Άλμα πάνω από τα 96 δολάρια το βαρέλι πραγματοποίησε χθες (18/2), η τιμή του «μαύρου χρυσού» στο NYMEX της Νέας Υόρκης, καταγράφοντας άνοδο για τέταρτη συνεχή ημέρα όπου σε διάστημα μόλις οκτώ ημερών η τιμή ανέβηκε κατά περίπου 4%, τη μεγαλύτερη από την εβδομάδα που έληξε στις 2 του περασμένου Νοεμβρίου. Αναλυτές ανέφεραν ότι ο φόβος για επιβράδυνση στις ΗΠΑ συγκρατεί την τιμή του πετρελαίου από τα 100 δολάρια το βαρέλι.

Άλμα πάνω από τα 96 δολάρια το βαρέλι πραγματοποίησε χθες (18/2), η τιμή του «μαύρου χρυσού» στο NYMEX της Νέας Υόρκης, καταγράφοντας άνοδο για τέταρτη συνεχή ημέρα όπου σε διάστημα μόλις οκτώ ημερών η τιμή ανέβηκε κατά περίπου 4%, τη μεγαλύτερη από την εβδομάδα που έληξε στις 2 του περασμένου Νοεμβρίου. Αναλυτές ανέφεραν ότι ο φόβος για επιβράδυνση στις ΗΠΑ συγκρατεί την τιμή του πετρελαίου από τα 100 δολάρια το βαρέλι.

Ανοδική ώθηση στις τιμές των καυσίμων έδωσαν τα στοιχεία που ανακοινώθηκαν στην Ασία και έδειξαν σταθερή οικονομική ανάπτυξη, γεγονός που ενθάρρυνε τους καταναλωτές να αγοράσουν εμπορεύματα. Πανικό στην αγορά προκάλεσε, εξάλλου, η μείωση της παραγωγής από τα κράτη-μέλη του ΟΠΕΚ τον προηγούμενο μήνα, ενώ συρρίκνωση εκτιμάται πως θα συνεχισθεί τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο.

Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, οι εισαγωγές πετρελαίου στην Κίνα αυξήθηκαν τον Ιανουάριο κατά 1,8% στους 13,94 εκατ. τόνους, ενώ η ιαπωνική οικονομία αναπτύχθηκε το προηγούμενο τρίμηνο με ρυθμό 3,7% στέλνοντας τον δείκτη Nikkei σε υψηλό εξαετίας.

Τα νέα αυτά κυριολεκτικά πυροδότησαν τις αγορές, καθώς Κίνα και Ιαπωνία αποτελούν μετά τις Ηνωμένες Πολιτείες τις δύο μεγαλύτερες καταναλώτριες στον κόσμο.

Εν τω μεταξύ όσο «ανεβαίνει» το πολιτικό βαρόμετρο στις σχέσεις ΗΠΑ-Βενεζουέλας, τόσο αυξάνεται η τιμή του πετρελαίου. Οι παίκτες στις αγορές εμπορευμάτων εκφράζουν πλέον ανοιχτά την ανησυχία μήπως η Βενεζουέλα σταματήσει τις εξαγωγές πετρελαίου προς τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Υπενθυμίζεται ότι το αργό πετρέλαιο άγγιξε τα χαμηλότερα επίπεδα έξι εβδομάδων, αυτά των 86,24 δολαρίων το βαρέλι, στις 7 Φεβρουαρίου, καθώς επικράτησε η ανησυχία ότι η οικονομική επιβράδυνση στις ΗΠΑ θα μειώσει τη ζήτηση.