Το μεγαλύτερο πρόβλημα της πολιτικής αυτής είναι ότι η υπόλοιπη υφήλιος, που εκπέμπει το 92% του CO2 και κυρίως οι αναπτυσσόμενες χώρες που εκπέμπουν το 65%, διστάζουν να δεσμευθούν. Αυτό καθιστά την πολιτική αποτροπής στην πράξη σχεδόν ουτοπική. Συνεπώς, εκτός από το τι μπορούμε και τι πρέπει να κάνουμε για να αποτρέψουμε τον κίνδυνο, πρέπει να σκεφτούμε και πως θα προσαρμοστούμε σ’ αυτόν. Η προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή και οι πολιτικές αντιμετώπισης της αυτού του είδους, έχουν σημαντικά πλεονεκτήματα:
Δεν χρειάζεται καταρχάς να βασίζονται σε καμιά υπόθεση σχετικά με την αιτία του φαινομένου. Είτε είναι ανθρωπογενές είτε είναι φυσικό, θα αναγκαστούμε να το αντιμετωπίσουμε με τον τρόπο που προετοιμαζόμαστε (παραδείγματος χάριν) για τους σεισμούς. Έστω και αν κάποτε πιστεύαμε ότι προκαλούντο από τους Θεούς. Συγχρόνως απαλλασσόμαστε από την ψυχολογική φθορά που προκαλούν οι αλληλοκατηγορίες περί επιστημοσύνης ή θρησκευτικού φανατισμού στις οποίες αρέσκονται οι πνευματικοί μας ηγέτες.
Είναι σημαντικό ότι οι πολιτικές προσαρμογής είναι ανάλογες με τους κινδύνους που αντιμετωπίζει η κοινωνία και αλλάζουν εύκολα όταν αλλάζει η πιθανότητα και το μέγεθος των επιπτώσεών τους. Ξεκινάμε με μικρές αλλαγές και τις τροποποιούμε καθώς το κλίμα μεταβάλλεται με μικρότερο ή μεγαλύτερο του αναμενομένου ρυθμό.
Πολύ σημαντικό είναι ότι οι πολιτικές προσαρμογής είναι επικεντρωμένες τοπικά. Αυτό γιατί οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής δεν θα είναι οι ίδιες σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης. Έχουν δε το πλεονέκτημα ότι αντανακλούν τις προτεραιότητες των τοπικών πληθυσμών πράγμα που τις κάνει πολιτικά πιο εύκολα αποδεκτές. Δεν χρειάζεται να υπάρξει η ομόφωνη συναίνεση σε παγκόσμιο επίπεδο που είναι απαραίτητη για τις πολιτικές αποτροπής.
Ακόμα καλύτερα, ορισμένες πρωτοβουλίες προσαρμογής μπορούμε βάσιμα να ελπίσουμε ότι θα είναι αυθόρμητες. Δεν θα χρειαστεί καν να τις σχεδιάσουμε με κρατική παρέμβαση. Οι άνθρωποι πάντα έπαιρναν τις συλλογικές πρωτοβουλίες που απαιτούντο για να βελτιώσουν τις συνθήκες διαβίωσής τους. Οι κάτοικοι της Ολλανδίας για παράδειγμα, χτίζουν εδώ και αιώνες φράγματα για να διεκδικήσουν γη από την Βόρεια θάλασσα.
Τέλος οι πολιτικές προσαρμογής είναι αποτελεσματικές. Οι ανθρώπινες κοινωνίες έχουν ανθίσει σε περιβάλλοντα από τον αρκτικό κύκλο μέχρι τους τροπικούς. Η προσαρμογή στις αλλαγές του κλίματος βοηθάει στην μείωση των επιπτώσεων σε σχέση με το ποιες θα ήταν χωρίς τις παρεμβάσεις μας. Δεν υπάρχει συλλογική πρόθεση να κάνουμε τα πράγματα χειρότερα. Αντίθετα η ιστορία δείχνει ότι έχουμε πετύχει βελτίωση των όρων διαβίωσης των ανθρώπων στον πλανήτη.
Οι πολιτικές προσαρμογής δεν συζητούνται επαρκώς. Οι πολίτες υφίστανται θυσίες για να σωθεί ο πλανήτης μέσω πολιτικών αποτροπής χωρίς να εξηγηθεί ότι αυτές είναι εντελώς άκαρπες αν δεν υπάρξει ομοφωνία για αυτές σε παγκόσμιο επίπεδο και μηχανισμός επιβολής της απόφασης. Από την άλλη μεριά αναρωτιούνται για το πόσο καλά προστατεύονται από τους πραγματικούς (πιθανούς) κινδύνους της κλιματικής αλλαγής. Με άλλα λόγια, οι πολίτες βομβαρδίζονται καθημερινά με αναφορές στους κινδύνους από την κλιματική αλλαγή χωρίς συγχρόνως να πληροφορούνται ότι οι θυσίες στις οποίες υποβάλλονται δεν συνεισφέρουν στην αντιμετώπισή τους.
Είναι αναγκαίο να αποκατασταθεί η ισορροπία στον δημόσιο διάλογο. Που έχει το πλεονέκτημα ότι μπορεί και πρέπει να γίνει τοπικά εδώ στην Ελλάδα, γιατί τόσο το κόστος όσο και τα οφέλη των εναλλακτικών λύσεων μας αφορούν άμεσα. Μήπως πρέπει να μεταφέρουμε πόρους (που δεν είναι απεριόριστοι!) από πολιτικές αποτροπής σε υποδομές προσαρμογής; Ίσως το ερώτημα πρέπει να τεθεί επειγόντως – πριν οι πολίτες αρχίσουν να αισθάνονται ότι εμπαίζονται.
* Το παρόν κείμενο είναι ερμηνεία και προσαρμογή από τον γράφοντα στην “ελληνική πραγματικότητα” απόψεων του Steven Koonin όπως αυτές διατυπώνονται στο βιβλίο του “Unsettled – What Climate Science Tells us, What it Doesn’t and Why it Matters”. Συνεπώς έχει την ευθύνη ότι κατάλαβε σωστά.
(από allazorevma.gr)