Μπορεί η μείωση των εξαγωγών Ρωσικού πετρελαίου να μην επιφέρει το επιδιωκόμενο πλήγμα στην Ρωσική οικονομία, αφού εν τω μεταξύ η Μόσχα έχει εξεύρει εναλλακτικούς πελάτες σε Ινδία, Πακιστάν, Ινδονησία και Κίνα, όμως η προσωρινή αφαίρεση από την διεθνή αγορά 1,0 με 1,5 εκατ. βαρελιών πετρελαίου σε συνδυασμό με την επικείμενη απόφαση του OPEC την ερχόμενη Δευτέρα για περαιτέρω μείωση της παραγωγής του καρτέλ είναι βέβαιο ότι θα οδηγήσουν τις τιμές του αργού σε νέα ύψη. Ήδη από εχθές η τιμή του Brent, του διεθνούς benchmark, έχει ανατιμηθεί κατά $ 4,0 το βαρέλι - για να φθάσει τα $ 85,36 το μεσημέρι της 29/11- ενώ, σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, οι προοπτικές μέχρι τα τέλη του έτους είναι ότι θα κινηθεί σε αρκετά υψηλά επίπεδα στη περιοχή των $ 95 με $ 100 το βαρέλι καθώς θα εντείνεται η ανησυχία για την διεθνή τροφοδοσία.
Ημέρα με την ημέρα γίνεται εμφανές ότι το διεθνές ενεργειακό παιχνίδι, τόσο στο πετρέλαιο όσο και στο φ. αέριο, ελέγχεται από τον OPEC σε αγαστή συνεργασία με το Κρεμλίνο, γι’ αυτό και πολλά θα εξαρτηθούν τις επόμενες ημέρες από την στάση του OPEC και την πολιτική που θα ακολουθήσει η Ρωσία η οποία, παρά τις κυρώσεις και τους αποκλεισμούς, παραμένει ισχυρός παίκτης . Είναι χαρακτηριστική η ενδυνάμωση της θέσης της Ρωσίας τους τελευταίους μήνες στις εξαγωγές της LNG προς ευρωπαϊκούς προορισμούς με 40% αύξηση των εξαγωγών προς την ΕΕ το πρώτο 10μηνο του έτους (με εξαγωγές 17,8 bcm) και την εγκαινίαση του νέου εξαγωγικού τέρμιναλ LNG στο Portovaya στην Βαλτική εν μέσω του Ουκρανικού πολέμου. ( Να θυμίσουμε ότι η Ρωσία παράγει και εξάγει LNG μέσω δυο ακόμα εργοστασίων στην νήσο Σαχαλίνη στην Άπω Ανατολή και στην χερσόνησο Yamal στο βόρειο δυτικό τμήμα της χώρας).
Με τις παγκόσμιες ενεργειακές ανάγκες να παραμένουν σε υψηλό επίπεδο και την ζήτηση να έχει ανακάμψει σε επίπεδα 2019, την ενεργειακή ασφάλεια υπό δοκιμασία - ιδίως μετά την Ρωσική εισβολή στην Ουκρανία - και την αδυναμία των παραγωγών πετρελαίου και φυσικού αερίου να αυξήσουν την παραγωγή (κυρίως λόγω αδυναμίας των απαραίτητων επενδύσεων σε έρευνα και παραγωγή την τελευταία 10ετία), τα επόμενα χρόνια αναμένονται δυσοίωνα ως προς την ενεργειακή επάρκεια. Στην Ευρώπη αυτό είναι ήδη εμφανές με την εκτόξευση των τιμών φυσικού αερίου μετά την εκούσια απόφαση για αποδέσμευση από το ρωσικό φ. αέριο και την αντικατάσταση του από πανάκριβο, εισαγόμενο επίσης LNG, με τις τιμές να διαπραγματεύονται σταθερά τους τελευταίους μήνες 6 με 7 φορές επάνω από ό, τι στις αρχές του 2021. (Σήμερα, 29/11 η τιμή του front month contract στο TTF κινείτο πάνω από τα € 130/MWh).
Συμπερασματικά οι τιμές πετρελαίου, φυσικού αερίου και ηλεκτρισμού έχουν ξεφύγει για καλά ενώ κατά τα επόμενα δυο έτη προβλέπεται να κινηθούν σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα, προκαλώντας έκρηξη στον πληθωρισμό με ολέθριες επιπτώσεις για την παγκόσμιο οικονομία η οποία έχει ήδη εισέλθει σε κατάσταση στασιμοπληθωρισμού. Η ΕΕ οδεύει τυφλά στην κρίση χωρίς ικανή πολιτική ηγεσία που να είναι σε θέση να εισηγηθεί και να εφαρμόσει ρεαλιστικά μέτρα σε ευρωπαϊκό επίπεδο για την αντιμετώπισή της, με αποτέλεσμα κάθε χώρα να είναι υποχρεωμένη να σχεδιάσει και να εισάγει από μόνη της μέτρα προκειμένου να θωρακιστεί σε οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο. Οι μακρόχρονες επιπτώσεις για την συνοχή του ευρωπαϊκού οικοδομήματος θα είναι καταστροφικές οδηγώντας στην ενεργειακή αυτονόμηση των περισσότερων χωρών.
Είναι φανερό ότι έχουμε εισέλθει σε περίοδο ισχυρών γεωπολιτικών αναταράξεων ( λ.χ. βλέπε άξονες Ιράν-Τουρκία- Συρία, Ουκρανία - Καύκασος, Κίνα-Ταιβάν) με παράλληλη διασάλευση της παγκόσμιας ενεργειακής τάξης. Η ενεργειακή ασφάλεια επιστρέφει ως υπ’ αριθμόν ένα προτεραιότητα σε επίπεδο ενεργειακής πολιτικής, με την « πράσινη ανάπτυξη» να προωθείται μόνο στο πλαίσιο εξασφάλισης της αναγκαίας ενεργειακής τροφοδοσίας. Πολύ περιληπτικά, πορευόμαστε χωρίς χάρτη σε δύσβατο και άγνωστο εν πολλοίς τοπίο με άστατο καιρό.