το σύστημα εμπορίας εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και τη φορολόγηση ενεργειακών προϊόντων. Μία από τις ζωτικής σημασίας παραμέτρους του όλου πακέτου είναι και ο Μηχανισμός Διασυνοριακής Προσαρμογής Εκπομπών Διοξειδίου του Άνθρακα, που θα εφαρμοστεί για τα προϊόντα τρίτων χωρών που δεν υπάγονται στο ETS.
Ποιες θα είναι όμως οι επιπτώσεις της εφαρμογής του στην ευρωπαϊκή βιομηχανία και τις εισαγωγές, αλλά και γιατί οι χώρες της Αν. Ευρώπης και οι περιβαλλοντολόγοι ακονίζουν τα μαχαίρια τους με αφορμή τα γενναιόδωρα χρονοδιαγράμματα που συνοδεύουν τον εν λόγω Μηχανισμό; Η ριζική αναθεώρηση των υφιστάμενων στόχων και η δημιουργία νέων δεσμευτικών κανόνων αναμένεται να παίξουν καθοριστικό ρόλο στη συζήτηση για την αναμόρφωση του εγχώριου, νέου Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) για το 2030.
Ο Μηχανισμός Διασυνοριακής Προσαρμογής Εκπομπών CO2 προβλέπει την επιβολή διασυνοριακού φόρου σε προϊόντα τρίτων χωρών που υπολείπονται των προσπαθειών για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης Με αυτό το νέο σύστημα θα ακριβύνουν οι εισαγωγές ενέργειας επειδή θα χρεώνονται με τα δικαιώματα CO2 της χώρας άφιξης. Σταδιακά θα εφαρμοστεί και ένας μηχανισμός επιβολής ποινών, υπό την προϋπόθεση ότι θα έχουν ολοκληρωθεί οι διασυνδέσεις του συνόλου των Ανεξάρτητων Διαχειριστών Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας των γειτονικών χωρών. Όπως εκτιμούν πηγές με καλή γνώση του θέματος, η πρώτιστη συνέπεια αυτής της εξέλιξης θα είναι η εκτίναξη των τιμών των δικαιωμάτων CO2. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην περίπτωση της χώρας μας, τα συμβόλαια Δεκεμβρίου έκλεισαν προ ημερών σε νέο υψηλά όλων των εποχών, στα 57,90 ευρώ ανά τόνο!.
Η φορολόγηση των ενεργειακών προϊόντων αποσκοπεί να συγκεντρώσει πόρους με τους οποίους θα χρηματοδοτηθεί το χρέος του Ταμείου Ανάκαμψης για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας του Covid-19 και το οποίο ανέρχεται σε 750 δισ. ευρώ.
(Χώρες χωρίς εθνική τιμή άνθρακα θα αντιμετωπίσουν, πιθανώς, τις πιο ραγδαίες αυξήσεις κόστους. Με αστερίσκο οι χώρες που δεν διαθέτουν. Πηγή: FT.com)
Αρχικά, το φάσμα των εισαγωγών που τίθενται στο μικροσπόπιο του μηχανισμού περιλαμβάνει τον χάλυβα, τον σίδηρο και το αλουμίνιο, και αναμένεται να αντλήσει ένα ποσό κοντά στα 10 δισ. ευρώ ετησίως, από τη στιγμή που θα τεθεί σε εφαρμογή. Ήδη, οι επικεφαλείς της ευρωπαϊκής βιομηχανίας αναμένουν εναγωνίως να μάθουν λεπτομέρειες του πώς λειτουργεί ο Μηχανισμός, σε συνάρτηση με το μηχανισμό τιμολόγησης άνθρακα της Ε.Ε.
Οι Βρυξέλλες υποσχέθηκαν να καταργήσουν σταδιακά τα δωρεάν δικαιώματα για πιστώσεις άνθρακα που εκχωρούνται σε ευρωπαϊκές βιομηχανίες, όπως η χαλυβουργία και οι αερομεταφορές, και σε αντάλλαγμα να επιβάλουν τον εν λόγω Μηχανισμό στις εισαγωγείς τρίτων χωρών. Κατ΄ουσία, αυτός ο φόρος θα αποτελέσει τον ακρογωνιαίο λίθο της προσπάθειας των Βρυξελλών να προστατεύσει την ευρωπαϊκή βιομηχανία από ξένους ανταγωνιστές που δεν υπόκεινται στους αυστηρούς κλιματικούς στόχους της Ένωσης. Οι έως τώρα λεπτομέρειες που έχουν διαρρεύσει δεν παρέχουν σαφές χρονοδιάγραμμα για τη σταδιακή κατάργηση των δωρεάν πιστώσεων, αν και υπάρχουν ενδείξεις ότι αυτό θα διαρκέσει αρκετό χρόνο έως ότου συμβεί. Στο κείμενο της Επιτροπής που περιήλθε σε γνώση μεγάλων ειδησεογραφικών οργανισμών, όπως οι Financial Times του Λονδίνου, αναφέρεται ότι θα δοθεί τουλάχιστον τριετής μεταβατική περίοδος από την καθιέρωση του Μηχανισμού, κατά τρόπον ώστε οι εταιρείες των τρίτων χωρών να εξοικειωθούν με τις γραφειοκρατικές προκλήσεις που θα τον συνοδεύουν.
Ακόμη, σε μια άλλη ένδειξη πως τα δωρεάν δικαιώματα δεν θα καταργηθούν με μιάς, στο ίδιο κείμενο της Επιτροπής, παρουσιάζονται διαφορετικά χρονοδιαγράμματα με ένα εκ των συμπερασμάτων να καταλήγει πως μία από τις βέλτιστες επιλογές είναι η παράτασή τους για χρονική διάρκεια επτά ετών, με τα δικαιώματα να έχουν μειωθεί κατά 50% το 2023, πριν μηδενιστούν το 2030. Σε κάθε περίπτωση η τελική απόφαση θα ληφθεί στη συνεδρίαση της Επιτροπής, στις 14 Ιουλίου. Στη χρονική αυτή παράταση θεωρείται βέβαιο πως θα αντιδράσουν μέλη περιβαλλοντικών οργανώσεων που αποκλείουν μια τόσο μακρά μετάβαση και υποστηρίζουν ότι οι φιλόδοξοι στόχοι μείωσης των εκπομπών της Ε.Ε. απαιτούν τη θέσπιση άμεσων κινήτρων προς τις επιχειρήσεις, ώστε να μειώσουν το αποτύπωμά τους σε άνθρακα. Παράλληλα, και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θεωρείται πιθανό να πιέσει να θεσμοθετηθεί μικρότερο χρονικό διάστημα, επιτρέποντας στον Μηχανισμό να λειτουργήσει πλήρως, πριν από το 2030.
Η διαφαινόμενη σύγκρουση εκτιμάται πως θα αποτελέσει μια πρώτη δοκιμασία για τις φιλοδοξίες της Ενωμένης Ευρώπης να αντιμετωπίσει υπεύθυνα το ζήτημα της απανθρακοποίησης της οικονομίας. Σε κάθε περίπτωση οι επιφυλάξεις για την αποτελεσματικότητα του νέου μέτρου υπάρχουν. Χαρακτηριστικό είναι το ότι στο κείμενο που διέρρευσε τονίζεται πως «καθώς η Ε.Ε. προωθεί ολοένα και πιο φιλόδοξα σχέδια για το κλίμα, η απόκλιση με τις ανάλογες πολιτικές που ακολουθούν τρίτες χώρες αναμένεται να διευρυνθεί κάτι που ενέχει κίνδυνο για τα συμφέροντα της περιοχής.»
Από την πλευρά τους, οι εμπορικοί εταίροι της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν προειδοποιήσει ότι ο νέος Μηχανισμός δεν θα πρέπει να αντιβαίνει τους κανόνες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου. Ωστόσο, κοινοτικοί αξιωματούχοι υποστηρίζουν πως δεν τίθεται κανένα θέμα και ότι ο Μηχανισμός δεν θα γίνει στόχος εμπορικών αντιποίνων, επειδή έχει σχεδιαστεί για να αφορά σε εταιρείες και όχι κρατικές οντότητες και ότι θα ισχύει μόνο για εκείνες τις χώρες που δεν διαθέτουν ισοδύναμα συστήματα τιμολόγησης άνθρακα με την Ε.Ε.