Τη δεκαετία του 1980 η πτώση των τιμών του πετρελαίου ήταν ένας από τους λόγους που οδήγησαν στο τέλος της Σοβιετικής Ένωσης. «Μπορεί σήμερα το ενεργειακό μποϊκοτάζ της Ευρώπης να έχει παρόμοιο αποτέλεσμα ή τα ρωσικά δεξαμενόπλοια θα κατευθυνθούν απλώς προς άλλες ηπείρους;» Αυτό είναι το ερώτημα που θέτει το γερμανικό περιοδικό «Der Spiegel» μετά την ανακοίνωση της

 

προέδρου της Ε.Ε. Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν για το έκτο -μέσα σε δύο μήνες- πακέτο κυρώσεων κατά της Μόσχας. Κυρώσεις που προβλέπουν τη σταδιακή κατάργηση των εισαγωγών ρωσικού πετρελαίου εντός έξι μηνών και των διυλισμένων προϊόντων ως το τέλος του έτους.

Αναμφίβολα, η κατάσταση της ρωσικής οικονομίας είναι ζοφερή. Η Ρωσίδα οικονομολόγος Νατάλια Ζουμπάρεβιτς, σε μια εκδήλωση που διοργάνωσε πρόσφατα η Ένωση Ρωσικών Τραπεζών, ήταν αποκαλυπτική. «Η οικονομική κρίση στη χώρα μόλις ξεκίνησε. Είμαστε σε ελεύθερη πτώση, απέχουμε πολύ από το να πιάσουμε πάτο. Αυτή η κρίση θα είναι μακρά, δύσκολη και σκληρή» προειδοποίησε η Ρωσίδα οικονομολόγος. Οι κυρώσεις προκαλούν αργά, αλλά σταθερά αποτελέσματα στους τομείς της βιομηχανίας και της εφοδιαστικής αλυσίδας. Ακόμη και χωρίς εμπάργκο πετρελαίου, η ζήτηση μειώνεται αισθητά. «Το ρωσικό πετρέλαιο απλώς δεν αγοράζεται. Τα δεξαμενόπλοια έχουν κολλήσει και δεν ξεφορτώνονται. Όχι όλα, φυσικά, αλλά μερικά. Υπάρχει πτώση» λέει η Ζουμπάρεβιτς.

Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, τα έσοδα από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο αντιπροσώπευαν πέρυσι σχεδόν το 36% του κρατικού προϋπολογισμού. Τη μερίδα του λέοντος είχε το πετρέλαιο: Η Ρωσία εξήγαγε το 2021 περίπου 230 εκατομμύρια τόνους αργού πετρελαίου και 144 εκατομμύρια τόνους πετρελαιοειδών. Τα συνολικά έσοδα ήταν 180 δισεκατομμύρια δολάρια. Το 50% των εξαγωγών πετρελαίου από τη Ρωσία κατευθυνόταν μέχρι στιγμής στην Ευρώπη.

Το Κρεμλίνο αλλάζει ρότα

Επικοινωνιακά, τουλάχιστον, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν προσπαθεί να εμφανιστεί αρκετά χαλαρός. «Υποθέτουμε ότι στο ορατό μέλλον θα παραδίδουμε λιγότερα ορυκτά καύσιμα στη Δύση» είπε πρόσφατα. Θέλει προφανώς να δείξει ότι το Κρεμλίνο -έτσι κι αλλιώς- έχει στρέψει πλέον αλλού την προσοχή του: «Είναι σημαντικό να εδραιώσουμε την τάση των τελευταίων ετών και να προσανατολίσουμε σταδιακά τις εξαγωγές μας στις ταχέως αναπτυσσόμενες αγορές του Νότου και της Ανατολής» είπε ο Ρώσος πρόεδρος.

Ο Πούτιν υπολογίζει στις δύο μεγαλύτερες αναδυόμενες δυνάμεις του πλανήτη -την Κίνα και την Ινδία-, που διψούν για υδρογονάνθρακες. Και μάλιστα σε εκπτωτική τιμή! Σύμφωνα τους Financial Times, ανεξάρτητα διυλιστήρια της Κίνας αγοράζουν ήδη ρωσικό πετρέλαιο με σημαντική έκπτωση. Ωστόσο, αποφεύγουν να δηλώνουν τις ποσότητες που αγοράζουν δημοσίως, προκειμένου να μην μπουν στο στόχαστρο των αρχών της Ε.Ε. και κυρίως των Ηνωμένων Πολιτειών. Το γεγονός ότι οι αγορές ρωσικού πετρελαίου δεν γίνονται από κρατικές κινεζικές εταιρείες βοηθά το Πεκίνο να αποφύγει -προς το παρόν- την ευθεία σύγκρουση με τη Δύση.

Την ίδια ώρα και η Ινδία προσπαθεί να κλείσει συμφωνίες για αγορά ρωσικού πετρελαίου κάτω από τα 70 δολάρια το βαρέλι, όπως αποκαλύπτει το Bloomberg - τη στιγμή που το μπρεντ κινείται κοντά στα 110 δολάρια. Ινδικά διυλιστήρια έχουν ήδη αγοράσει περισσότερα από 40 εκατομμύρια βαρέλια ρωσικού πετρελαίου στο διάστημα του πολέμου. Η ποσότητα αυτή είναι κατά 20% μεγαλύτερη από πέρυσι. «Η Ρωσία θέλει τώρα να κάνει περισσότερες συναλλαγές με την Ινδία και την Κίνα. Η ανάγκη υπάρχει. Όχι όμως και η απαραίτητη υποδομή» λέει ο ειδικός στον τομέα της ενέργειας Μιχαήλ Κρουτίτσιν. Οι δυνατότητες μεταφοράς είναι ήδη στα όριά τους, λέει ο Κρουτίτσιν. Ο ενεργειακός εμπειρογνώμονας εκτιμά ότι η Ρωσία δεν θα έχει άλλη επιλογή από το να μειώσει την παραγωγή της και να κλείσει τα λιγότερο αποδοτικά κοιτάσματα πετρελαίου.

Το φθινόπωρο οι συνέπειες

Σε κάθε περίπτωση, οι συνέπειες θα γίνουν αισθητές το φθινόπωρο. Προς το παρόν, ο Πούτιν έχει λάβει τα μέτρα του, έχοντας δημιουργήσει αποθέματα και επωφελούμενος από την τρέχουσα τιμή του πετρελαίου. Στη συνεδρίαση σήμερα του OPEC+ επίσης δεν πρόκειται να υπάρξει κάποια συνταρακτική αλλαγή στην παραγωγή. «Ο OPEC+ αναμένεται να τηρήσει το προηγούμενο μοτίβο του και να αυξήσει τους ρυθμούς παραγωγής μόλις κατά 400.000 βαρέλια την ημέρα τον Ιούνιο» λέει ο Σάιρους ντε λα Ρούμπια, επικεφαλής οικονομολόγος στην Εμπορική Τράπεζα του Αμβούργου. «Αυτό αντιστοιχεί περίπου στο 0,5% της παγκόσμιας παραγωγής». Η Μόσχα εκτιμά πάντως ότι, παρά το εμπάργκο, τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. θα συνεχίσουν να αγοράζουν ρωσικό πετρέλαιο από τρίτες χώρες, αλλά σε υψηλότερες τιμές. Ο Ρόμπερτ Ρούκερ, ειδικός εμπορευμάτων στην Julius Baer, προβλέπει πτώση της τιμής στα 90 δολάρια το βαρέλι μέχρι το τέλος του έτους. Αντίθετα, τα κορυφαία οικονομικά ινστιτούτα στη Γερμανία εκτιμούν ότι τιμή του μπρεντ της Βόρειας Θάλασσας θα ανέλθει κατά μέσο όρο στα 135 δολάρια το βαρέλι το δεύτερο τρίμηνο. Αν η Μόσχα αποφασίσει να λάβει αντίποινα στις κυρώσεις και, για παράδειγμα, μειώσει τις εξαγωγές πετρελαίου στην Ευρώπη πριν από το τέλος του έτους, ο μαύρος χρυσός μπορεί να γίνει σκέτος… χρυσός!

*(Από τη Ναυτεμπορική)