Κάτω από τα 100 γιεν για πρώτη φορά μετά το 1995 και σε νέο ιστορικό ναδίρ έναντι του ευρώ υποχώρησε χθες το δολάριο, συμπαρασύροντας τα χρηματιστήρια και ωθώντας τις τιμές πετρελαίου και χρυσού σε «στρογγυλά» νέα ιστορικά υψηλά.

Κάτω από τα 100 γιεν για πρώτη φορά μετά το 1995 και σε νέο ιστορικό ναδίρ έναντι του ευρώ υποχώρησε χθες το δολάριο, συμπαρασύροντας τα χρηματιστήρια και ωθώντας τις τιμές πετρελαίου και χρυσού σε «στρογγυλά» νέα ιστορικά υψηλά.

Την αφορμή για την κατάρρευση του αμερικανικού νομίσματος έως και στο ναδίρ 12ετίας των 99,77 γιεν και στο 1,5624 έναντι του ευρώ έδωσε η Carlyle Capital, η οποία ανέμενε χθες από στιγμή σε στιγμή την κατάσχεση όλων των εναπομεινάντων περιουσιακών στοιχείων από τους πιστωτές της, μετά την αποτυχία των διαπραγματεύσεων για την εξεύρεση χρηματοδότη και την αποτροπή της ρευστοποίησής της. Το δολάριο προσέγγισε σε αξία το ελβετικό φράγκο, πραγματοποίησε δε βουτιά έναντι και της στερλίνας.

«Δεν είναι καλή είδηση»

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζορτζ Μπους, παραδέχθηκε ότι η πτώση δεν είναι «καλή είδηση». Την άποψη αυτή συμμερίστηκε ο υπουργός Οικονομικών του, Χένρι Πόλσον, ο οποίος επανέλαβε χθες ότι τάσσεται υπέρ της πολιτικής του «ισχυρού δολαρίου» που αντικατοπτρίζει θεμελιώδη μεγέθη της οικονομίας. Ο δε πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Ζαν-Κλοντ Τρισέ, εξέφρασε για άλλη μια φορά την ανησυχία του για τις έντονες διακυμάνσεις των συναλλαγματικών ισοτιμιών, επισημαίνοντας ότι παρακολουθεί «με προσοχή» δηλώσεις όπως των κ. Μπους και Πόλσον.

Η χθεσινή εξέλιξη ώθησε την τιμή του χρυσού πάνω από το ορόσημο των 1.000 δολαρίων η ουγγιά, στα 1.001,50, στην αγορά της Νέας Υόρκης, ενώ αναλυτές αναμένουν ακόμα μεγαλύτερη άνοδο λόγω των προσδοκιών για περαιτέρω μειώσεις των επιτοκίων της Fed και των φόβων για αύξηση του πληθωρισμού. Σημειώνεται ότι η τιμή του πολύτιμου μετάλλου έχει αυξηθεί περίπου κατά 20% από τις αρχές του έτους. Όσο για το αργό, η τιμή του άγγιξε χθες τα 111 δολάρια το βαρέλι, επίσης στη Νέα Υόρκη, πριν υποχωρήσει κάτω από τα 110, ενώ η τιμή του Brent στην αγορά του Λονδίνου έφθασε έως και τα 106,94 δολάρια το βαρέλι.

Όπως τόνιζε στις αρχές του μήνα ο Εϊζούκε Σακακιμπάρα, ο περίφημος «κύριος Γιεν» της περιόδου 1997-99, όταν ήταν επικεφαλής του ιαπωνικού υπουργείου Οικονομικών, «υπάρχουν περισσότερες από 50% πιθανότητες να βρίσκονται ήδη σε ύφεση οι ΗΠΑ». Πάντως, η αξιοπιστία των αξιωματούχων της Fed κρίνεται πως θα εξαρτηθεί από την επιτυχία του «στοιχήματος» ότι οι ταχύτερες αυξήσεις επιτοκίων των τελευταίων 20 ετών δεν θα θέσουν σε κίνδυνο τις προβλέψεις για επιβράδυνση του πληθωρισμού την ερχόμενη διετία. Η παγκόσμια πιστωτική κρίση υποχρέωσε τον πρόεδρο της Fed, Μπεν Μπερνάνκι, να θέσει κατά μέρος την πολιτική της σταθερότητας των τιμών, επιτιθέμενος σε δύο μέτωπα: την επιτάχυνση της μείωσης των επιτοκίων και την εξεύρεση νέων τρόπων ενίσχυσης της ρευστότητας των τραπεζών. Η τακτική αυτή, ωστόσο, σύμφωνα με τον Κένεθ Ρογκόφ, καθηγητή του πανεπιστημίου του Χάρβαρντ, θα έχει ως τίμημα την άνοδο του πληθωρισμού.

Πληθωρισμός - φούσκες

Ειδικότερα, μια τέτοια τακτική, που είναι γνωστή ως διαχείριση ρίσκου και χρονολογείται από την εποχή του τέως προέδρου της Fed, Αλαν Γκρίνσπαν, είθισται να έχει «παράπλευρες απώλειες», ήτοι να πυροδοτεί πληθωρισμό ή φούσκες στις τιμές του ενεργητικού. Το 2003, όταν η Fed μείωσε το βασικό επιτόκιο στο ναδίρ 45ετίας του 1%, δημιούργησε τις προϋποθέσεις για μια τριετή φούσκα των ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων, η οποία αναπόφευκτα έσκασε.

Όπως επισημαίνει πρώην στέλεχος της Κεντρικής Τράπεζας της Ατλάντα, «ενώ σαφώς έχει κάποια γοητεία η υιοθέτηση μιας τακτικής διαχείρισης ρίσκου, μακροπρόθεσμα ίσως αποδειχθεί πιο δαπανηρή: Χωρίς καλά προκαθορισμένη στρατηγική εξόδου, δεν μπορείς να δικαιολογήσεις την υπαναχώρηση πριν να είναι πολύ αργά».

 

(Από την εφημερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 14/03/2008)