«Πρόκειται να εκραγεί η φούσκα του πετρελαίου;». Αυτός ήταν ο τίτλος άρθρου στο National Review, που υποστήριζε ότι θα εκραγεί η φούσκα τον Οκτώβριο του 2004, όταν η τιμή του πετρελαίου ανερχόταν στα 50 δολάρια το βαρέλι.

«Πρόκειται να εκραγεί η φούσκα του πετρελαίου;». Αυτός ήταν ο τίτλος άρθρου στο National Review, που υποστήριζε ότι θα εκραγεί η φούσκα τον Οκτώβριο του 2004, όταν η τιμή του πετρελαίου ανερχόταν στα 50 δολάρια το βαρέλι.

Δέκα μήνες αργότερα είχε φθάσει στα 70 δολάρια και ο εκδότης, Στιβ Φορμπς, τη χαρακτήριζε «τεράστια φούσκα», προειδοποιώντας ότι μπροστά στην επερχόμενη έκρηξη των τιμών του πετρελαίου θα ωχριούσε η φούσκα των εταιρειών υψηλής τεχνολογίας.

Σε όλη τη διάρκεια της πενταετούς εκτίναξης της τιμής του πετρελαίου από τα 25 δολάρια το βαρέλι στα περίπου 125, πολλοί υποστήριζαν ότι επρόκειτο για φούσκα που δεν δικαιολογείται από τα μακροοικονομικά μεγέθη προσφοράς και ζήτησης. Ανακύπτουν έτσι δύο ερωτήματα: ευθύνονται κυρίως –ή έστω σε μεγάλο βαθμό– οι κερδοσκόποι για τις υψηλές τιμές του πετρελαίου; Κι αν όχι, τότε γιατί τόσοι αρθρογράφοι επιμένουν ότι πρόκειται για φούσκα; Οι κερδοσκόποι ενίοτε εξωθούν τις τιμές των εμπορευμάτων σε επίπεδα πολύ υψηλότερα από εκείνα που δικαιολογούν τα μακροοικονομικά μεγέθη. Οταν, όμως, συμβεί αυτό, υπάρχουν φλύαρα σημάδια που δεν εμφανίζονται σήμερα στην αγορά πετρελαίου. Σκεφτείτε τι θα συνέβαινε, αν στην αγορά επικρατούσε ισορροπία προσφοράς και ζήτησης που να διατηρεί την τιμή στα 25 δολάρια το βαρέλι και οι κερδοσκόποι οδηγούσαν την τιμή στα 100 δολάρια. Ακόμη κι αν επρόκειτο περί παιχνιδιού των κερδοσκόπων, θα επέφερε βαρύτατες συνέπειες στον πραγματικό κόσμο.

Αντιμέτωποι με τις υψηλές τιμές, οι οδηγοί θα μείωναν την οδήγηση, τα νοικοκυριά θα κατέβαζαν τους θερμοστάτες και οι κάτοχοι περιθωριακών πετρελαιοπηγών θα τις επανεργοποιούσαν. Θα ανατρεπόταν, έτσι, η αρχική ισορροπία μεταξύ προσφοράς και ζήτησης και θα έδινε τη θέση της σε μια κατάσταση στην οποία η προσφορά θα υπερέβαινε τη ζήτηση. Το πλεόνασμα προσφοράς θα εξωθούσε τις τιμές και πάλι προς τα κάτω εκτός κι αν κάποιος ήταν πρόθυμος να αγοράσει το πλεόνασμα και να το αποσύρει από την αγορά.

Ο μόνος τρόπος που μπορεί η κερδοσκοπία να επηρεάσει μονίμως τις τιμές είναι με την αύξηση των ιδιωτικών αποθεμάτων. Αυτό ακριβώς συνέβη στα τέλη της δεκαετίας του 1970, όταν η διακοπή της προσφοράς από το Ιράν προκάλεσε γενικευμένο πανικό που οδήγησε σε αύξηση των αποθεμάτων. Αυτή τη φορά, όμως, δεν έγινε κάτι τέτοιο.

Σε όλη τη διάρκεια της υποτιθέμενης φούσκας, τα αποθέματα έχουν παραμείνει κατά το μάλλον ή ήττον σε φυσιολογικά επίπεδα. Αυτό σημαίνει πως η άνοδος των τιμών του πετρελαίου δεν απορρέει από την κερδοσκοπία.

Είναι αποτέλεσμα μακροοικονομικών παραγόντων και κυρίως της εντεινόμενης δυσκολίας στην ανεύρεση πετρελαίου και της ραγδαίας ανάπτυξης αναδυόμενων οικονομιών όπως της Κίνας. Η άνοδος στην τιμή του πετρελαίου ήταν αναγκαία, για να αναχαιτίσει την αύξηση της ζήτησης, ώστε να μην υπερβεί την αύξηση της προσφοράς.

Η διαπίστωση ότι δεν πρόκειται περί φούσκας δεν συνεπάγεται πως οι τιμές δεν θα υποχωρήσουν ποτέ. Δεν θα με εξέπληττε, αν μια μείωση της ζήτησης –οφειλόμενη σε καθυστερημένη αντίδραση στην εκτίναξη των τιμών– επαναφέρει για λίγο την τιμή του αργού κάτω από τα 100 δολάρια το βαρέλι. Σημαίνει απλώς ότι δεν βρίσκονται οι κερδοσκόποι στην καρδιά του προβλήματος. Γιατί, όμως, εξακολουθούμε να ακούμε περί κερδοσκοπίας; Εν μέρει επειδή πολλοί άνθρωποι επενδύουν σε προθεσμιακά συμβόλαια πετρελαίου, πράγμα που ενισχύει τις υποψίες πως πίσω από τις εξελίξεις βρίσκονται οι κερδοσκόποι, μολονότι δεν υπάρχουν ενδείξεις.

Υπάρχει, όμως, και μια πολιτική συνιστώσα. Παραδοσιακά οι καταγγελίες περί κερδοσκοπίας προέρχονται από τα αριστερά του πολιτικού φάσματος. Στην περίπτωση των τιμών του πετρελαίου, όμως, οι πλέον ένθερμοι οπαδοί της άποψης αυτής ήσαν οι συντηρητικοί – εκείνοι που δεν θα περίμενε κανείς να μιλήσουν για τις έκνομες δαστηριότητες των επενδυτικών τραπεζών και των κεφαλαίων αντιστάθμισης κινδύνου. Μια πιο ρεαλιστική άποψη είναι πως οδεύουμε προς μια εποχή σπάνιου και ακριβού πετρελαίου. Και πάλι δεν θα εκπλαγώ, αν η τιμή του πετρελαίου υποχωρήσει στο άμεσο μέλλον. Παίρνω, όμως, στα σοβαρά την προειδοποίηση της Goldman ότι ενδέχεται να φθάσει στα 200 δολάρια το βαρέλι. Αλλά ας μη μιλάμε άλλο για κερδοσκοπία.

(Από την εφημερίδα Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 18/05/2008)