με τον πρόεδρο της Solar Heat Europe κ. Κώστα Τραβασάρο να παρουσιάζει το επιτυχές παράδειγμα των ελληνικών θερμικών συστημάτων. «Από τη Νότια Κορέα μέχρι τη Χιλή η χώρα εξάγει συστήματα και αυτό οφείλεται στη δυναμική των ελληνικών επιχειρήσεων, παρότι δεν έτυχαν μεγάλης στήριξης, από την πλευρά της πολιτείας. Το προϊόν είναι τέτοιο που είναι κατάλληλο για την θέρμανση και ψύξη, αλλά και για βιομηχανικές εφαρμογές και η επιτυχία των επιχειρήσεων να προσαρμοστούν στις ανάγκες της αγοράς είναι η συνταγή τη επιτυχίας», ανέφερε μεταξύ άλλων ο κ. Τραβασάρος.
Να σημειωθεί πως η ελληνική αγορά ηλιακών συστημάτων ξεπερνά πλέον τις 300.000 m2 συλλεκτών. Στη χώρα μας είναι εγκατεστημένα 4.700.000 m2. Η ηλιακή ενέργεια που αξιοποιείται ξεπερνά τις 3 TWh.
Από την πλευρά του, ο πρόεδρος του Συνδέσμου Εταιριών Φωτοβολταϊκών κ. Σωτήρης Καπέλλος σημείωσε ότι το ζήτημα της βιομηχανίας απασχόλησε την ελληνική πραγματικότητα το 2009, όταν υπήρχε η αισιοδοξία ότι θα αναπτυσσόταν ευρέως η αγορά. Τότε όπως εξήγησε «μπήκαν δυναμικά οι κινέζικες εταιρείες στην αγορά με το πλεονέκτημα του χαμηλού κόστους παραγωγής, αλλά και των ευνοϊκών συμβάσεων με τους παραγωγούς. Επομένως, τα ελληνικά εργοστάσια δεν ήταν δυνατόν να ανταγωνιστούν την Κίνα και οδηγήθηκαν σε σταμάτημα των εργασιών τους».
Σημείωσε ακόμα πως «η Ελλάδα αν θέλει μπορεί να επενδύσει σε καινοτόμα προϊόντα που θα παρείχαν άλλες ευκολίες σε σχέση με τα χαμηλότερου κόστους προϊόντα, δηλαδή έργα με υψηλή απόδοση και ταχύτερους τρόπους κατασκευής». Σύμφωνα με τον κ. Καπέλλο και σε σχέση με τις επιπτώσεις του κορωνοϊού στον κλάδο εκτίμησε ότι φέτος θα υπάρξουν προσθήκες έργων ισχύος γύρω στα 200MW.H αγορά σύμφωνα πάντα με τον ίδιο έχει εξομαλυνθεί, τα φωτοβολταϊκά είναι ανταγωνιστική πηγή ενέργειας και δεν χρειάζονται την ανάγκη των επιδοτήσεων.
Τα ερωτήματα σε σχέση με το μέλλον των ΑΠΕ δεν απασχολούν βέβαια μόνο τη χώρα μας. Σε πολλές χώρες του κόσμου παρουσιάζονται εκθέσεις ή γνωστοποιούνται νέα έργα που δείχνουν ότι η αγορά αναπτύσσεται με θετικό ρυθμό.
Στην Αυστραλία, η οποία συνεχίζει το έργο της ενεργειακής μετάβασης δημοσιεύτηκε μια μελέτη που υποστηρίζει πως η ανάκαμψη από ανανεώσιμες πηγές θα δημιουργούσε τρεις φορές περισσότερες θέσεις εργασίας.