Η Ευρωπαϊκή Ενωση αποφάσισε να ξυπνήσει από το ...λήθαρχο της ενεργειακής εξάρτησης και από την Κίνα και λαμβάνει μέτρα. Όπως είχε ήδη γράψει το energia.gr για την ''Πράσινη Μετάβαση'' που Μετατρέπεται σε Κινεζική Επέλαση (εδώ), η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (επιτέλους) κινητοποιείται για να ενισχύσει την αυτονομία της ΕΕ και επιδιώκει να θεσπίσει στόχους ώστε το 10%-40% της εξόρυξης, της ανακύκλωσης και

της επεξεργασίας κρίσιμων πρώτων υλών που χρησιμοποιούνται στην Ενωση να γίνεται στην ΕΕ έως το 2030.

Το σχέδιο της Πράξης της ΕΕ για τις κρίσιμες πρώτες ύλες, το οποίο είδε η EURACTIV και πρόκειται να παρουσιαστεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή την ερχόμενη Τρίτη (14 Μαρτίου), θα εισάγει στόχους για την αυτάρκεια της Ευρώπης σε ολόκληρη την αλυσίδα αξίας.

Ο κανονισμός αποσκοπεί στη "μείωση των αυξανόμενων κινδύνων εφοδιασμού της Ένωσης μέσω [...] της ενίσχυσης των ικανοτήτων της Ένωσης σε όλα τα στάδια της αλυσίδας αξίας των στρατηγικών πρώτων υλών, συμπεριλαμβανομένης της εξόρυξης, της επεξεργασίας και της ανακύκλωσης", αναφέρεται στο έγγραφο.

Σύμφωνα με το έγγραφο που διέρρευσε, "το 10% της κατανάλωσης στρατηγικών πρώτων υλών της Ένωσης" θα πρέπει να εξορύσσεται στην ΕΕ. Επιπλέον, το 15% της ετήσιας κατανάλωσης της Ένωσης για κάθε κρίσιμη πρώτη ύλη θα πρέπει να προέρχεται από την ανακύκλωση, αναφέρεται στο έγγραφο.

Η Επιτροπή θέλει να θέσει ακόμη υψηλότερους στόχους όσον αφορά την επεξεργασία των πρώτων υλών που θεωρούνται κρίσιμες. Τουλάχιστον "το 40% της ετήσιας κατανάλωσης του μπλοκ για κάθε στρατηγική πρώτη ύλη", θα πρέπει να εξευγενίζεται εντός του μπλοκ.

Προς το παρόν, η ΕΕ εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την εισαγωγή πρώτων υλών που θεωρεί κρίσιμες. Η ΕΕ εξαρτάται επί του παρόντος κατά 100% από ξένους προμηθευτές σε 14 από τις 27 κρίσιμες πρώτες ύλες και κατά 95% σε άλλες τρεις κρίσιμες πρώτες ύλες, όπως προκύπτει από έκθεση του Γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών (DIW).

Καθώς οι κρίσιμες πρώτες ύλες θεωρούνται προϋπόθεση για την επιτυχία της πράσινης και ψηφιακής μετάβασης, η ζήτηση αναμένεται να αυξηθεί δραστικά κατά περίπου 500% έως το 2050, σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα. Τα ορυκτά σπάνιων γαιών, για παράδειγμα, δεν αποτελούν μόνο απαραίτητο συστατικό των smartphones ή των υπολογιστών, αλλά και των μπαταριών των αυτοκινήτων.

Κίνα 
Η ΕΕ εξαρτάται σήμερα ιδιαίτερα από την Κίνα, η οποία κατέχει οιονεί μονοπώλιο σε πολλές από αυτές τις κρίσιμες πρώτες ύλες. Για παράδειγμα, η ΕΕ εισάγει σήμερα το 93% του μαγνησίου της και το 86% των μετάλλων σπάνιων γαιών από την Κίνα.

Η κατάσταση αυτή λαμβάνεται επίσης υπόψη στον κανονισμό. Για να αποτραπούν πιθανές ελλείψεις εφοδιασμού και να ενισχυθεί η ανθεκτικότητα, η ΕΕ στοχεύει να "θέσει ένα σημείο αναφοράς ώστε να μην εξαρτάται από μία μόνο τρίτη χώρα πάνω από το 70% των εισαγωγών οποιασδήποτε στρατηγικής πρώτης ύλης έως το 2030″.

Οι ελλείψεις εφοδιασμού από την Κίνα έχουν ήδη οδηγήσει σε διαταραχές στην ευρωπαϊκή βιομηχανία το 2021, όταν η Κίνα μείωσε την παραγωγή του υλικού που είναι απαραίτητο για τη βιομηχανία αλουμινίου.

Για να μειωθούν αυτές οι εξαρτήσεις, η Πράξη για τις κρίσιμες πρώτες ύλες επιδιώκει επιπλέον τη διαφοροποίηση της ευρωπαϊκής αλυσίδας εφοδιασμού. Για να προωθήσει τη διαφοροποίηση και να ενισχύσει τον εφοδιασμό, η Επιτροπή προτίθεται επίσης να προσδιορίσει στρατηγικά έργα σε τρίτες χώρες. Για να ενισχύσει τα έργα αυτά στο εξωτερικό, η Επιτροπή στοχεύει επίσης στην οικονομική τους στήριξη μέσω της στρατηγικής της παγκόσμιας πύλης - μια βαριά πρωτοβουλία ύψους 300 δισεκατομμυρίων ευρώ που αποσκοπεί στην αντιμετώπιση της κινεζικής πρωτοβουλίας "ζώνη και δρόμος".

Επιπλέον, οι μεγάλες εταιρείες καλούνται να ελέγξουν τις υφιστάμενες αλυσίδες εφοδιασμού τους και να αναπτύξουν στρατηγικές για να είναι καλύτερα προετοιμασμένες για διαταραχές του εφοδιασμού.

Στρατηγικά έργα
Ο νόμος για τις κρίσιμες πρώτες ύλες περιλαμβάνει επίσης ειδική μεταχείριση για έργα που θεωρούνται "στρατηγικά". Αυτά τα "στρατηγικά έργα" θα προσδιορίζονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή μαζί με ένα ευρωπαϊκό συμβούλιο κρίσιμων πρώτων υλών που δεν έχει ακόμη συσταθεί.

Τα στρατηγικά έργα θα επωφεληθούν από μια πιο απλουστευμένη και προβλέψιμη διαδικασία αδειοδότησης, η οποία επί του παρόντος αποτελεί ένα από τα κύρια εμπόδια για τα ευρωπαϊκά μεταλλευτικά έργα. Σύμφωνα με στελέχη του κλάδου, χρειάζονται κατά μέσο όρο 10 χρόνια μέχρι να αρχίσει να λειτουργεί ένα νέο ορυχείο.

Ο νόμος για τις κρίσιμες πρώτες ύλες αποσκοπεί στη δραστική μείωση του χρόνου αδειοδότησης.

"Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίσουν ότι η διαδικασία χορήγησης αδειών που σχετίζονται με τέτοια έργα δεν υπερβαίνει το προκαθορισμένο χρονικό όριο", αναφέρεται στο έγγραφο.

"Για τα στρατηγικά έργα που περιλαμβάνουν εξόρυξη, η διάρκεια της διαδικασίας χορήγησης άδειας δεν θα πρέπει, λαμβάνοντας υπόψη την πολυπλοκότητα και την έκταση των πιθανών επιπτώσεων που συνεπάγεται, να υπερβαίνει τα δύο έτη", συνεχίζει.

Αυτά τα στρατηγικά έργα θα λάβουν επίσης πρόσθετη οικονομική στήριξη. Το σχέδιο κανονισμού εκτιμά ότι "οι ιδιωτικές επενδύσεις από μόνες τους δεν επαρκούν" και αναφέρει ότι "η αποτελεσματική ανάπτυξη έργων κατά μήκος της κρίσιμης αλυσίδας αξίας των πρώτων υλών μπορεί να απαιτεί δημόσια στήριξη".

Το σχέδιο προβλέπει ότι τα κράτη μέλη θα καλύψουν το χρηματοδοτικό κενό αυτών των έργων. "Αυτή η δημόσια στήριξη μπορεί να λάβει τη μορφή κρατικών ενισχύσεων", αναφέρει το έγγραφο, προσθέτοντας ότι η πρόσφατη αναθεώρηση των κανόνων της ΕΕ για τις κρατικές ενισχύσεις θα επιτρέψει τις δημόσιες επενδύσεις από τα κράτη μέλη με ευκολότερο τρόπο.

euractiv.com