιτρα, και μόνο το 1% εισάγεται. Όσον αφορά στις πρώτες ύλες, το 60% περίπου του παραγόμενου βιοντίζελ προέρχεται από ελαιούχους σπόρους, το 27% από χρησιμοποιημένα φυτικά έλαια, τηγανέλαια, ζωϊκά λίπη, ενώ το υπόλοιπο καλύπτεται από βαμβακόσπορο. Από τους ελαιούχους σπόρους, ο ηλίανθος κατέχει την πρώτη θέση με 210.000 τόνους, που αντιστοιχεί στο 86% της συνολικής ποσότητας των ελαιούχων σπόρων, ενώ ακολουθεί αλλά με σαφώς μικρότερα ποσοστά η ελαιοκράμβη (10%) και η σόγια (4%).

Ενεργειακή αξιοποίηση της βιομάζας στην Ελλάδα μετά την πανδημία

Στους στόχους για την ενεργειακή αξιοποίηση της βιομάζας στην Ελλάδα μετά την πανδημία είναι η διερεύνηση των δυνατοτήτων αξιοποίησης τοπικών πηγών οργανικών αποβλήτων (κτηνοτροφικά απόβλητα, οργανικά υποπροϊόντα) ως εναλλακτικό καύσιμο για παραγωγή ενέργειας, με σημαντικά περιβαλλοντικά, κοινωνικά και οικονομικά οφέλη, στήριξη του πρωτογενή τομέα σε περιοχές με υψηλό δυναμικό αποβλήτων, αύξηση θέσεων εργασίας με την δημιουργία εφοδιαστικής αλυσίδας της βιομάζας και δικτύων βιοενέργειας, υψηλή τοπική προστιθέμενη αξία, αλλά και τεχνολογικές καινοτομίες που υπόσχονται καινοτόμες λύσεις, για την ανάπτυξη μιας ανταγωνιστικής αγοράς.

Επιδιώκουμε υψηλή ποιότητα προϊόντος και αύξηση του μεριδίου της αγοράς, όπως επίσης επιδιώκουμε απόβλητα με αξία, δηλαδή ενεργειακή αξιοποίηση οργανικών αποβλήτων και προϊόντων σε σχέση με την κερδοφορία, την καινοτομία και την τεχνολογική πρωτοπορία. Σύμφωνα με συντηρητικές εκτιμήσεις του Τμήματος Βιομάζας του ΚΑΠΕ, 19.000.000 τόνοι κτηνοτροφικών αποβλήτων από 20.000 περίπου βουστάσια, χοιροστάσια και πτηνοτροφεία, με ισχύ καυσίμου 470,5MW, διοχετεύονται ετησίως ανεξέλεγκτα ανά την επικράτεια. Το δυναμικό των αποβλήτων εκτιμάται ότι είναι αρκετά μεγαλύτερο αν αναλογιστεί κανείς ότι στην Ελλάδα υπάρχουν 240.000 ΜΜΕ του πρωτογενή τομέα που παράγουν απόβλητα. Για παράδειγμα, στην Ελλάδα υπάρχουν 14.406.222 αιγοπρόβατα από 82.652 μονάδες με εκτιμωμένη ισχύ καυσίμου 549MW από τα απόβλητα τους (κοπριές). Επιπλέον, τα βιοαπόβλητα των Αστικών Στερεών Αποβλήτων (ΑΣΑ) στη χώρα για το έτος 2016 ανέρχονται σε 2.660.038 τόνους/έτος (44.3% του συνόλου των ΑΣΑ), ανά περιφέρεια. Η ενεργειακή αξιοποίηση των βιοαποβλήτων της χώρας με την τεχνολογία της αναερόβιας χώνευσης παράγει βιοαέριο το οποίο περιέχει 223.443.175 m3 CH4/έτος, με ενεργειακό περιεχόμενο 2.221.025 ΜWh/έτος και ισχύ καυσίμου 253.5 MW.

Το παραγόμενο βιοαέριο μπορεί ως ενδιάμεσος φορές βιοενέργειας (bioenergy carrier) να χρησιμοποιηθεί σε μια ευέλικτη παραγωγή, αφού έχει υποστεί την διαδικασία του καθαρισμού από H2S και σωματίδια καθώς και τη διαδικασία της αφύγρανσης, και να τροφοδοτήσει μονάδες συμπαραγωγής με συνολική αποδιδόμενη ηλεκτρική ισχύ 106,7 MWe και συνολική αποδιδόμενη θερμική ισχύ 115 MWth. Οι μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας θα παράγουν συνολικά 860.896 ΜWh/έτος ηλεκτρική ενέργεια ικανή να καλύψει τις ανάγκες 245.970 κατοικιών σε ηλεκτρική ενέργεια και 1.003.903 ΜWh/έτος θερμική ενέργεια. Ποσοστό περίπου 14% της συμπαραγόμενης θερμικής ενέργειας, δηλαδή 136.429 MWh/έτος, ισχύος 16 ΜWth μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τις ανάγκες των μονάδων σε θερμότητα, ενώ το υπόλοιπο, που ανέρχεται σε 867.475 MWh/έτος, ισχύος 99 ΜWth, αποτελεί ενέργεια ικανή να καλύψει τις ανάγκες 117.655 κατοικιών σε θέρμανση και χρήση ζεστού νερού. Άλλες θερμικές χρήσεις αφορούν σε βιομηχανικές μονάδες, στρατόπεδα ή θερμοκήπια.

Αν οι ανάγκες το απαιτούν, το βιοαέριο ως ενδιάμεσος φορές βιοενέργειας (bioenergy carrier) αντί για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας μπορεί να αναβαθμιστεί και να παραχθούν έτσι 208.025.596 m3 βιομεθανίου/έτος ποσότητα ικανή για συνολική κατανάλωση καυσίμων 17.335 λεωφορείων ή 130.016 οχημάτων, το καθένα εκ των οποίων μπορεί να διανύει απόσταση 20.000 χιλιομέτρων/έτος.

Επιπλέον, στην Ελλάδα σύμφωνα με εκτιμήσεις μας, τα γεωργικά υπολείμματα (άχυρο, στελέχη καλαμποκιού, βαμβακοστελέχη, κλαδέματα δένδρων) και τα υπολείμματα δασικών υλοτομιών ξεπερνούν τους 4.900.000 τόνους ξ.β με ενεργειακό περιεχόμενο περί τα ~88 PJ/έτος. Ετησίως παράγονται περί τους 1.800.000 τόνους ξηρού βάρους (ξ.β) αχύρου, εκ των οποίων μόνο οι 870.000 τόνοι προορίζονται για ζωοτροφές. Οι υπόλοιπες ποσότητες των 930.000 τόνων ετησίως περίπου δύνανται να τροφοδοτήσουν μονάδες βιοαερίου με εκτιμωμένη ισχύ καυσίμου 271MW. Το θεωρητικό δυναμικό βιομάζας μόνο στην Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας με συντηρητικές εκτιμήσεις ανέρχεται σε 520.740 τόνους ξ.β/ έτος, με ενεργειακό περιεχόμενο καυσίμου 2.598 GWh/έτος, ποσότητες ικανές για να λειτουργήσει μονάδα ηλεκτροπαραγωγής εγκαταστημένης ισχύος 25 MWe, στα πλαίσια της προσπάθειας απολιγνιτοποίησης της χώρας. Στην ίδια Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας το μεγαλύτερο δυναμικό βιομάζας υπάρχει στην Περιφερειακή Ενότητα (Π.Ε) Κοζάνης και εκτιμάται σε 202.996 τόνους άχυρου/έτος, ακολουθεί η Π.Ε Φλωρίνης με 104.605 τόνους, η Π.Ε Γρεβενών με 87.605 τόνους και η Π.Ε Καστοριάς με 41.290 τόνους άχυρου/έτος.

Τα γεωργικά και δασικά υπολείμματα μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν για παραγωγή θερμικής ή ηλεκτρικής ενέργειας, μέσω της κατεργασίας της φρύξης (torrefaction), η οποία πραγματοποιείται σε θερμοκρασίες 200-300 0C, απουσία οξυγόνου. Με την κατεργασία της φρύξης, η βιομάζα μετατρέπεται σε ενεργειακά πυκνότερο, ευκολότερα αποθηκεύσιμο και μεταφερόμενο ενδιάμεσο προϊόν (ενδιάμεσο φορέα βιοενέργειας – intermediate bioenergy carrier), ανάλογο των ορυκτών καυσίμων (άνθρακα, πετρέλαιο και φυσικό αέριο). Η εξανθρακωμένη βιομάζα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για καύση κονιοποιημένου καυσίμου σε λιγνιτικούς σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας γιατί παρουσιάζει παρόμοιους τρόπους διαχείρισης, άλεσης και μεταφοράς με τον λιγνίτη, ενώ επιτρέπει ποσοστά σύγκαυση με τον λιγνίτη άνω του 40% καθιστώντας έτσι δυνατή τη χρήση της σε υπάρχουσες λιγνιτικές μονάδες.

Στην Ελληνική επικράτεια υπάρχει καλλιεργήσιμη γη που εκτιμάται σε 2.000.000 στρέμματα περίπου και δεν έχει καλλιεργηθεί για διάφορους λόγους, κυρίως οικονομικούς και κοινωνικούς. Αν καλλιεργηθεί με αραβόσιτο ή σόργο μπορεί να παραχθεί ποσότητα 16.550.000 τόνων ετησίως, ικανές να τροφοδοτήσουν μονάδες βιοαερίου με συνολική εκτιμωμένη ισχύ καυσίμου 1.766MW. Εναλλακτικά, μπορούν να εγκατασταθούν ενεργειακές καλλιέργειες (λιγνοκυτταρινούχες όπως το σόργο, καλάμι, μίσχανθος, switchgrass, δασικά είδη ή ελαιούχες όπως η καμελίνα) για παραγωγή προηγμένων βιοκαυσίμων μεταφορών.


Συμπεράσματα

Υπάρχει έντονη πολιτική βούληση από την Ευρωπαϊκή Ένωση για την ανάπτυξη της βιοενέργειας ως σημαντική ενεργειακή πηγή ακολουθώντας τις αρχές τις αειφορίας. Το βιοαέριο/βιομεθάνιο έχει τη δυνατότητα να αυξήσει την ασφάλεια της ενεργειακής τροφοδοσίας να συνεισφέρει στην απολιγνιτοποίηση, χρησιμοποιώντας σαν πρώτη υλη τοπικές ενδογενείς πηγές βιομάζας ενώ προοπτικές ανοίγονται για χρήση κι άλλων τεχνολογιών για την παραγωγή ενδιάμεσων φορέων βιοενέργειας, όπως η φρύξη της βιομάζας. Οι προοπτικές του κλάδου παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από βιομάζα/βιοαέριο στην Ελλάδα είναι πολύ υψηλές όπως προκύπτει από μελέτες του ΚΑΠΕ, οι οποίες μπορούν να εξειδικευθούν ανά τομέα (αγροτικό, διαχείριση απορριμμάτων, κτηνοτροφία). Σημαντικός παράγοντας για την αποτελεσματικότερη χρήση της βιομάζας είναι η ανάπτυξη εφοδιαστικής αλυσίδας της βιοενέργειας, η οποία θα οδηγήσει και σε δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.

 

*Λίγα λόγια για τον Χ. Ζαφείρη, Υπεύθυνο Δέσμης Έργων Βιοαερίου, Τμήμα Βιομάζας ΚΑΠΕ με ΜSc στον Περιβαλλοντικό σχεδιασμό πόλεων και κτιρίων.

Τριάντα χρόνια εμπειρίας σε μια σειρά από δραστηριότητες Έρευνας και Ανάπτυξης που σχετίζονται με το σχεδιασμό, την υποστήριξη και εκτέλεση προγραμμάτων εφαρμοσμένης έρευνας για τη βιομάζα/ βιοαέριο και τα οργανικά υπο-προϊόντα, τεχνική και στρατηγική στήριξη για τον ενεργειακό σχεδιασμό σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο, καθώς και υποστήριξη για την παραγωγή έργων βιοαερίου. Τεχνικός υπεύθυνος σε μια σειρά από εφαρμογές Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας - ΑΠΕ στην Ελλάδα, με την υποστήριξη του Ελληνικού Επιχειρησιακού Προγράμματος για την Ενέργεια (Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης ΙΙ για την Ελλάδα 1994-1999). Συμμετοχή σε μια σειρά ανταγωνιστικών έργων της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως επιστημονικός υπεύθυνος, όπως τα «Bioexell», «Probiogas» και «Redubar». Συντονιστής του έργου «Greekbiogas». Εκπόνηση πλήθους μελετών, άρθρων και παρουσιάσεων ενεργειακής αξιοποίησης βιομάζας/βιοαερίου. Διδακτική εμπειρία σε θέματα βιομάζας, χωροταξικού σχεδιασμού, περιβάλλοντος, εξοικονόμησης ενέργειας και αειφόρου ανάπτυξης.

Διεξαγωγή ελέγχου και των αναγκαίων λειτουργικών και τεχνικών χαρακτηριστικών εξοπλισμού σταθμών Βιομάζας/Βιοαερίου (άδεια λειτουργίας σταθμών).