Τι Περιμένουμε στα Ελληνοτουρκικά

Με το ενδιαφέρον των μέσων ενημερώσεως στις εξελίξεις του θέματος που εδημιούργησε η απόπειρα αυτοκτονίας Ζαχοπούλου και σε όσα άλλα έφερε στην επιφάνεια η θλιβερή αυτή υπόθεσις, επέρασε απαρατήρητο ένα πολύ σημαντικό ζήτημα πολιτικής συναινέσεως πάνω σε ένα μείζον εθνικό θέμα.
Του Ευθ. Π. Πέτρου - ΕΣΤΙΑ
Τετ, 23 Ιανουαρίου 2008 - 00:36

Με το ενδιαφέρον των μέσων ενημερώσεως στις εξελίξεις του θέματος που εδημιούργησε η απόπειρα αυτοκτονίας Ζαχοπούλου και σε όσα άλλα έφερε στην επιφάνεια η θλιβερή αυτή υπόθεσις, επέρασε απαρατήρητο ένα πολύ σημαντικό ζήτημα πολιτικής συναινέσεως πάνω σε ένα μείζον εθνικό θέμα.

Πράγματι, ελάχιστοι φαίνεται να έδωσαν ιδιαίτερη σημασία στο γεγονός ότι συνεκλήθη την περασμένη εβδομάδα το Εθνικό Συμβούλιο Εξωτερικής Πολιτικής. Όχι μόνο ενημερώθη πλήρως εν όψει του ταξιδιού Καραμανλή στην Τουρκία, αλλά υπήρξε μια έκφρασις γενικής ικανοποιήσεως και από την αντιπολίτευση για την ειλικρινή στάση της υπουργού Εξωτερικών.

'Δεν υπάρχουν τα τελευταία χρόνια και πολλές περιπτώσεις κατά τις οποίες τα κόμματα της ελληνικής Βουλής επιδεικνύουν πνεύμα ενότητος και υπευθυνότητα για την αντιμετώπιση ακόμη και πολύ σημαντικών ζητημάτων. Αυτός είναι άλλωστε και ο λόγος για τον οποίο ουδεμία Κυβέρνησις έχει τολμήσει τον παραμικρό ρεαλιστικό συμβιβασμό. Έτσι τα περισσότερα από τα διεθνή ζητήματα που αντιμετωπίζουμε παραμένουν επί δεκαετίες ανεπίλυτα.

Δεν θα υποστηρίξουμε βεβαίως, ότι η εκδήλωσις αυτής της συναινέσεως μπορεί να αποτελέση κομβικό σημείο για την αναστροφή του κλίματος και την επίδειξη πολιτικού ρεαλισμού και υπευθυνότητος από τους πολιτικούς μας. Ίσως μάλιστα το γεγονός ότι τα ελληνοτουρκικά ευρίσκονται αυτή την περίοδο στο περιθώριο των ειδησεογραφικών δελτίων να συνέβαλε στην λογική στάση των κομμάτων.

Είναι θλιβερό ένα τέτοιο συμπέρασμα, αλλά μας οδηγεί σε αυτό η γενικότερη εικόνα την οποία συνθέτουν το δέος των πολιτικών έναντι των ΜΜΕ τα οποία σταδιακώς έχουν ξεφύγει από την ενημερωτική αποστολή τους και έχουν εκφυλίσει τα ειδησεογραφικά τους δελτία σε κακέκτυπα επιθεωρησιακών παραστάσεων.

 Για να επανέλθουμε όμως στην ουσία τους θέματος, τόσο η ενημέρωσις του ΕΣΕΠ, όσο και η όλη προετοιμασία της επισήμου επισκέψεως στην Τουρκία, δείχνει την μεγάλη περίσκεψη της ελληνικής πλευράς, η οποία απετυπώθη και στην σχετική απάντηση που έδωσε ο κ. Καραμανλής στην Βουλή. Ότι δηλαδή δεν υπάρχει ούτε αισιοδοξία ούτε απαισιοδοξία. Υπάρχουν ξεκάθαρες ελληνικές θέσεις πάνω σε υπαρκτά προβλήματα με την γείτονα.

Με προϊστορία μιάς μείζονος κρίσεως ανά δεκαετία και με δεδομένη την αδιαλλαξία όλων των πόλων εξουσίας στην Άγκυρα και την Κωνσταντινούπολη, θα ήταν τελείως εξωπραγματικό να περιμένουμε την εξεύρεση λύσεων κατά την διάρκεια ενός ολιγοημέρου ταξιδιού. Απεναντίας έχει προβληθή ιδιαιτέρως το ενδεχόμενο να υπάρξη κατά τις ημέρες αυτές μια μικρής έστω κλίμακος πρόκλησις που θα περιπλέξη ακόμη περισσότερο τα πράγματα.

Ελπίζουμε η κατάστασις αυτή, να φέρη στην επιφάνεια την ανεπάρκεια της προετοιμασίας μας για να αντιμετωπίσουμε μια κατάσταση κρίσεως. Για ευνοήτους λόγους δεν θα επεκταθούμε περισσότερο επί του προκειμένου ελπίζοντας ότι οι έχοντες την ευθύνη για την ασφάλεια της χώρας γνωρίζουν πολύ καλά ότι οι κρίσεις επί του πεδίου δεν αντιμετωπίζονται με ωραιοποιήσεις όπως ο χαρακτηρισμός κάποιων καταστάσεων ότι ευρίσκονται στα "κατώτερα αποδεκτά" επίπεδα! Τα κατώτερα δεν μπορεί να είναι και αποδεκτά.

Γνωρίζουμε άλλωστε πολύ καλά από την ανάλυση της καταστάσεως κατά τα τελευταία 34 χρόνια, ότι η τουρκική πλευρά είναι αδιάλλακτη και προκλητική, μόνον όταν μπορεί να ενεργή εκ του ασφαλούς. Στα μέσα της δεκαετίας του '80 άρχισε η τακτική των καθημερινών παραβιάσεων του εθνικού εναερίου χώρου μόνον όταν η ισορροπία των αεροπορικών δυνάμεων διεταράχθη προς όφελος της Τουρκίας.

Πόσο έτοιμοι είμαστε σήμερα, να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά μια τουρκική πρόκληση; Και πόσο έτοιμοι είμαστε να αξιοποιήσουμε πολιτικά την στάση της Αγκύρας που έρχεται σε αντίθεση όχι μόνον προς το ευρωπαϊκό κεκτημένο, αλλά προς κάθε αρχή του διεθνούς δικαίου; Διότι μέχρι σήμερα δεν το έχουμε κατορθώσει.

Η εισβολή του 1974 απέχει τόσο που έχει ξεχασθή. Σήμερα, αυτό που θυμούνται οι περισσότεροι στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τους περισσοτέρους διεθνείς οργανισμούς είναι ότι η Τουρκία προσπάθησε να συνεισφέρη στην λύση του Κυπριακού υποστηρίζοντας το Σχέδιο Αννάν! Αυτό καταφέραμε με τους ατυχείς χειρισμούς που συνόδευσαν την -πολύ ορθή- πράξη της απορρίψεως του καταστροφικού αυτού σχεδίου. Ας μην επαναλάβουμε τα ίδια λάθη.