Οι Μεσαίοι Κερδίζουν Μερίδια από τους Μεγάλους στην Εγχώρια Αγορά Πετρελαιοειδών

Οι Μεσαίοι Κερδίζουν Μερίδια από τους Μεγάλους στην Εγχώρια Αγορά Πετρελαιοειδών
Του Σωτήρη Χιωτάκη/Energia.gr
Τρι, 15 Απριλίου 2008 - 00:22
Μόλις 67 επιχειρήσεις διαχειρίζονται έναν ετήσιο τζίρο της τάξης των 12 δισ. ευρώ στηναγορά πετρελαιοειδών και, μάλιστα, μόλις 6 από αυτές ελέγχουν σχεδόν το 70% (για την ακρίβεια, το 69,8%) του συγκεκριμένου τζίρου, ποσοστό που, πάντως, μια χρονιά πριν υπερέβαινε το 71%.

Μόλις 67 επιχειρήσεις διαχειρίζονται έναν ετήσιο τζίρο της τάξης των 12 δισ. ευρώ στηναγορά πετρελαιοειδών και, μάλιστα, μόλις 6 από αυτές ελέγχουν σχεδόν το 70% (για την ακρίβεια, το 69,8%) του συγκεκριμένου τζίρου, ποσοστό που, πάντως, μια χρονιά πριν υπερέβαινε το 71%. Στα συμπεράσματα αυτά καταλήγει έρευνα της StatBank, στην οποία διαπιστώνεται και μία ελαφρά υποχώρηση 2,2% στη συνολική αγορά καυσίμων (βενζίνες - ντίζελ) πέρσι.

H EKO – ΕΛΔΑ, συγκεκριμένα, έχει το 16,8% της αγοράς και ακολουθούν η BP με 15,4%

Αλλά και με αξιοσημείωτη μείωση μεριδίων, η Shell με 14,1%, έχοντας επίσης απωλέσει μερίδια, η σταθερή Avin με 8,3% και η Aegean με 7,8%, η οποία εκτόπισε από την πρώτη πεντάδα την Jet Oil (ουσιαστικά αμετάβλητη 7,4%) , καθώς ενίσχυσε το μερίδιο αγοράς σχεδόν κατά μία εκατοστιαία μονάδα. Αυξημένα ήταν σε σχέση με το 2006 και τα μερίδια των εταιρειών που ακολουθούν δηλαδή της Elinoil (στο 6% από το 5,5%), της Revoil (στο 5,2% από το 4,9%) και της ΕΤΕΚΑ (στο 3,8% από το 3,6%).

Παρά την σημαντική συγκέντρωση του κλάδου, πάντως, οι συνθήκες που επικρατούν ευνοούν κλίμα για περαιτέρω συνενώσεις δυνάμεων. Όπως εύστοχα επισημαίνει η Stat Bank, εντείνονται οι διαπραγματεύσεις και οι συνομιλίες για πιθανή συνεργασία μεταξύ ορισμένων μεσαίου μεγέθους εταιριών. Αυτή ξεκινά από τις σκέψεις για τη δημιουργία ενός κοινού εμπορικού σήματος και φτάνει ως το σημείο για πιθανή συνένωση δυνάμεων σε μετοχικό επίπεδο. Η παραπάνω εξέλιξη αποτελεί σαφές δείγμα της έντασης του ανταγωνισμού μεταξύ των εταιριών που αναζητεί νέα ισχυρά εμπορικά σήματα.

Σύμφωνα με την έρευνα, η συνολική αγορά βενζινών (σε ποσότητες) παρουσίασε κατά το 2007 αύξηση 2,9% σε σχέση με το 2006. Έτσι, το 2007 στην εγχώρια αγορά διακινήθηκαν περίπου 4,13 εκατομμύρια μετρικοί τόνοι βενζίνες έναντι 4,02 εκατομμύρια μετρικοί τόνοι το 2006.

Αντιστοίχως η αγορά του ντίζελ θέρμανσης εμφάνισε μείωση 11,5% για να διαμορφωθεί σε ετήσια βάση στα επίπεδα των 3,54 εκατομμυρίων μετρικών τόνων, ως αποτέλεσμα των ήπιων καιρικών συνθηκών που επικράτησαν πέρσι τον χειμώνα. Η αγορά του ντίζελ κίνησης εμφάνισε αύξηση 5,1% για να υπερβεί τα 2,8 εκατομμύρια μετρικούς τόνους .

Ακόμη η αγορά μαζούτ εμφάνισε μείωση 5,4% για να βρεθεί στα επίπεδα των 477 χιλιάδων μετρικών τόνων.
«Στο σύνολο του ωστόσο ο τομέας των πετρελαιοειδών προϊόντων εμφανίζει μια αξιοσημείωτη αντοχή, παρά το γεγονός ότι οι τιμές κινούνται σε πολύ υψηλά επίπεδα», διαπιστώνει η Stat Bank.

Πάντως, και κατά το 2007, η Stat Bank επισημαίνει ότι σημείο κλειδί για την αγορά αποτέλεσε το μεγάλο ποσοστό των παρανόμως διακινούμενων ποσοτήτων προϊόντων πετρελαίου. Αυτό συνίσταται:

  • πρώτον, στη φοροκλοπή η οποία προκύπτει από την πώληση ποσοτήτων πετρελαίου θέρμανσης και ναυτιλίας οι οποίες διατίθενται ως πετρέλαιο κίνησης. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, το ελληνικό δημόσιο έχασε κατά το παρελθόν έτος έσοδα της τάξεως των 400 εκατομμυρίων ευρώ από αυτή τη δραστηριότητα.
  • Δεύτερον, στη διακίνηση μεγάλων ποσοτήτων αφορολόγητου πετρελαίου ναυτιλίας στην εγχώρια αγορά. Μετά τον αποχρωματισμό του το πετρέλαιο διατίθονταν σε φούρνους, εργαστήρια και μικρές βιοτεχνίες.
  • Τρίτον, στην διάθεση στην εσωτερική αγορά αφορολόγητων καυσίμων τα οποία θα έπρεπε να πωληθούν σε γειτονικές χώρες. Ενδεικτικά υπολογίζεται ότι κάθε τόνος αφορολόγητου καυσίμου που προορίζονταν για κάποια ξένη αγορά και που διατίθετο στην εγχώρια αγορά προσέφερε στον λαθρέμπορο κέρδος από φοροκλοπή της τάξεως των 400 ευρώ.