Γιατί Τόση Αδιαφορία για το Ακριβό Πετρέλαιο;

Η ολοκλήρωση της πώλησης ενός τμήματος του ΟΤΕ στην Deutche Telecom, η οποία και αναλαμβάνει τη διοίκηση του οργανισμού, η λήξη της απεργίας των βυτιοφόρων ΔΧ χωρίς σοβαρές αναταράξεις στην αγορά και η υπογραφή της Ελληνορωσικής συμφωνίας για τον αγωγό αερίου South Stream, χωρίς σοβαρές Αμερικανικές αντιδράσεις, είναι λογικό να έχουν τονώσει την αυτοπεποίθηση της κυβέρνησης η οποία πλέον αντικρίζει με αισιοδοξία το μέλλον.
Energia.gr
Δευ, 19 Μαΐου 2008 - 04:18

Η ολοκλήρωση της πώλησης ενός τμήματος του ΟΤΕ στην Deutche Telecom, η οποία και αναλαμβάνει τη διοίκηση του οργανισμού, η λήξη της απεργίας των βυτιοφόρων ΔΧ χωρίς σοβαρές αναταράξεις στην αγορά και η υπογραφή της Ελληνορωσικής συμφωνίας για τον αγωγό αερίου South Stream, χωρίς σοβαρές Αμερικανικές αντιδράσεις, είναι λογικό να έχουν τονώσει την αυτοπεποίθηση της κυβέρνησης η οποία πλέον αντικρίζει με αισιοδοξία το μέλλον.

Όμως ενώ αυτές οι φαινομενικά θετικές, για την κυβέρνηση, εξελίξεις τρέχουν επιτοπίως, το διεθνές οικονομικό στερέωμα ταλανίζεται από την χρηματοπιστωτική κρίση του τραπεζικού τομέα, η οποία δεν έχει ακόμα ξεπερασθεί, αλλά και από την αλματώδη άνοδο των τιμών του πετρελαίου.

Ποιος αλήθεια θα φανταζόταν ένα χρόνο πριν ότι η τιμή του αργού όχι μόνο θα ξεπερνούσε τα 100 δολάρια το βαρέλι αλλά θα έφθανε τα 127,82 δολ. (16/5) και με προοπτικές για περαιτέρω άνοδο; Η επενδυτική τράπεζα Goldman Sachs, ήδη κάνει προβλέψεις για το βαρέλι στα 150 – 200 δολάρια υποστηρίζοντας ότι από εδώ και εμπρός θα γίνεται εμφανέστερη η έλλειψη μιας επαρκούς αύξησης στους ρυθμούς παραγωγής πετρελαίου. Ήδη η τιμή του πετρελαίου δεν έχει καμία σχέση με το κόστος της παραγωγής του, όπως επισημαίνουν οι οικονομολόγοι, ενώ η προσφορά αυξάνεται με ρυθμούς βραδύτερους απ’ ότι απαιτεί η αύξηση της ζήτησης παγκοσμίως, ακόμη και στην περίπτωση που η ανεπάρκεια στη αγορά ενδεχομένως να υποθάλπεται από ένα κερδοσκοπικό παιχνίδι με τα αποθέματα πετρελαίου στις ΗΠΑ.

Όπως έχουμε ήδη αναφέρει μέσα από αυτήν την στήλη η κατακόρυφος άνοδος των τιμών του πετρελαίου οφείλεται κυρίως στη μεγάλη αύξηση της ζήτησης από τις ραγδαία αναπτυσσόμενες χώρες, κυρίως την Κίνα και την Ινδία, όχι μόνο στα πλαίσια της βιομηχανικής παραγωγής αλλά και λόγω της διεύρυνσης των αστικών τάξεων των χωρών αυτών, οι οποίες πλέον καταναλώνουν αυξημένες ποσότητες πετρελαίου για κίνηση, θέρμανση κλπ. Το χειρότερο είναι ότι η ανοδική κούρσα του πετρελαίου δεν φαίνεται να σταματά εδώ. Η ζήτησή του θα παραμείνει ισχυρή λόγω της συνεχιζόμενης ανάπτυξης των μεγάλων περιφερειακών οικονομιών αλλά και λόγω των ευκαιριών που προσφέρει στους κερδοσκόπους. Μόνο μακροπρόθεσμα μπορεί να υπάρξει διέξοδος, διότι η υψηλή τιμή του θα οδηγήσει αναγκαστικά στον περιορισμό της κατανάλωσης και στην αποτελεσματικότερη χρήση του αλλά και θα καταστήσει εκμεταλλεύσιμα κοιτάσματα που έχουν μεγάλο κόστος άντλησης.

Παράλληλα οι ανοδικές τιμές θα ενισχύονται από μία σταθερή σειρά γεωπολιτικών παραγόντων οι οποίοι θα εμφανίζονται με ολοένα και μεγαλύτερη συχνότητα (πχ. εχθροπραξίες στο Ιράκ, εμπόλεμος κατάσταση στο Αφγανιστάν, αυτονομιστικό κίνημα στη Νιγηρία). Σε κάθε περίπτωση οι λόγοι που θα συντηρούν και θα ενισχύουν τις ανοδικές τάσεις στην τιμή του πετρελαίου δεν πρόκειται εύκολα να εκλείψουν.

Οι επιπτώσεις από το ακριβό πετρέλαιο είναι ήδη ορατές στην Ελλάδα και επηρεάζουν την οικονομία της χώρας. Μ’ ένα διαρκώς αυξανόμενο ποσό που πρέπει να καταβάλουμε κάθε χρόνο για την αγορά πετρελαίου (12,0 δισεκ. ευρώ το 2008 έναντι 9,5 το 2007 και 4,5 το 2004) ενισχύονται οι πληθωριστικές πιέσεις και επιδεινώνεται το Ισοζύγιο Εξωτερικών Συναλλαγών. Όμως παρά τις πιο ακριβές τιμές βενζίνης και ντίζελ η κατανάλωση παρουσιάζει μία εκπληκτική ανελαστικότητα.

Η κυβέρνηση παρά τις διογκούμενες αρνητικές επιπτώσεις από το ακριβό πετρέλαιο επιδεικνύει μία προκλητική αδιαφορία αρνούμενη να αντικρίσει την πραγματικότητα μιας χώρας η οποία εξαρτάται κατά 99,9% από τις εισαγωγές πετρελαίου. Μία πραγματικότητα η οποία θα γίνεται όλο και πιο οδυνηρή αφού το πετρέλαιο είναι υπεύθυνο ακόμη για ένα σχετικά μεγάλο μέρος της οικονομίας.

Η κυβέρνηση τελούσα εδώ και αρκετό καιρό σε ένα κλίμα ευφορίας, όχι μόνο δεν μπορεί να αντιληφθεί την τάχιστη δημιουργία αρνητικών επιπτώσεων στην οικονομία λόγω του πετρελαίου, αλλά αδυνατεί να λάβει έστω κάποια στοιχειώδη μέτρα. Τα μέτρα αυτά θα μπορούσαν να κινηθούν πάνω σε τρεις βασικούς άξονες:

  1.  Την μείωση του ρυθμού αύξησης της κατανάλωσης υγρών καυσίμων μέσω της αύξησης της τιμής (αύξηση ΕΦΚ)
  2. Την θέσπιση ενός πανελλαδικού προγράμματος εξοικονόμησης ενέργειας.
  3. Την αξιοποίηση των εγχώριων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων.


Τα ανωτέρω μέτρα θα έχουν ως στόχο την δημιουργία ενός κλίματος οικονομίας σε ότι αφορά την κατανάλωση πετρελαίου ενώ παράλληλα θα έδιδαν μία ώθηση στην αξιοποίηση των τεχνικών δεξιοτήτων που αναμφίβολα διαθέτει η χώρα στον τομέα εξοικονόμησης ενέργειας (π.χ θερμομόνωση, ηλιακά συστήματα) και στην ανάπτυξη των εγχώριων πηγών ενέργειας.