Υψηλές Τιμές Πετρελαίου και Επιδοτήσεις

Καθώς οι διεθνείς τιμές πετρελαίου συνεχίζουν την τρελή κούρσα τους και δεν είναι λίγοι αυτοί που υποστηρίζουν ότι σύντομα θα δούμε το βαρέλι να πωλείται στα 150 δολάρια, οι χώρες οι οποίες είναι υπεύθυνες για τον μεγαλύτερο όγκο της αυξημένης ζήτησης – η οποία με τη σειρά της πυροδοτεί την άνοδο των τιμών – η μία μετά την άλλη ανακοινώνουν αυξήσεις στις τιμές των προϊόντων στην εσωτερική αγορά σε μία απέλπιδα προσπάθεια να μειώσουν την κατανάλωση.
Energia.gr
Δευ, 9 Ιουνίου 2008 - 05:39

Καθώς οι διεθνείς τιμές πετρελαίου συνεχίζουν την τρελή κούρσα τους και δεν είναι λίγοι αυτοί που υποστηρίζουν ότι σύντομα θα δούμε το βαρέλι να πωλείται στα 150 δολάρια, οι χώρες οι οποίες είναι υπεύθυνες για τον μεγαλύτερο όγκο της αυξημένης ζήτησης – η οποία με τη σειρά της πυροδοτεί την άνοδο των τιμών – η μία μετά την άλλη ανακοινώνουν αυξήσεις στις τιμές των προϊόντων στην εσωτερική αγορά σε μία απέλπιδα προσπάθεια να μειώσουν την κατανάλωση. Οι χώρες αυτές μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται η Ινδία, η Κίνα, η Μαλαισία και η Ινδονησία, για να αναφερθούμε μόνο στη Ν.Α Ασία, συμβάλλουν κατά 70% στην επιπλέον ζήτηση που παρατηρείται κάθε χρόνο σε παγκόσμιο επίπεδο και που μόνο για το 2008 σύμφωνα με στοιχεία του ΙΕΑ υπολογίζεται ότι θα φθάσει το 1.0 – 1.2 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα.

Όλες οι ανωτέρω χώρες, και αρκετές άλλες όπως η Ρωσία, το Ιράν, η Νιγηρία, επιδοτούν σημαντικά τις τιμές πώλησης προϊόντων στην εσωτερική αγορά τους κυρίως για πολιτικούς και κοινωνικούς λόγους επιθυμώντας να προσφέρουν στους κατοίκους τους φθηνές μεταφορές και να συμβάλουν στην ανάπτυξη. Όμως η τακτική αυτή έχει αρχίσει να δημιουργεί σοβαρά προβλήματα στα δημόσια οικονομικά αφού οι ετήσιες επιδοτήσεις ισοδυναμούν σε υψηλό ποσοστό του ΑΕΠ όπως λ.χ 1% στην περίπτωση της Ινδίας, 3% της Ινδονησίας, 4% της Κίνας και 7% της Μαλαισίας! Η Ινδία κατέβαλε πέρυσι $58 δισεκ. για να καλύψει τις ζημιές των διυλιστηρίων της που προμηθεύουν με χαμηλές τιμές την εγχώρια αγορά, ενώ η Μαλαισία επιβάρυνε τον κρατικό προϋπολογισμό με $41,7 δισεκ., ενώ στην περίπτωση της Κίνας οι πετρελαϊκές επιδοτήσεις υπολογίζεται ότι θα φθάσουν στα $27.0 δισεκ. για εφέτος.

Υπό την πίεση των διαρκώς αυξανομένων διεθνών τιμών πετρελαίου και με κίνδυνο την γενίκευση ενός κλίματος διαμαρτυρίας, το ξέσπασμα ταραχών και την απώλεια κοινωνικού ελέγχου, η Ινδία, η Ινδονησία και η Μαλαισία προχώρησαν τις τελευταίες δύο εβδομάδες σε αυξήσεις στις τιμές προϊόντων μεταξύ 8% – 40% . Η Κίνα, παρά το γεγονός ότι αντιμετωπίζει ολοένα και μεγαλύτερα προβλήματα στην τροφοδοσία οχημάτων λόγω μείωσης της παραγωγής από πλευράς διυλιστηρίων, αφού είναι αυτά πλέον που απαιτούν αναπροσαρμογές στις τιμές, ανθίσταται στις αυξήσεις φοβούμενη ένα αρνητικό αντίκτυπο στον πληθωρισμό. Στην Ινδία οι πρόσφατες αυξήσεις αναμένεται ότι θα επηρεάσουν κατά 1.0% τον τιμάριθμο αλλά δεν θα λύσουν το πρόβλημα της ραγδαίας αυξανόμενης ζήτησης.

Σύμφωνα με οικονομικούς αναλυτές η απάλειψη των ενεργειακών επιδοτήσεων αποτελεί μονόδρομο για τις περισσότερες οικονομίες, ιδιαίτερα των χωρών του BRIC, αφού μόνο έτσι θα μπορέσει να υπάρξει διαφάνεια στα δημόσια οικονομικά, θα μειωθεί η εξάρτησις από το εισαγόμενο πετρέλαιο με αποτέλεσμα το κόστος των αγροτικών προϊόντων αλλά και των υπηρεσιών ν’ αναπροσαρμοστούν καταστώντας την οικονομία λιγότερο αναταγωνιστική. Όμως η πολιτική ηγεσία των χωρών αυτών αντιτίθεται πλήρως στην προοπτική μίας ολοκληρωτικής απάλειψης των επιδοτήσεων αφού αυτό αυτόματα θα σημάνει μείωση του ρυθμού ανάπτυξης και επομένως της βελτίωσης των συνθηκών διαβίωσης.

Οι χώρες αυτές, οι περισσότερες καθαροί εισαγωγείς υδρογονανθράκων, πιστεύουν ότι οι υψηλές τιμές πετρελαίου που κυριαρχούν αυτή την στιγμή στην παγκόσμια οικονομία αποτελούν ακόμα ένα τέχνασμα των πλούσιων χωρών για να διαιωνίσουν μία κατάσταση οικονομικής εξάρτησης και εξαθλίωσης. Για αυτό και βλέπουν με απόλυτη δυσπιστία τα κελεύσματα των διεθνών οργανισμών για άρση των επιδοτήσεων. Αντίθετα προτιμούν τα ελλείμματα και την αναχρηματοδότησή τους από το διεθνές τραπεζικό σύστημα. Μία άλλη μορφή εξάρτησης, η οποία όμως ενέχει λιγότερους εσωτερικούς κινδύνους αφού είναι ελάχιστοι οι άνθρωποι που κατανοούν αυτού του είδους την εξάρτηση που ασφαλώς δεν είναι μόνο οικονομική. Είναι κυρίως πολιτική και η ρήτρα αποδέσμευσης απείρως πιο οδυνηρή εάν όχι απεχθής και πολλές φορές εντελώς αδύνατη.