Είναι μια ατράνταχτη απόδειξη των προβλημάτων που αντιμετωπίζει ο τομέας πετρελαίου και φυσικού αερίου πως η περιοχή με το μεγαλύτερο ενδιαφέρον για εξαγορές ήταν, το περασμένο έτος, η Βόρεια Αμερική. Αυτά τα προβλήματα μπορούν να οδηγήσουν σε μια διετία με αυξημένους όγκους deals σε σχέση με τα αμέσως προηγούμενα χρόνια.

Είναι μια ατράνταχτη απόδειξη των προβλημάτων που αντιμετωπίζει ο τομέας πετρελαίου και φυσικού αερίου πως η περιοχή με το μεγαλύτερο ενδιαφέρον για εξαγορές ήταν, το περασμένο έτος, η Βόρεια Αμερική. Αυτά τα προβλήματα μπορούν να οδηγήσουν σε μια διετία με αυξημένους όγκους deals σε σχέση με τα αμέσως προηγούμενα χρόνια.

Η παραγωγή αργού πετρελαίου των ΗΠΑ ακολουθεί φθίνουσα πορεία και η παραγωγή φυσικού αερίου έχει καθηλωθεί.

Ελάχιστες ήταν οι ανακαλύψεις νέων κοιτασμάτων στον Κόλπο του Μεξικού σύμφωνα με την εταιρεία συμβούλων Μackenzie.

Ο Καναδάς διαθέτει τεράστιες δυνατότητες χάρη στα κοιτάσματα της Αλάσκας, ωστόσο, η άντλήσή τους είναι δαπανηρή και ενέχει σοβαρούς κινδύνους για το φυσικό περιβάλλον. Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση πρότεινε, την περασμένη εβδομάδα, την υιοθέτηση κανόνων που θα υποχρεώνουν τις εταιρείες που θα αναλαμβάνουν νέα έργα στην περιοχή των πετρελαιο-αμμόλιθων (oil sands) να «συλλαμβάνουν» και να αποθηκεύουν τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα που θα εκπέμπουν, μετά το 2012, απαίτηση που θα «παγώσει», ενδεχομένως, τα σχέδια επέκτασής τους.

Εν τούτοις, οι ΗΠΑ και ο Καναδάς αναλογούν στο 62% όλων των deals εξαγορών και συγχωνεύσεων στην έρευνα και παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου (upstream) από άποψης αξίας το περασμένο έτος, από 55% το 2006, σύμφωνα με στοιχεία ου παρέθεσαν από κοινού η εταιρεία ερευνών John S. Helold και η τράπεζα Standard Chartered.Η αξία των συμφωνιών που συνάφθηκαν, συμπεριλαμβανομένων των επιχειρηματικών και των βασιζόμενων σε στοιχεία ενεργητικού συναλλαγών, στον Καναδά, εκτινάχτηκε στα 45,6 δισ. δολάρια, το 207, από 25,3 δισ. δολάρια το 2006, ενώ στις ΗΠΑ, αυξήθηκαν στα 49,2 δισ. δολάρια από 43 δισ. δολάρια αντιστοίχως.

Την ίδια ώρα, η αξία των deals στην Αφρική και την Μέση Ανατολή, που διακρατούν το 70% των αποδεδειγμένων αποθεμάτων συμβατικού πετρελαίου στον πλανήτη, υποχώρησε στα 4,4 δισ. δολάρια από 6,7 δισ. δολάρια.

Οι αριθμοί μπορούν να διαφέρουν από χρόνο σε χρόνο ωστόσο, η τάση είναι σαφής: οι αγοραστές κατευθύνονται εκεί που τους επιτρέπετε να αγοράσουν και όχι, αναγκαστικώς, εκεί όπου υπάρχουν οι καλύτεροι ενεργειακοί πόροι.

Η PFC Energy, άλλη μια εταιρεία συμβούλων του τομέα, υπολόγισε πως οι διεθνείς πετρελαϊκές εταιρείες διαθέτουν ελεύθερη πρόσβαση μόνον στο 6% των παγκόσμιων αποθεμάτων «μαύρου χρυσού» και αντιμετωπίζουν ποικίλους περιορισμούς για τα υπόλοιπα.

Δεν πρόκειται για πρόβλημα που δεν έχει προηγούμενο. Η βιομηχανία αντιμετώπιζε, πάντα, προβλήματα στο ζήτημα της πρόσβασης. Ωστόσο, η κατάσταση έχει επιδεινωθεί τα τελευταία χρόνια καθώς πολλές πλούσιες σε ενεργειακούς πόρους χώρες, με προεξάρχουσες την Βενεζουέλα και την Ρωσία, ασκούν μεγαλύτερο έλεγχο στα αποθέματά τους και πιέζουν ώστε να αυξήσουν τα κέρδη τους.

Ο Σαμίρ Μπρίκο, ο διευθύνων σύμβουλος της Amec, του βρετανικού ομίλου πετρελαϊκών υπηρεσιών και μηχανουργίας, δήλωσε προ ημερών πως σημειώθηκε μια μεταβίβαση εξουσίας στα κράτη από τις διεθνείς πετρελαϊκές εταιρείες.

«Οι πετρελαϊκές χώρες ευνοούσαν, παραδοσιακά, την είσοδο των διεθνών εταιρειών πετρελαίου επειδή πρόσφεραν εύρωστους ισολογισμούς και μηχανουργικό ταλέντο. Ωστόσο, με την τιμή του πετρελαίου στα 100 δολάρια ανά βαρέλι, αυτές οι χώρες μπορούν, πλέον, να αντλήσουν όλη τη χρηματοδότηση που χρειάζονται από τα κέρδη που εισπράττουν»…

Μια από τις επιπτώσεις αυτής της κατάστασης είναι το γεγονός πως αυξήθηκε το επίπεδο ισορροπίας των τιμών του πετρελαίου.

Η Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας, το εποπτικό όργανο των αναπτυγμένων χωρών στον πλανήτη, ανέφερε στην τελευταία έκθεσή της για την αγορά πετρελαίου, πως η παγκόσμια τάση επικεντρώνεται στην ανάπτυξη των υψηλού κόστους αλλά προσβάσιμων αποθεμάτων «μαύρου χρυσού», προτού γίνει η πλήρης εκμετάλλευση του χαμηλού κόστους πετρελαίου.

Η υπηρεσία ενεργειακής πληροφόρησης της κυβέρνησης των ΗΠΑ υπολόγισε πως το μέσο κόστος της ανακάλυψης και παραγωγής αργού πετρελαίου, για παράδειγμα, ανοικτά των αμερικανικών ακτών, ανέρχεται στα 64 δολάρια ανά βαρέλι.

Ο αποκλεισμός των πετρελαϊκών εταιρειών από ορισμένα από τα χαμηλού κόστους κοιτάσματα και η αναπόφευκτη επέκτασή τους στις ζώνες υψηλότερου κόστους, εκτίναξε το κόστος ως αποτέλεσμα των ελλείψεων ειδικευμένου προσωπικού και εξοπλισμού. Αυτό σημαίνει πως η κερδοφορία των στοιχείων ενεργητικού σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο δεν αυξήθηκε κατά τον ίδιο βαθμό που ενισχύθηκε η τιμή πώλησης του «μαύρου χρυσού».

Οι τιμές που καταβλήθηκαν για την υλοποίηση συμφωνιών συγχώνευσης και εξαγορών παρέμειναν αμετάβλητες το περασμένο έτος. Η παγκόσμια μέση τιμή που καταβλήθηκε ανά βαρέλι αποδεδειγμένων αποθεμάτων υποχώρησε στα 10 δολάρια από σχεδόν 13 δολάρια σύμφωνα με τα στοιχεία της έκθεσης των John S. Herold / Standard Chartered.

Η συμπίεση των περιθωρίων κέρδους αντικατοπτρίστηκε, επίσης, και στις εταιρικές αποτιμήσεις. Από τις αρχές του 2008, με την τιμή του πετρελαίου να αυξάνεται κατά 14%, η μετοχή της ExxonMobil, δηλαδή, της μεγαλύτερης ιδιωτικής πετρελαϊκής εταιρείας, μειώθηκε κατά 10% και της Royal Dutch/Shell, της μεγαλύτερης ευρωπαϊκής εταιρείας πετρελαίου, έπεσε κατά 19%.

Η ΙΕΑ ανακοίνωσε, προ ημερών πως «μόνον μια παρατεταμένη και έντονη παγκόσμια ύφεση θα δικαιολογούσε μια διατηρήσιμη μείωση των τιμών του πετρελαίου, κάτω από τα 60 δολάρια ανά βαρέλι».
Διευθυντικά στελέχη της πετρελαϊκής βιομηχανίας υποστηρίζουν πως μια μείωση των τιμών του πετρελαίου μπορεί να πυροδοτήσει ένα νέο γύρο ενοποίησης του τομέα.

(Financial Times, 13/03/2008)