Και δεν το πράττουν μόνο σε λεκτικό επίπεδο η με την απλή παράθεση επιχειρημάτων αλλά προχωρούν μερικά βήματα περαιτέρω προβάλλοντας προφανείς τεχνολογικές λύσεις και πρακτικές που η πετρελαϊκή βιομηχανία έχει εξελίξει τα τελευταία χρόνια και έχει στη διάθεση της και μπορεί να εφαρμόσει άμεσα για να μειώσει αποτελεσματικά το ανθρακικό της αποτύπωμα (carbon footprint).
Χαρακτηριστικό παράδειγμα πετρελαϊκής που έχει αναπτύξει δόκιμες τεχνολογίες και έχει ξεκάθαρη πολιτική στο θέμα αντιμετώπισης των εκπομπών CO2 είναι η αμερικανική Occidental Petroleum- που ίδρυσε και ανέπτυξε ο θρυλικός Armand Hammer- η οποία είναι από τους μεγαλύτερους ανεξάρτητους παραγωγούς (παράγει περίπου ένα εκατομμύριο βαρέλια ισοδύναμου πετρελαίου την ημέρα). Όπως δήλωσε με μικρή δόση ειρωνείας η CEO της εταιρείας κα Vicki Hollub, μιλώντας στους Financial Times," ο όγκος του CO2 που η Occidental επανέγχυσε στο υπέδαφος κατά την διαδικασία παραγωγής πετρελαίου την χρονιά που πέρασε υπερέβη σε μέγεθος τις εκπομπές που εξοικονομήθηκαν από την στροφή των οδηγών σε ηλεκτροκίνητα αυτοκίνητα". Εξειδικεύοντας τα σχόλια της η κα Hollub παρατήρησε ότι "κάθε χρόνο η ποσότητα CO2 που παγιδεύουμε αντιστοιχεί με την απόσυρση 4 εκατομμυρίων αυτοκινήτων από τους δρόμους των ΗΠΑ".
Βάσει των στοιχείων που αποκάλυψε η εν λόγω εταιρεία τα 20 εκατομμύρια τόνους CO2 που ενταφιάζει κάθε χρόνο χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την υποβοήθηση της παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου, εξασφαλίζοντας τις απαραίτητες υψηλές πιέσεις που επιτρέπουν στα κοιτάσματα την απρόσκοπτη λειτουργία τους.
Βέβαια η εν συνέχεια κατανάλωση της ανωτέρω ποσότητας πετρελαίου και φ. αερίου από οδηγούς και οικιακούς χρήστες, για την οποία όμως δεν ευθύνεται η εταιρεία, οδηγεί στην παραγωγή 103 εκατ. τόνων εκπομπών αερίου (κατηγορίας Scope 3).
Παρόλα αυτά η Occidental θεωρεί ότι με την πλήρη επανέγχυση των αερίων που εκλύονται στην φάση της παραγωγής, που διαφορετικά θα διοχετεύοντο ανεξέλεγκτα στην ατμόσφαιρα, συμβάλλει ουσιαστικά στον περιορισμό των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.
Τόσο η Occidental όσο και άλλες πετρελαϊκές που εδώ και χρόνια χρησιμοποιούν μεθόδους επανέγχυσης, προβάλλουν την τεχνογνωσία τους σε αυτόν τον τομέα ως κλειδί για την μείωση των εκπομπών τόσο στην πετρελαϊκή βιομηχανία αλλά και στην ηλεκτροπαραγωγή, στην περίπτωση σταθμών άνθρακα η λιγνίτη. Όπως παρατηρούν στελέχη του κλάδου Oil & Gas εδώ και χρόνια έχει δημιουργηθεί η απαιτούμενη γνώση και εμπειρία παραπέμποντας στο γνωστό παράκτιο κοίτασμα Sleipner στην Νορβηγία στο οποίο ήδη από το 1996 εφαρμόζεται η τεχνική παγίδευσης, ενταφιασμού και επανάχρησης διοξειδίου του άνθρακα (γνωστή ως τεχνολογία CCUS). Το δε κόστος για την εφαρμογή αυτής της τεχνολογίας στην πετρελαϊκή βιομηχανία κυμαίνεται μεταξύ $ 15 και $ 20 ανά τόνο CO2, το οποίο είναι σαφώς χαμηλότερο από το εσωτερικό κόστος εκπομπών ων εταιρειών και συγκρίσιμο με την λήψη αντίστοιχων δράσεων (λχ. δενδροφύτευση, παραγωγή ενέργειας από ΑΠΕ κλπ).
Δεν είναι λίγα τα στελέχη της πετρελαϊκής βιομηχανίας που αποβλέπουν στην ευρεία, και σύντομα υποχρεωτική, εφαρμογή της τεχνολογίας CCUS προκειμένου να εξασφαλιστεί η περιβαλλοντική βιωσιμότητα στην παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου. Καθώς λιγοστεύουν στον κόσμο τα κοιτάσματα αερίου με χαμηλή περιεκτικότητα CO2, ιδίως σε ΗΠΑ-Καναδά και Ευρώπη, πολλές εταιρείες στρέφουν το ενδιαφέρον τους στην Βόρειο Αφρική και στην ΝΑ Ασία όπου όμως απαντώνται κοιτάσματα με υψηλό περιεχόμενο διοξειδίου του άνθρακα. Για αυτό η εφαρμογή τεχνικών CCUS αποκτά μεγάλο ενδιαφέρον αφού μόνο έτσι οι εταιρείες θα μπορέσουν με ένα ανταγωνιστικό κόστος να εκπληρώσουν τους στόχους μείωσης των εκπομπών και τα γνωστά κριτήρια ESG (Environment, Social, Governance) τα οποία διέπουν πλέον όλες τις επενδυτικές αποφάσεις.
Όμως η τεχνολογία CCUS έχει εξ ίσου μεγάλο ενδιαφέρον για τον κλάδο της ηλεκτροπαραγωγής από άνθρακα/λιγνίτη λόγω των δυνατοτήτων που προσφέρει για ραγδαία μείωση των εκπομπών κάτι που επιτρέπει τη συνέχιση της παραγωγής και καύσης άνθρακα, με σχεδόν μηδενικούς ρύπους, σε πολλές μονάδες που λειτουργούν σήμερα. Κάτι που έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για χώρες όπως η Ελλάδα, η Γερμανία, η Πολωνία κα στην Ευρώπη, αλλά και για Κίνα και Ινδία όπου μεγάλο τμήμα της οικονομίας τους και οι κοινωνίες τους βασίζονται στην εγχώρια παραγωγή άνθρακα. Επιπλέον, η δυνατότητα υπόγειας αποθήκευσης μεγάλων ποσοτήτων CO2 από την λειτουργία ηλεκτροπαραγωγικών μονάδων άνθρακα προσφέρει την δυνατότητα παραγωγής "μπλε υδρογόνου" το οποίο αναμφίβολα θα παίξει καθοριστικό λόγο τα επόμενα χρόνια στην απανθρακοποίηση του ενεργειακού συστήματος. Για αυτό ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (ΙΕΑ) αποδίδει μεγάλη σημασία στην διάδοση και εφαρμογή τεχνολογιών CCUS εκτιμώντας ότι η ευρεία εφαρμογή τους μπορεί να συμβάλλει στην μείωση των εκπομπών κατά 9% παγκοσμίως μέχρι το 2050 (βλέπε γράφημα που ακολουθεί).