Χωρίς Σοβαρά Πλήγματα η Ραχοκοκαλιά της Ρωσικής Οικονομίας Από τις Δυτικές Κυρώσεις

Χωρίς Σοβαρά Πλήγματα η Ραχοκοκαλιά της Ρωσικής Οικονομίας Από τις Δυτικές Κυρώσεις
της Κατερίνας Τζαβάρα
Δευ, 14 Νοεμβρίου 2022 - 18:19

O όγκος των εμπορικών συναλλαγών της Μόσχας σημείωσε θεαματική αύξηση-Διαφοροποίηση αναμένεται το 2023. Καθοριστικό ήταν για παράδειγμα ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες που διέκοψαν τις αγορές ρωσικού πετρελαίου δεν ήταν από τους μεγάλους αγοραστές ρωσικού πετρελαίου πριν από την εισβολή

Αντιθέτως, η Ευρωπαϊκή Ένωση που έχει μεγάλο βαθμό εξάρτησης από τη ρωσική ενέργεια θεωρείται ότι καθυστέρησε να δράσει.

Όσο κι αν οι δυτικοί κομπάζουν ότι οι κυρώσεις που έχουν επιβάλει στη Ρωσία για να την τιμωρήσουν για την εισβολή στην Ουκρανία δεν έχουν προηγούμενο σε μέγεθος η αλήθεια είναι ότι στην πράξη δεν αποδεικνύονται τόσο καταστροφικές αφού όπως επισημαίνουν αναλυτές, η ραχοκοκαλιά της ρωσικής οικονομίας παραμένει σε μεγάλο βαθμό ανέπαφη. Μάλιστα τα στοιχεία δείχνουν ότι ο όγκος των εμπορικών συναλλαγών της Μόσχας σημείωσε θεαματική αύξηση.

Ανάλυση των Timesτης Νέας Υόρκης υπογραμμίζει  πως παρά τη δέσμευση πολλών χωρών να διακόψουν τους οικονομικούς δεσμούς τους με τη Ρωσία, η χώρα αυτή, που αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους σε διεθνές επίπεδο παραγωγούς πετρελαίου, φυσικού αερίου και πρώτων υλών, έχει μακροχρόνιες επικερδείς εμπορικές συνεργασίες που είναι δύσκολο να διαρραγούν.

Σύμφωνα με το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, 37 χώρες έχουν ενταχθεί στον συνασπισμό κυρώσεων, η Παγκόσμια Τράπεζα εκτιμά ότι η οικονομία της Ρωσίας θα συρρικνωθεί κατά 4,5% φέτος, ενώ το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προβλέπει συρρίκνωση 3,4%. Η ύφεση αναμένεται να συνεχιστεί και το επόμενο έτος. Η Ρωσία παλεύει με απότομη πτώση των εισαγωγών και πτώση των πραγματικών εισοδημάτων.Την ίδια ώρα όμως, οι παγκόσμιες τιμές του πετρελαίου αυξήθηκαν μετά την έναρξη του πολέμου και η Ρωσία βρίσκεται σε καλό δρόμο να κερδίσει περισσότερα φέτος από τις πωλήσεις πετρελαίου από ό,τι το 2021, παρά τα μποϊκοτάζ από τις Ηνωμένες Πολιτείες και αρκετούς συμμάχους. Η Κίνα και η Ινδία είναι μεταξύ των χωρών που έχουν αυξήσει τις εισαγωγές τους.

Η οικονομία της Ρωσίας θα μπορούσε να υποφέρει περισσότερο τους επόμενους μήνες, λόγω ενός μερικού ευρωπαϊκού εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο που θα τεθεί σε ισχύ τον Δεκέμβριο και των ελέγχων των εξαγωγών σε κρίσιμης σημασίας τεχνολογία.Ωστόσο, οι Ρώσοι αξιωματούχοι αποκρύπτουν σημαντικά δεδομένα, καθιστώντας δυσκολότερο για άλλους να εκτιμήσουν την πραγματική επίδραση των κυρώσεων και των ελέγχων των εξαγωγών.Σημειώνεται ότι το 2020 η Ρωσία εισήγαγε προϊόντα αξίας 200 δισεκ. δολαρίων από τον υπόλοιπο κόσμο κυρίως από Κίνα, Γερμανία, Νότια Κορέα κ.α. Ο όγκος των εισαγωγών αυτών μειώθηκε λόγω των κυρώσεων αν και κάποιες χώρες, μεταξύ αυτών Κίνα και Τουρκία, έχουν εμβαθύνει τις σχέσεις τους με τη Μόσχα μετά την έναρξη του πολέμου.

Αναλυτές υπογραμμίζουν πως καθώς παρατείνεται ο πόλεμος, αλλάζουν οι διεθνείς εμπορικές ροές και οδεύσεις. Κάπου παρατηρούνται ελλείψεις τροφίμων, συνολικά καταγράφονται αυξήσεις στις τιμές των καυσίμων ενώ δημιουργούνται νέες συμμαχίες. Καθοριστικό ήταν για παράδειγμα ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες που διέκοψαν τις αγορές ρωσικού πετρελαίου δεν ήταν από τους μεγάλους αγοραστές ρωσικού πετρελαίου πριν από την εισβολή.Αντιθέτως, η Ευρωπαϊκή Ένωση που έχει μεγάλο βαθμό εξάρτησης από τη ρωσική ενέργεια θεωρείται ότι καθυστέρησε να δράσει.

Μετά την εισβολή στην Ουκρανία, Ινδία και Κίνα έχουν αρχίσει να αγοράζουν μεγαλύτερες ποσότητες ρωσικού πετρελαίου. Οι δυτικές χώρες προσπαθούν να επιβάλλουν ένα πλαφόν που θα περιορίσει περαιτέρω τα έσοδα της Μόσχας από κάθε βαρέλι πετρελαίου που πωλείται.Ουσιαστικά, οι υψηλότερες τιμές ενέργειας αντιστάθμισαν για τη Μόσχα τις απώλειες και η Ρωσία, σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας, έλαβε περισσότερα χρήματα από τις πωλήσεις πετρελαίου και φυσικού αερίου από τον Μάρτιο έως τον Ιούλιο σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια.

Όσον αφορά το φυσικό αέριο τα πράγματα είναι πιο πολύπλοκα. Αυτό γιατί σε αντίθεση με το ρωσικό πετρέλαιο που εξάγεται με δεξαμενόπλοια, μεγάλο μέρος του ρωσικού φυσικού αερίου φεύγει από τη χώρα μέσω αγωγών που όμως χρειάζονται χρόνια για να κατασκευαστούν καθιστώντας έτσι δύσκολη τη στροφή της Μόσχας σε νέες αγορές.

Η Γερμανία είχε έως τον Ιούλιο μειώσει κατά 50% την ποσότητα φυσικού αερίου που εισήγαγε από τη Ρωσία, εισάγοντας αντιθέτως μεγαλύτερες ποσότητες από τη Νορβηγία και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Τον Σεπτέμβριο, οι κύριοι αγωγοί (Nord Stream) που μεταφέρουν φυσικό αέριο από τη Ρωσία στη Γερμανία υπέστησαν φθορές λόγω εκρήξεων.Κι ενώ η Μόσχα επιχειρεί ανοίγματα σε άλλους αγοραστές, υπάρχει μόνο ένας αγωγός προς την Κίνα, ενώ για τη μεταφορά με πλοία, είναι αναγκαία η κατασκευή νέων εγκαταστάσεων υγροποίησης φυσικού αερίου, διαδικασία για την οποία απαιτείται χρόνος και πόροι.

Το 2021, η οικονομία της Ρωσίας είχε μέγεθος 1,77 τρισεκατομμύρια δολάρια και ήταν η 11η μεγαλύτερη στον κόσμο. Σύμφωνα με δημοσίευμα των NewYorkTimes, οι αναλυτές συνθέτουν μια εικόνα για την τωρινή πορεία της, παρουσιάζοντας τους εξής τομείς που αξίζει να παρακολουθεί κανείς: τη χρηματοδότηση, το εμπορικές συναλλαγές, την τεχνολογία, την ενέργεια και τα μέλη της ρωσικής ελίτ.Εκείνο στο οποίο συγκλίνουν οι εκτιμήσεις είναι ότι η εικόνα της ρωσικής οικονομίας αναμένεται να διαφοροποιηθεί το 2023.

Πρόσφατα, κορυφαίος στρατιωτικός σύμβουλος του ΝΑΤΟ μιλώντας στο πρακτορείο Reutersδιατύπωσε την άποψη ότι οι κυρώσεις της Δύσης επηρεάζουν πλέον την ικανότητα της Ρωσίας να κατασκευάζει προηγμένα οπλικά συστήματα για τον πόλεμο στην Ουκρανία, αν και αναγνώρισε πως η ρωσική βιομηχανία μπορεί ακόμη να παράγει πάρα πολλά πυρομαχικά. Όπως χαρακτηριστικά επεσήμανε ο Ρομπ Μπάουερ, ο Ολλανδός ναύαρχος που προεδρεύει στη Στρατιωτική Επιτροπή του ΝΑΤΟ, και οι δύο εμπόλεμες πλευρές αντιμετωπίζουν προκλήσεις επειδή αυτός ο συμβατικός πόλεμος απαιτεί την ανάλωση στρατιωτικών ειδών με ρυθμό πρωτοφανή εδώ και δεκαετίες. Κι ενώ το τοπίο των εμπορικών συναλλαγών αναδιαμορφώνεται ειδικοί επισημαίνουν πως είναι μεγάλη η επιρροή που ασκείται και στον οικονομικό τομέα από τις εξελίξεις στα πεδία των μαχών εντός της Ουκρανίας.