Αυξάνονται οι πιέσεις που δέχονται οι εταιρείες του πετρελαϊκού κλάδου από τη στροφή των κυβερνήσεων σε φιλικότερες πηγές ενέργειας. Με την οικονομική τους κατάσταση να έχει εξασθενήσει δραματικά από το δυσμενές περιβάλλον της πανδημικής κρίσης, τα περιθώρια επιλογής στη χάραξη μιας μακροπρόθεσμης στρατηγικής τους συρρικνώνονται σε μια επί το πλείστον «πράσινη ατζέντα». Απογοητευτική είναι η εικόνα των αποτελεσμάτων των πετρελαϊκών κολοσσών και στις δυο πλευρές του Ατλαντικού σε μια περίοδο που η τιμή του άνθρακα στο ευρωπαϊκό χρηματιστήριο εκπομπών ρύπων έχει αναρριχηθεί 60% από τις αρχές του Νοεμβρίου, φθάνοντας χθες στο υψηλό ρεκόρ των 38 ευρώ τον τόνο

Αν και σε καλύτερη μοίρα από τους ανταγωνιστές της, η Royal Dutch Shell ανακοίνωσε χθες πτώση καθαρών κερδών κατά 71% στα 4,8 δισ. δολάρια για το 2020 από τα 16,5 δισ. δολάρια το 2019. Ο βρετανο-ολλανδικός κολοσσός, ωστόσο, προτίθεται να καταβάλει υψηλότερο μέρισμα τους μετόχους. Οι αμερικανικές Exxon Mobil και Chevron κατέγραψαν τεράστιες ζημιές.

Η ΒΡ εμφάνισε ζημιές για το περσινό έτος αλλά μαζί με τη Shell και την Total καταβάλλουν προσπάθειες για να μειώσουν το περιβαλλοντικό αποτύπωμα των δραστηριοτήτων τους. Την επόμενη εβδομάδα, η Shell θα ανακοινώσει σχέδια για τον εκμηδενισμό των εκπομπών ρύπων στα μέσα του 21ου αιώνα, σχεδιάζοντας να πείσει τους επενδυτές της πως θα παραμείνει κερδοφόρα. Στη βραχυπρόθεσμη ατζέντα της, πάντως, περιλαμβάνεται η κατάργηση 9.000 θέσεων εργασίας που αντικατοπτρίζουν το 10% του προσωπικού της, αποβλέποντας στην εξοικονόμηση δαπανών 2 με 2,5 δισ. δολαρίων μέχρι το 2022.

Η αλλαγή των δεδομένων στον ενεργειακό κλάδο αντανακλάται από την άνοδο της τιμής του άνθρακα στο χρηματιστήριο εκπομπών ρύπων πάνω από τα 38 ευρώ τον τόνο με εβδομαδιαία άνοδο 13%, σύμφωνα με στοιχεία του πρακτορείου Bloomberg.

Επιβεβαιώνονται, ως εκ τούτου, υποψίες για μια ενίσχυση των ανοδικών τάσεων στο κόστος των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα (CO2) που ήδη έχουν καλλιεργηθεί κατά τη διάρκεια των τελευταίων μηνών, αφού η Ε.Ε δεσμεύτηκε για μια στροφή στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Η αναρρίχηση των τιμών στα μέσα της εβδομάδας αποδόθηκε σε δημοπρασία που έλαβε χώρα στην Πολωνία, όπου εταιρείες κατέβαλαν αντίτιμο στις τιμές της αγοράς για να αποκτήσουν δικαιώματα εκπομπής CO2.

(από την εφημερίδα "ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ")